Κερδίζοντας το έδαφος της μνημονιακής περιόδου

Γράφει ο Πάνος Αμυράς

Εν μέσω αλλεπάλληλων κρίσεων, η Ελλάδα κερδίζει έδαφος στη μάχη της ανάπτυξης και της απασχόλησης.

Δεν είναι αμελητέα η διάκριση που έλαβε η χώρα μας από το τμήμα ερευνών του περιοδικού Economist για το άλμα των 16 θέσεων στην παγκόσμια κατάταξη σε ό,τι αφορά το επιχειρηματικό περιβάλλον. Ο συγκεκριμένος δείκτης συνδέεται με επενδύσεις, όσο πιο καλές είναι οι συνθήκες για επιχειρηματικές πρωτοβουλίες τόσο περισσότερα διεθνή κεφάλαια θα τοποθετούνται στην εγχώρια αγορά. Αναμένουμε βέβαια τις τεκμηριωμένες αντιδράσεις από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που μπορούν να καταγγείλουν τους συντάκτες του Economist ότι χρηματίζονται από την κυβέρνηση ή παίρνουν ναρκωτικά.

Η πρόοδος στην οικονομία δεν είναι αφηρημένη έννοια, οι επενδύσεις δημιουργούν ποιοτικές θέσεις εργασίας, ενώ παρατηρείται έλλειψη σε αρκετές ειδικότητες, για αυτό έχει μεγάλη σημασία η διαρκής επιμόρφωση των εργαζομένων, αλλά και η βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, οι ξένες άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα από 1,2 δισεκατομμύριο το 2015 εκτινάχθηκαν πέρυσι στα 6,3 δισ., ενώ στο πρώτο εξάμηνο ήδη έχουν προσεγγίσει τα 4,8 δισ.

Ταυτόχρονα αναδεικνύεται η μεγάλη διαφορά στις πολιτικές που ακολούθησαν Μητσοτάκης και Τσίπρας. Ο νυν πρωθυπουργός ασχολήθηκε με τον «παρονομαστή» όλων των θεμελιωδών μεγεθών της οικονομίας, που είναι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Μείωσε τους φόρους εταιριών και ακινήτων με σκοπό να προσελκύσει επενδύσεις και να τονώσει την κτηματαγορά. Η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 35% και η βελτίωση του πλαισίου για τις γονικές παροχές και τις μεταβιβάσεις προκάλεσε κινητικότητα στο χώρο της οικοδομής, που συνδέεται με δεκάδες επαγγελματικές δραστηριότητες.

Η οικονομία τρέχει με πρωτόγνωρους ρυθμούς, σωρευτικά η ανάπτυξη στη διετία 2021-2022 θα ξεπεράσει το 15% και η εξέλιξη αυτή περνά στη μείωση της ανεργίας, ενώ αλλάζει πλήρως τα δεδομένα σε έλλειμμα και χρέος. Εάν το ΑΕΠ φέτος αυξηθεί κατά 6%, που είναι πλέον και συντηρητική πρόβλεψη, τότε το έλλειμμα μπορεί να περιορισθεί κάτω από 1,5%, ενώ το δημόσιο χρέος θα πέσει κάτω από το 170%, δίνοντας θετικά σήματα στις αγορές ομολόγων.

Ο Τσίπρας αντιθέτως ασχολήθηκε με τον αριθμητή του κλάσματος και όχι με το πώς θα μεγεθύνει την οικονομία. Μέσω της υπερφορολόγησης και της αύξησης των άμεσων και έμμεσων φόρων πέτυχε υπερπλεονάσματα, αλλά σε βάρος της ανάπτυξης. Θυμίζουμε ότι επί ΣΥΡΙΖΑ τα πλεονάσματα έτρεχαν με ρυθμό 5%, όταν οι δεσμεύσεις μας στους δανειστές ήταν από 1,75% έως και 3,5%, όμως οι επιβαρύνσεις έπνιγαν την επιχειρηματικότητα και κρατούσαν χαμηλά το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών. Λάθος μίγμα πολιτικής, που διορθώθηκε από τον Μητσοτάκη με αποτέλεσμα να λειτουργήσει επιτέλους το «ελατήριο» της οικονομίας.

Τώρα είναι η ευκαιρία της Ελλάδας να καλύψει το χαμένο έδαφος της μνημονιακής περιόδου και ο πρωθυπουργός σχεδιάζει τις επόμενες «εκπλήξεις», που θα ανακοινώσει κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Η αύξηση των συντάξεων από τα τέλη Ιανουαρίου και η νέα άνοδος του κατώτατου μισθού από τον Απρίλιο θα συνοδεύονται από μέτρα που θα βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Στο μικροσκόπιο οι έμμεσοι φόροι και ποιοι μπορούν να μειωθούν, αρκεί να διευρύνεται ο παρονομαστής, δηλαδή να γίνεται η οικονομία ισχυρότερη ώστε να αναπληρώνονται τα δημόσια έσοδα από την ανάπτυξη.

Ελευθέριος Τύπος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.