Κινητήρια δύναμη της πολιτικής αλλαγής στη Δύση το μεταναστευτικό

Γράφει ο Μιχάλης Κ. Ντιναλέξης,

Ως κεραυνός εν αιθρία ήχησε η νέα εθνική επιτυχία του Αλέξη Τσίπρα: προσφέρθηκε να δεχτεί πίσω μετανάστες που είχαν πάει στη Γερμανία τονίζοντας πως «δε θα ήταν βάρος για την Ελλάδα»! Όποιος όμως παρακολουθεί τα διεθνή ΜΜΕ δεν είναι το ίδιο έκπληκτος, γιατί όσο η Ελλάδα ασχολείται με τις γραβάτες, τις κάλτσες, και τα άλλα τερτίπια του Πρωθυπουργού της, αλλά και τις εθνικές τραγωδίες που δημιουργεί, το μεταναστευτικό έχει αναδειχθεί, τώρα περισσότερο από οποτεδήποτε νωρίτερα, στο κομβικότερο ζήτημα στο δυτικό κόσμο (ήτοι Ευρώπη και Αμερική).

Αφ’ ενός, στην Αμερική η δημόσια συζήτηση κυριαρχείται από τη σκληρή πολιτική της Αμερικανικής κυβέρνησης στα σύνορα με το Μεξικό, αφ’ ετέρου, στην Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. το μεταναστευτικό κυριάρχησε, με την Ιταλία να απειλεί να μπλοκάρει την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος σε όλους τους τομείς αν δεν επιτευχθεί συμφωνία σε αυτόν.

Άλλωστε μέχρι τώρα το μεταναστευτικό απασχολούσε στην πράξη μόνο την Ιταλία και την Ελλάδα. Για την Ελλάδα ήταν μάλιστα και διμερές ζήτημα, καθώς η Τουρκία χρησιμοποιεί το μεταναστευτικό ως μοχλό πίεσης, παρέμβασης και δημιουργίας προβλημάτων, ανεχόμενη, αν όχι ενθαρρύνουσα, τους δουλεμπόρους των μικρασιατικών παραλίων. Το μεταναστευτικό δεν είχε αναχθεί σε πανευρωπαϊκό ζήτημα – παρότι αναγνωρίστηκε ως τέτοιο «στα χαρτιά» πολλάκις και παρότι έγιναν κάποιες κινήσεις (π.χ. η δημιουργία της FRONTEX το 2004) – καθώς δεν κατέστη μείζον στην εσωτερική πολιτική θεματολογία των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών. Ήταν τελικά οι νέες μεταναστευτικές ροές της τελευταίας τριετίας – πολλαπλασιασμένες από την πολιτική των μη-συνόρων του κ. Τσίπρα – που ανήγαγαν το πρόβλημα σε πανευρωπαϊκό, μεταφέροντας το στην καρδιά της Ευρώπης.

Στην Αμερική βέβαια το μεταναστευτικό είναι πρόβλημα πολύ διαφορετικής φύσεως, καθώς οι ΗΠΑ δε συνορεύουν με εμπόλεμες ζώνες ή καθεστώτα όπως του Ερντογάν. Όμως και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, η μετριοπαθής και γενναιόδωρη πολιτική που ακολουθούταν δεν απηχήθηκε από τις κοινωνίες, με τους πολίτες να μην υιοθετούν το ρόλο του ευεργέτη οικοδεσπότη, που είχε πρωτύτερα αναλάβει η χώρα τους, για πέντε, κυρίως, λόγους.

Πρώτον, οι πολίτες δε δέχονται να παρέχεται στους μετανάστες πρόσβαση στο κράτος πρόνοιας δωρεάν, καθώς οι ίδιοι για τη λειτουργία του πληρώνουν υπέρογκους φόρους, ασφαλιστικές εισφορές, αλλά και ιδία συμμετοχή κατά περίπτωση.

Δεύτερον, δεν επιθυμούν να μοιραστούν το βιοτικό τους επίπεδο και τις ευκαιρίες που παρέχει η κοινωνία τους με τους λαούς που δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν τις αντίστοιχες συνθήκες και στη δική τους χώρα, καθώς τα θεωρούν κατακτήσεις και προϊόντα κόπων.

Τρίτον, οι νεότερες γενιές ψηφοφόρων δεν διακατέχονται από αίσθημα ευθύνης προς τους ασθενέστερους του κόσμου όπως οι παλαιότερες. Στην μεν Αμερική διότι μεγάλωσαν σε μία χώρα που δεν είναι πια ο «ηγέτης των ελευθέρων» όπως τον 20ο αιώνα και στη δε Ευρώπη διότι το ενοχικό σύνδρομο της αποικιοκρατίας και των εγκλημάτων των μεγάλων πολέμων έχει πια εξασθενήσει.

