Τουρκικών προκλήσεων συνέχεια
Η Ευρωζώνη σε δύο στρατόπεδα. Ο ρόλος των Η.Π.Α. στην ανατολική Μεσόγειο.
Γράφει η Έλλη Κουτσουβέλη, Πολιτικός Επιστήμων – Διεθνολόγος
Ακόμη δεν έχει κατακαθίσει ο κουρνιαχτός των εσωτερικών συζητήσεων και διαπραγματεύσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κατέληξαν σε ένα κείμενο συμπερασμάτων της λογικής του «ναι μεν… αλλά» και η Τουρκία συνεχίζει απτόητη την προκλητική της στάση, καταφέρνοντας να πυροδοτήσει την σκληρή αντίδραση από μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών.
Παρά τις ρητές αναφορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για «πιθανές μελλοντικές κυρώσεις προς την Τουρκία» και τις αυστηρές εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου «για την μονομερή και προκλητική δραστηριότητα της γείτονος στην Ανατολική Μεσόγειο», η Άγκυρα αποδεικνύει ότι δεν προτίθεται να αλλάξει τη στάση της. Αντ’ αυτού, συνεχίζει να εξαπολύει πυρά μέσω του προέδρου της, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος ισχυρίσθηκε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση «δεν έχει φερθεί ποτέ με εντιμότητα, ούτε έχει κρατήσει τις υποσχέσεις της».
Φαίνεται λοιπόν ότι η «προστασία» της Γερμανίας και των υπολοίπων κρατών μελών (Ισπανία, Ιταλία, Ουγγαρία και Μάλτα) που αντιμετώπισαν με σκεπτικισμό την επιβολή άμεσων κυρώσεων κατά της Τουρκίας, αποθρασύνουν την τελευταία, δυσκολεύοντας ταυτόχρονα τη θέση τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος, αφού φαίνεται να ακροβατεί ανάμεσα στην απειλή της Τουρκίας να «γεμίσει» με πρόσφυγες και λαθρομετανάστες το εσωτερικό της και στην υποχρέωσή της να σταθεί ως σύμμαχος δίπλα σε δύο κράτη μέλη της, τα συμφέροντα των οποίων πλήττονται καταφανώς από τη γειτονική χώρα.
Είναι εμφανές ότι, για μία ακόμη φορά, κινδυνεύει η εύθραυστη αξιοπιστία της Ένωσης, η οποία παρά την «ανάσα» που έδωσε στην Άγκυρα μέχρι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου του 2021, θα κληθεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, κακοκαρδίζοντας το «κακό» παιδί της Μεσογείου.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, οι Ηνωμένες Πολιτείες προέβησαν ήδη στην επιβολή κυρώσεων προς στην Τουρκία για την αγορά των ρωσικών πυραύλων S400. Πώς θα ήταν άλλωστε δυνατόν χώρα μέλος του ΝΑΤΟ να κλείνει το μάτι στον επί δεκαετιών «αντίπαλο» των Ηνωμένων Πολιτειών χωρίς συνέπειες; Έτσι, η Ουάσινγκτον επέβαλε κυρώσεις προς τον πρόεδρο της Διεύθυνσης Αμυντικής Βιομηχανίας της τουρκικής Προεδρίας της Δημοκρατίας, Ισμαήλ Ντεμίρ, καθώς και εναντίον τριών ακόμη Τούρκων εργαζομένων, παγώνοντας περιουσιακά στοιχεία και περιορίζοντας τη χορήγηση ταξιδιωτικών θεωρήσεων.
Ταυτόχρονα, απαγορεύεται από τις ΗΠΑ η έκδοση αδειών εξαγωγών και εξουσιοδοτήσεων στην Τουρκική Αμυντική Βιομηχανία SSB. Η αντίδραση της Τουρκίας ήταν οργισμένη, με τον Ερντογάν να διαμηνύει ότι καμία κύρωση δεν μπορεί να τον σταματήσει. Στην υποστήριξη της Τουρκίας προσέτρεξε και η Ρωσία, διαμέσου του Υπουργού Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος δήλωσε ότι «οι κυρώσεις είναι παράνομες και οι Ηνωμένες Πολιτείες δείχνουν αλαζονεία προς το διεθνές δίκαιο».
Σε κάθε περίπτωση η κίνηση των Ηνωμένων Πολιτειών να επιβάλλουν κυρώσεις στην Τουρκία ευνοεί την Ελλάδα, καθώς ανοίγει ο δρόμος για την επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με την τουρκική λίρα να κατρακυλά, τους επενδυτές να αποχωρούν ο ένας μετά τον άλλο (τελευταία η Volkswagen ανακοίνωσε ότι έχει αναθεωρήσει και δεν προτίθεται να επενδύσει στην Τουρκία με την κατασκευή εργοστασίου) και την τουρκική διπλωματία να δέχεται το ένα πλήγμα μετά το άλλο, η θέση της γείτονος δυσχεραίνει ολοένα και περισσότερο.
Μένει να αποδειχθεί εάν ο κλοιός γύρω από την Τουρκία θα στενέψει κι αν η Ευρωπαϊκή «οικογένεια» μπορεί να στηρίξει τα μέλη της στην πράξη.