Η μάχη του Ίντλιμπ στις ελληνικές ακτές
Γράφει η Εύα Ι. Κουλουριώτη, Πολιτική αναλύτρια ειδική σε θέματα Μέσης Ανατολής
To περασμένο Σάββατο, περίπου 15 βάρκες που μετέφεραν από τις τουρκικές ακτές περισσότερους από 500 πρόσφυγες, κυρίως Σύριους, έφτασαν ξαφνικά και απρόσμενα στην Λέσβο. Το γεγονός αυτό συνάντησε την άμεση αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης, κατ’αρχήν με το διάβημά της στον Τούρκο πρέσβη στην Αθήνα καταδικάζοντάς το και υπενθυμίζοντάς του την υποχρέωση της Τουρκίας να συμμορφωθεί με τη συμφωνία αποτροπής της ροής προσφύγων που υπέγραψε με την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 21 Μαρτίου 2016.
Αυτό έγινε λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου σε συνέντευξη τύπου στην οποία σημείωσε ότι η μάχη στην βόρεια Συρία θα είναι αιτία κυμάτων Σύριων προσφύγων προς την Ευρώπη και η Τουρκία δεν πρόκειται να τους σταματήσει. Παρά το ότι ο αριθμός των αφίξεων στις ελληνικές ακτές δεν είναι τόσο μεγάλος ώστε να απαιτεί μια ταχεία δράση, αυτό που συμβαίνει δεν έγινε ανεξέλεγκτα, αλλά είναι μήνυμα από πλευράς της Τουρκίας και για να το αντιληφθούμε θα πρέπει να κοιτάξουμε πέρα από την ελληνική γεωγραφία.
Είναι γνωστό ότι στο βόρειο τμήμα της Συρίας διεξάγονται σκληρές μάχες για σχεδόν τέσσερεις μήνες μεταξύ του καθεστώτος Άσαντ, υποστηριζόμενου από τη Ρωσία και το Ιράν, και της ένοπλης συριακής αντιπολίτευσης που πρόσκειται στην Τουρκία. Παρόλο που οι ρωσοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται στα καλύτερά τους αυτήν την περίοδο, υπάρχουν κάποιες διαφωνίες μεταξύ των δύο χωρών για το μέλλον αυτής της περιοχής. Και οι δύο πλευρές προσπαθούν να περιφρουρήσουν τα συμφέροντά τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Για την Τουρκία υπάρχουν δύο βασικοί συριακοί φάκελοι: ο ένας αφορά στις κουρδικές πολιτοφυλακές στην βορειοανατολική Συρία και την διασύνδεσή του με την τρομοκρατική οργάνωση του ΡΚΚ και ο δεύτερος σχετίζεται με τους πρόσφυγες. Η Τουρκία προσπαθεί για να διατηρήσει την επιρροή της στη Συρία για να έχει αποτέλεσμα σε αυτά τα δύο ζητήματα. Μέχρι στιγμής, κατάφερε να καρπωθεί τα αποτελέσματα αυτής της επιρροής, επιτυγχάνοντας μια συμφωνία ή μια αρχική κατανόηση με την Ουάσινγκτον για την δημιουργία ασφαλούς περιοχής στην βορειοανατολική Συρία.
Στο πλαίσιο της ίδιας προσπάθειας, η Άγκυρα κατάφερε να απορροφήσει την αμερικανική οργή για την αγορά του ρωσικού συστήματος S-400. Από την άλλη πλευρά, για την Ρωσία το αρχείο της Συρίας έχει μεγάλη στρατηγική και γεωοικονομική σημασία. Ως εκ τούτου, χρησιμοποιεί όλα τα διπλωματικά και στρατιωτικά μέσα για την λήξη του και την πλήρη εξάλειψη τους παρουσίας της ένοπλης συριακής αντιπολίτευσης από το συριακό έδαφος.
Στις αρχές του περασμένου μήνα, το καθεστώς Άσαντ και η Μόσχα μπόρεσαν να σημειώσουν πρόοδο στο βόρειο τμήμα της υπαίθρου της συριακής επαρχίας Χάμα και να πάρουν τον έλεγχο περίπου του 10% των εδαφών της συριακής ένοπλης αντιπολίτευσης. Αυτή η γρήγορη πρόοδος ώθησε τον Ερντογάν να τηλεφωνήσει στον Πούτιν για να συζητήσει την κατάσταση στη βόρεια Συρία και ακολούθως να επισκεφθεί την Μόσχα. Η επίσκεψη αυτή περιλάμβανε πολλά θέματα από τα οποία το σημαντικότερο είναι η Συρία, ο “Turkish stream” και τα ρωσικά αεροσκάφη Su-35 και Su-57.
