Και τώρα, τι; (Ι)

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας

Το φθινόπωρο που έρχεται, μοιάζει να είναι η απαρχή μιας νέας περιόδου σε παγκόσμιο επίπεδο. Οικονομικά, κοινωνικά και γεωπολιτικά, οι εξελίξεις οδηγούν σε μια φάση επανεκκίνησης. Με εμφανείς δυσκολίες, μεγάλες προκλήσεις και νέα διλήμματα. Με αυτό και το επόμενο άρθρο μου, θα κάνω μια προσπάθεια να περιγράψω, σε αδρές γραμμές, όσα συμβαίνουν κι όσα πρόκειται να συμβούν στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, το αμέσως επόμενο διάστημα. Και τώρα, τι, λοιπόν;

Ας ξεκινήσουμε με το οικονομικό – κοινωνικό κομμάτι των γεγονότων. Η παγκόσμια ύφεση καταλαγιάζει, σταδιακά, κάτω από τη δράση των εκτεταμένων μέτρων στήριξης αλλά και τη μερική επάνοδο σε καθεστώς κανονικότητας, μετά τον εκτεταμένο εμβολιασμό των πολιτών. Ειδικά στην Ελλάδα, οι τουριστικές αφίξεις και το λιανικό εμπόριο, δείχνουν αξιοθαύμαστη ανάκαμψη και περιμένουμε αυτό να αποτυπωθεί και στην ετήσια καταγραφή, ειδικά για του τουριστικά έσοδα. Μια υπέρβαση του αναμενόμενου 40-45% των εσόδων του 2019 θα σημαίνει, κατακόρυφη αύξηση των πιθανοτήτων να ξεπεραστεί ο αναπτυξιακός στόχος του 3,6%.

Όμως ταυτόχρονα, οι νέες μεταλλάξεις του ιού και η επιμονή ενός 30% του πληθυσμού να μην εμβολιαστεί, ανοίγουν την πρώτη πληγή που χρήζει αντιμετώπισης. Κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει με σιγουριά, την οικονομική επίπτωση από τα δυο αυτά νέα δεδομένα, τον περιορισμό της κυκλοφορίας των ανεμβολίαστων και κυρίως τις συνέπειες από νέα εκτίναξη των κρουσμάτων, τοπικά lockdown και μερική, έστω επιστροφή σε ένα κλίμα φόβου και αναστολής δραστηριοτήτων.

Πόσο μάλλον, όταν οι επιστρεπτέες προκαταβολές, κάποιες τουλάχιστον θα πρέπει να επιστραφούν κι η έλλειψη επιπλέον μέτρων στήριξης, θα αφήσουν ένα κενό που είναι άγνωστο, αν θα καλυφθεί από το επίπεδο οικονομικής κίνησης. Βέβαια, η νέα αύξηση του χρέους είναι ένας επιπλέον παράγοντας αποφυγής νέων πακέτων. Οι υπολογισμοί για τη ρύθμιση του, έγιναν με διαφορετικά στοιχεία και πλέον η δυνατότητα εύρυθμης αποπληρωμής των ετήσιων υποχρεώσεων τίθεται υπό αμφισβήτηση.

Την ίδια στιγμή, οι διεθνείς συγκυρίες, αφήνουν ανοιχτά τα περιθώρια επιβράδυνσης στην αναπτυξιακή ταχύτητα. Το κόστος της ενέργειας αυξάνει ξανά. Η Ε.Ε. ξεπέρασε, ήδη, τον στόχο του 2% για τον πληθωρισμό κι όσο κι αν αποδίδεται αποκλειστικά στα μέτρα στήριξης, πληθαίνουν οι φωνές για απόσυρση από την ποσοτική χαλάρωση, κυρίως γιατί δημιουργείται η αίσθηση ότι οδεύουμε πάλι σε μονοπάτια νέας χρηματοοικονομικής φούσκας κι όλοι επείγονται να την προλάβουν εν τη γενέσει της.

Όπως ανέλυσα στο άρθρο “Ο πληθωρισμός και το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης θα κρίνουν το μέλλον”, όσο ταχύτερα, πιθανότατα εντός του 2022, οδηγηθεί η ΕΚΤ σε μια τέτοια απόφαση, τόσο πιο δύσκολη θα γίνει η κατάσταση για την Ελλάδα, ιδιαίτερα στο θέμα του χρέους. Αυτό που μπορούσα να πετύχουμε πολύ πιο εύκολα το 2019, υπό την επίδραση μιας νέας μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης και τις προοπτικής πρόσβασης σε φθηνό χρήμα για περίπου ολόκληρη την επόμενη τετραετία, τώρα θα πρέπει να γίνει υπό το βάρος της πανδημίας και της αύξησης των επιτοκίων. Δεδομένα που καθιστούν την μεταρρυθμιστική και επενδυτική εγρήγορση πιο επίκαιρη από ποτέ.

Υ.Γ. Ο επιπλέον αστάθμητος παράγοντας σε όλα αυτά, είναι η προσφυγή, ή όχι, σε εθνικές, ίσως και διπλές, εκλογές. Το γιατί δεν νομίζω ότι χρειάζεται ιδιαίτερη εξήγηση, αν μάλιστα καταλήξουμε σε κυβέρνηση συνεργασίας και ανακατανομή της εξουσίας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.