Ένα δύσκολο έτος φεύγει, άλλο ένα πιο δύσκολο έρχεται…
Γράφει ο Μίλτος Γήτας
Στις αρχές του χρόνου, λίγο μετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, τότε που ξεκίνησε το ράλι της ενεργειακής ακρίβειας, που μεταφράστηκε αυτόματα σε πανευρωπαϊκά πρωτοφανή πληθωρισμό, υπουργοί και τραπεζίτες δήλωναν την εκτίμησή τους πως τα φαινόμενα αυτά θα αποκλιμακωθούν από τον Μάιο και μετά.
Η πράξη βέβαια ήρθε να αποδείξει πως, όταν οι επιθυμίες γίνονται εκτιμήσεις, το πιθανότερο είναι να πέσουν έξω. Όπως κι έγινε. Όχι αποκλιμάκωση δεν είδαμε, αλλά το ακριβώς αντίθετο.
Ένα κρεσέντο ακρίβειας στα πάντα και μια κούρσα του πληθωρισμού που σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο ακόμα και σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, με νούμερα που είχαν να δουν εδώ και πολλές δεκαετίες. «Και τώρα τι;» είναι το εύλογο ερώτημα. Θα δούμε ξανά τις τιμές στα προ πολέμου επίπεδα ή θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με την ακρίβεια, κάτι που δεν μπορεί να το συνηθίσει κανείς;
Επίσημα πλέον, κανείς δεν κάνει εκτιμήσεις και οι κυβερνήσεις, στο πλαίσιο των δημοσιονομικών τους περιθωρίων, προσπαθούν απλώς να μετριάσουν τις επιπτώσεις στα νοικοκυριά και να προστατεύσουν όσο γίνεται τους πλέον ευάλωτους. Το πάθημα έγινε μάθημα και δεν έχουμε ξανακούσει εκτιμήσεις-επιθυμίες για τον χρόνο έναρξης της μείωσης των τιμών.
Ίσα-ίσα που πολλοί υποστηρίζουν ότι οι τιμές στα ράφια δεν πρόκειται να μειωθούν ακόμα κι αν σταματήσει ο πόλεμος, ακόμα κι αν εξορθολογιστούν οι τιμές της ενέργειας. Και αυτό γιατί, δυστυχώς, στην ελεύθερη οικονομία έστω και σε μια μικρή διαταραχή στην αλυσίδα από την παραγωγή έως την κατανάλωση οι αυξήσεις εύκολα μετακυλίονται στον τελικό καταναλωτή, αλλά δύσκολα μειώνονται οι τιμές μετά την αποκατάσταση του προβλήματος στην αλυσίδα. Με άλλα λόγια, οι όποιες αυξήσεις ενσωματώνονται στην τελική τιμή και τις όποιες μειώσεις στα κόστη παραγωγής, μεταφορικών κ.λπ. τις καρπώνονται οι ενδιάμεσοι και σπάνια οι τελικοί καταναλωτές.
Έτσι, λοιπόν, τουλάχιστον για το α’ εξάμηνο του 2023 όχι μόνο δεν θα πέσουν οι τιμές, αλλά και η κλιμάκωση θα συνεχιστεί. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι Έλληνες βιομήχανοι προετοιμάζονται με βασικό σενάριο τον υψηλό πληθωρισμό και προσπαθούν να βρουν τρόπους και «τρικ» για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Κι όταν λέμε «τρικ», ένα από αυτά είναι να περιορίσουν την ποσότητα στα προϊόντα μέσα στη διατιθέμενη συσκευασία. Αντί για 1 λίτρο γάλακτος, για παράδειγμα, να μικρύνει η συσκευασία στα 850 γραμμάρια.
Επομένως, έχουμε να δούμε πράματα και θάματα σε αυτό τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται και απορώ με την αισιοδοξία κάποιων κυβερνητικών παραγόντων που θεωρούν ότι εμείς θα παραμείνουμε μια όαση ανάπτυξης, όταν γύρω μας όλη η Ευρώπη θα στενάζει από την ύφεση.
Κάποτε θα πρέπει να αντιληφθούμε πως, από τη στιγμή που η οικονομία μας δεν είναι αυτάρκης και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές προϊόντων και τον τουρισμό, είναι μοιραίο να εισπράττουμε και εισαγόμενη κρίση. Ζούμε δυστυχώς έναν φαύλο κύκλο από τον οποίο δεν ξέρουμε πώς θα καταφέρουμε να βγούμε, και γι’ αυτό η άκρατη αισιοδοξία που αναπτύσσεται, λόγω και της προεκλογικής περιόδου, θεωρώ πως πρέπει να ενταχθεί σε μια πιο λογική και ρεαλιστική βάση, για να μην πέσουμε απ’ τα σύννεφα στη συνέχεια.