Τέταρτον, οι μετανάστες δημιουργούν στρεβλώσεις στις δυτικές οικονομίες, λόγω των εκτός ανταγωνισμού φτηνών, συνήθως παρανόμων, υπηρεσιών που προσφέρουν και πέμπτον, οι πολίτες των δυτικών χωρών δεν επιθυμούν το ρόλο του οικοδεσπότη διότι οι μετανάστες έχουν συχνότερες τάσεις εγκληματικότητας, απειλώντας τη δημόσια ασφάλεια.

Στην αντίδραση αυτή των κοινωνιών έρχεται να προστεθεί και η αντίδραση πολλών κεντροδεξιών πολιτικών για το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της πολιτικής στο μεταναστευτικό ασκείται από παράλληλες δομές ανεξάρτητες από τις πολιτικές ηγεσίες. Η δράση των διαφόρων – αριστερής προέλευσης – ΜΚΟ, που φύονται σαν μύκητες, βρίσκεται σε αντιδιαστολή με την πολιτική βούληση των ηγεσιών για έλεγχο και περιορισμό των μεταναστευτικών ροών. Εξαίρεση, βέβαια, είναι η Ελλάδα, όπου κυβέρνηση και ΜΚΟ ταυτίζονται ως μέρη του ίδιου συστήματος επιβολής αριστερής πολιτικής ατζέντας, το οποίο διατρέχει τη χώρα από το Μαξίμου μέχρι και το τελευταίο χωριό.

Η τωρινή επιστροφή του μεταναστευτικού στη διεθνή επικαιρότητα, όμως, έχει μία σημαντική διαφορά από τις προηγούμενες. Δεν υπαγορεύθηκε από μία έκτακτη έκρυθμη κατάσταση, όπως το 2015, αλλά από την στροφή που συντελείται στις τάξεις της δεξιάς και κεντροδεξιάς σε μία σειρά θεμάτων. Στην Ευρώπη ιδιαίτερα η στροφή αυτή έχει ένα επιπλέον γνώρισμα: την επάνοδο της σημασίας της Ευρωπαϊκής και Εθνικής ταυτότητας και της υπεράσπισής της. Οι μετανάστες είναι εθνικά, θρησκευτικά και πολιτιστικά ανομοιογενείς με τους Ευρωπαίους και αυτό προστίθεται στους λόγους για τους οποίους δεν είναι επιθυμητό να κατοικήσουν την Ευρωπαϊκή ήπειρο.

Η στροφή αυτή συνολικά μπορεί να συνοψιστεί ως μία μετάβαση από εξωστρεφείς πολιτικές, όπου οι υποχρεώσεις μίας χώρας απέναντι στις υπόλοιπες είχαν ιδιαίτερο βάρος, σε εσωστρεφείς πολιτικές, όπου την απόλυτη προτεραιότητα για την κάθε χώρα έχουν τα στενά συμφέροντά της. Στη διαδικασία αυτή το μεταναστευτικό έπαιξε καταλυτικό ρόλο, ίσως όν το ζήτημα το οποίο άνοιξε αυτή την ατζέντα. Εν ολίγοις, το μεταναστευτικό μοιάζει να μην άγεται πια από τις πολιτικές συγκυρίες αλλά οι πολιτικές συγκυρίες να άγονται από το μεταναστευτικό.
Εκτός από την Αμερικανική κυβέρνηση, σειρά Ευρωπαϊκών ηγεσιών έχουν υιοθετήσει αυτή τη στροφή, με προεξάρχοντα βέβαια τον Πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Βίκτωρ Όρμπαν, ο οποίος μάλιστα σε δήλωση του την προηγούμενη εβδομάδα μίλησε ξεκάθαρα για αυτή τη νέα τάση και υποστήριξε ότι πρέπει να αναπτυχθεί εντός του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και όχι εκτός αυτού.

Δύο τελικές παρατηρήσεις με λίγη απογοήτευση: Η πρώτη για τους Συντηρητικούς και την ολέθρια πολιτική που έχουν ακολουθήσει την τελευταία δεκαετία στα Ευρωπαϊκά ζητήματα. Αντί να εκφράζουν τις θέσεις τους εντός ΕΛΚ και τώρα να ηγούνται αυτής της νέας τάσης, κερδίζοντας συμμάχους σε όλη την Ευρώπη απέναντι στο πιο μετριοπαθές CDU, αποχώρησαν, φούντωσαν τον Ευρωσκεπτικισμό κι εν τέλει οδήγησαν τη χώρα τους εκτός Ε.Ε.. Πλέον αντί για ηγέτες είναι οι παρίες της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς. Η δεύτερη, φυσικά, αφορά την Ελλάδα, που σε τέτοιες ιστορικές στιγμές, σε Συνόδους όπου συζητούνται τόσο σημαντικά ζητήματα, δεν εκπροσωπείται από τη στιβαρή ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά, αλλά από τον πολιτικό τουρίστα Αλέξη Τσίπρα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.