Αποκλειστική πηγή με διαβεβαίωσε ότι ο Ερντογάν συζητά, επιπροσθέτως, με τον Πούτιν την δυνατότητα συμμετοχής της Μόσχας στην ανάπτυξη ενός προηγμένου τουρκικού αεροπλάνου που θα ξεκινήσει το 2023. Σε ό,τι αφορά στο συριακό ζήτημα συμφώνησαν ότι οι δύο χώρες θα συνεχίσουν την συνεργασία τους, την ανταλλαγή πληροφοριών και τον συντονισμό στο πεδίο. Η Άγκυρα ζήτησε, επίσης, μία πίστωση χρόνου για ένα χρονικό διάστημα μέχρι την δημιουργία των ασφαλών ζωνών στην ανατολική Συρία που έχουν συμφωνηθεί με την Ουάσιγκτον.
Επιστρέφοντας σε αυτό που συνέβη στις ελληνικές ακτές, ορισμένοι θεωρούν ότι ο Ερντογάν προσπαθεί να στείλει ένα μήνυμα στην Ευρώπη ότι οι μάχες στην βόρεια Συρία θα οδηγήσουν σε ένα τεράστιο κύμα προσφύγων που υπολογίζεται σε 2 εκατομμύρια και ότι η Τουρκία δεν θα φέρει το βάρος αυτού του κύματος. Όμως, η πραγματικότητα είναι πιο επικίνδυνη, κυρίως για την Ελλάδα.
Λόγω της γνώσης μου και της μελέτης μου σχετικά με την Μέση Ανατολή και την Συρία ειδικά, διαπιστώνω ότι αυτό που συμβαίνει στο Ίντλιμπ είναι απόλυτα συντονισμένο μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας. Για οτιδήποτε γίνεται εκεί, υπάρχει συμφωνία μεταξύ Άγκυρας και Μόσχας. Επομένως, η Άγκυρα είναι σε θέση να εμποδίσει την Μόσχα να συνεχίσει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις στην περιοχή.
Εάν, λοιπόν, υπάρξει κύμα προσφύγων στο προσεχές διάστημα, δεν θα απέχει πολύ από τον σχεδιασμό της Τουρκίας. Οι εισροές του περασμένου Σαββάτου και όσες ακολούθησαν αποτελούν απόδειξη ότι η τουρκική κυβέρνηση ελέγχει τα δίκτυα λαθρεμπορίου προς την Ευρώπη.
Το μήνυμα της Τουρκίας είναι σαφές: μπορεί να χρησιμοποιήσει το χαρτί των προσφύγων κατά της Ευρώπης όποτε το επιθυμεί και η Ευρώπη πρέπει να έχει ανοικτό πνεύμα στα συμφέροντα της Τουρκίας σε διάφορους τομείς, κυρίως όσον αφορά το φυσικό αέριο στην νοτιοανατολική Μεσόγειο και αργότερα στην Κύπρο.
Στην Αθήνα υποφέρουμε από πολιτικούς και αναλυτές που βλέπουν τον κόσμο από τις ακτές του του Καστελόριζου έως αυτές της Κέρκυρας. Ωστόσο, η ευαίσθητη στρατηγική θέση της Ελλάδας ανάμεσα σε τρεις μεγάλες ηπείρους την επηρεάζει άμεσα από τις διακυμάνσεις και τις κρίσεις που διαδραματίζονται σε αυτές. Οι φάκελοι της Κύπρου και του φυσικού αερίου της νοτιοανατολικής Μεσογείου είναι το προοίμιο άλλων θεμάτων που η Άγκυρα μπορεί να χρησιμοποιήσει στο μέλλον, όπως για παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου, που προσωπικώς πιστεύω ότι θα μπουν στο επίκεντρο της προσοχής της στην επόμενη φάση.
Σε αυτό το σύνθετο σκηνικό, η Αθήνα έχει απόλυτη ανάγκη από ισχυρούς συμμάχους για να στηρίξει τη θέση της σε αυτά τα ζητήματα. Η πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Βερολίνο, κατά τη γνώμη μου δεν ήταν τόσο θετική όσο απαιτείται. Αυτό που χρειάζεται αυτήν την στιγμή να γίνει από την σημερινή κυβέρνηση είναι πιο δραστικές περιφερειακές και διεθνείς κινήσεις, κυρίως προς την Ουάσιγκτον, το Τελ Αβίβ και το Παρίσι.
Η προσφυγική κρίση δεν περιορίζεται εντός των ορίων της ελληνικής γεωγραφίας – όπως σωστά διακηρύσσει η ελληνική κυβέρνηση – αλλά η Ευρώπη στο σύνολό της θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι οι τουρκικές απειλές αντιμετωπίστηκαν με πλήρη σιωπή της ευρωπαϊκής πλευράς και σαν να είναι μόνη η Αθήνα απέναντι σε αυτήν την τρέλα.
Εν κατακλείδι, η νέα κυβέρνηση πρέπει να σπεύσει να επαναφέρει την συμφωνία αποτροπής των προσφυγικών ροών στο τραπέζι και να ζητήσει ουσιαστικές τροποποιήσεις και ανάληψη της ευθύνης από όλες τις χώρες της ΕΕ σε περίπτωση που η Τουρκία δεν τηρεί τις υποχρεώσεις της.