Ερημοποίηση και δασικές πυρκαγιές: Η νέα κλιματική αλλαγή
Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης
Η ερημοποίηση ευρύτατων περιοχών του ελληνικού χώρου μάλλον φαντάζει ως υπερβολή για την κοινή γνώμη. Όμως αποτελεί μία πραγματική απειλή με προφανείς και πολυεπίπεδους κινδύνους.
Σύμφωνα με πρόσφατε έρευνες το 1/3 περίπου του ελληνικού εδάφους αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο ερημοποίησης. Το 50% των ελληνικών χερσαίων εκτάσεων μέτριο κίνδυνο. Ενώ μόλις το 20% δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερους κινδύνους ερημοποίησης. Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα πως αυτό το 20% εκτείνεται αποκλειστικά στις ορεινές περιοχές της χώρας και την δυτική Ελλάδα.
Σ’ αυτό το νευραλγικό σημείο για την ανάλυση των περιβαλλοντικών δεδομένων αξίζει να σημειωθεί πως μία από τις μείζονες κλιματικές απειλές που προκαλεί η κλιματική κρίση για τον ελληνικό χώρο αποτελεί η δραματική επέκταση των περιόδων ξηρασίας που ως αποτέλεσμα θα έχει την ερημοποίηση του εδάφους.
Την μεγαλύτερη απειλή ερημοποίησης αντιμετωπίζουν η ανατολική Θεσσαλία, η ανατολική Στερεά και η ανατολική Πελοπόννησος.
Βέβαια όταν αναφερόμαστε σε ερημοποίηση εκτάσεων του ελληνικού χώρου, δεν εννοούμε πως σε γεωγραφικές περιοχές της χώρας θα υπάρξουν συνθήκες που επικρατούν στην έρημο Σαχάρα. Αλλά σε μία ραγδαία και συνάμα δραματική υποβάθμιση των εδαφών που πρόκειται να συντελεστεί σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε αυτά τα εδάφη να πάψουν να είναι γόνιμα. Το πιθανότερο αποτέλεσμα είναι η παραγωγική γη, να υποβαθμιστεί πλήρως και να μετατραπεί σε έκταση απολύτως αφιλόξενη για την αναπτυσσόμενη βλάστηση περιοχών και την εμφάνιση του μητρικού πετρώματος στην επιφάνεια.
Συμπερασματικά το έδαφος γίνεται πολύ φτωχό και ανίκανο να στηρίζει τις συστηματικές καλλιέργειες και ευρύτερα την βλάστηση.
Στην ερημοποίηση οδηγούν δύο καταστάσεις που αναπτύσσονται παράλληλα. Πρώτη η δραματική μείωση των βροχοπτώσεων με την ταυτόχρονη αύξηση της θερμοκρασίας που ως αποτέλεσμα έχει την αύξηση της εξατμησιοδιανομής.
Παράλληλα κρίσιμο ρόλο στην ερημοποίηση έχει και η διάβρωση των εδαφών για την οποία κύρια αιτία αποτελούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Αναμφίβολα το κλίμα στην Ελλάδα γίνεται ολοένα και πιο ξηρό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα γεωγραφικής περιοχής που επηρεάζεται δραματικά από την κλιματική αλλαγή. Είναι ενδεικτικό πως την περίοδο 1971-2000 το μεγαλύτερο τμήμα της περιφέρειας Πελοποννήσου κατατασόταν στο υγρό κλίμα με εξαίρεση τα παραθαλάσσια τμήματα του Αργολικού, του Σαρωνικού και του Λακωνικού κύκλου που κατατασσόταν στο ξηρό υπό-υγρό κλίμα.
Με βάση άλλωστε τις προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων το φαινόμενο της ερημοποίησης πρόκειται να ενταθεί στο άμεσο μέλλον.
Είναι χαρακτηριστικό πως τόσο με το σενάριο μετριασμού όσο και με το πλέον δυσμενές σενάριο, οι μεταβολές αναμένεται να είναι απολύτως δραματική. Ημίξερες κλματικά συνθήκες είναι σχεδόν βέβαιο ότι πρόκειται να επικροτήσουν στην Αργολίδα και την Κορινθία με μοναδικές πιθανές εξαιρέσεις τις ορεινές περιοχές τους, στην ανατολικ΄Αρκαδία και την νότια Λακωνία.
Αξίζει να σημειωθεί πως ξηρές-υπουγρές συνθήκες αναμένεται να επικρατήσουν με εκτεταμένες περιοχές της ελληνικής περιφέρειας και στα πεδινά παραθαλάσσια τμήματα της χώρας με μοναδική πιθανή εξαίρεση το δυτικό τμήμα της Πελοποννήσου όπου αναμένονται ηπιότερες μεταβολές.
Οι δασικές πυρκαγιές
Ίσως το 2071 να φαντάζει μακρινό για τους περισσότερους από εμάς. Όμως αυτές οι πραγματικές κοσμογονικές αλλαγές δεν ξεδιπλώνονται από την μία μέρα στην άλλη. Στην κλιματική ιστορία άλλωστε δεν υπάρχουν τομές. Αντίθετα υπάρχουν μακρές συχνά περίοδοι μετάβασης. Άλλωστε από εκεί προκύπτει και ο όρος κλιματική μετάβαση.
Η συχνότητα, η ένταση και η διάρκεια με την οποία εκδηλώνονται πλέον οι δασικές πυρκαγιές τα τελευταία χρόνια αποτελεί μία από τις ενδείξεις των δραματικών αλλαγών που θα επέλθουν στο κλίμα τα επόμενα χρόνια.
Οι επιπτώσεις στην αγροτική παραγωγή
Δραματικές θα είναι και οι επιπτώσεις στον όγκο αλλά και την ποιότητα της αγροτικής παραγωγής. Καθώς όσο περισσότερο μειώνεται η στάθμη των υπόγειων υδάτων αυξάνεται η υφαλμύρωση παράκτιων περιοχών που σε συνδυασμό με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας.
Η μείωση των βροχοπτώσεων
Οι κλιματικές εκτιμήσεις συγκλίνουν στην άποψη πως τις επόμενες δεκαετίες πρόκειται να υπάρξει σημαντική μείωση των ημερών βροχόπτωσης.
Είναι ενδεικτικό πως υπολογίζονται δέκα ημέρες βροχής λιγότερες ανά έτος σε αγροτικές περιοχές της δυτικής Ελλάδας όπως η Αχαΐα, η Ηλεία, η Μεσσηνία, η Αιτωλοακαρνανία, αλλά και σε άλλες κατεξοχήν αγροτικές περιοχές όπως η Λάρισα και το νότιο Ηράκλειο.
Ενώ υπολογίζονται 15 έως 20 μέρες βροχής στις αγροτικές περιοχές της βόρειας Ελλάδας όπως οι Σέρρες και η Πέλλα αλλά έως και 25 μέρες σε αγροτικές περιοχές της κεντρικής Ελλάδος όπως η Φθιώτιδα και η Εύβοια.