Διπλωματικές “αλχημείες”!
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Συνήθως στην Ελλάδα όταν αναφερόμσστε στα ελληνοτουρκικά, υπηρετούμε με πάθος μια από τις δύο σχολές σκέψεις.
Είτε θεωρούμε την Τουρκία ως την υπερδύναμη που διαθέτει τόσο ισχυρά γεωπολιτικά χαρακτηριστικά που κάνεις δεν μπορεί να αμφισβητήσει το ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή, οπότε τόσο η Δύση όσο και η Ανατολή την χρειάζονται, οπότε κι εμείς οφείλουμε με κάποιο τρόπο να συμβιβαστούμε με αυτό το ακλόνητο δεδομένο και να υποταχθούμε σε κάποιου είδους άμεσο συμβιβασμό που θα μας γλιτώσει από απροσδόκητες αρνητικές εξελίξεις.
Είτε θεωρούμε την Τουρκία μια απολύτως ασταθή κι αδύναμη χώρα που δεν μπορεί να οικοδομήσει σταθερές και διαρκείς συμμαχίες, οπότε οφείλουμε να είμαστε πιο διεκδικητικοί και να απαιτούμε οι θέσεις μας να γίνονται αποδεκτές από όλους ως οι θεσμικά και ουσιαστικά σωστές.
Συχνά η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση και κάτι τέτοιο ισχύει και σε αυτή την περίπτωση. Η Τουρκία είχε, έχει και θα έχει σημαντικό ρόλο στην περιοχή γι’ αυτό και παρόλες τις παλινωδίες, τις αντιφάσεις και τις εμμονές της παραμένει σημαντικό στοιχείο στη γεωστρατηγική εξίσωση της περιοχής. Από την άλλη, αυτές ακριβώς οι αντιθέσεις αφήνουν μεγάλο περιθώριο στην Ελλάδα, που έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί τόσο την Ευρωπαϊκή και νατοϊκή επιρροή της όσο και επιμέρους συνεργασίες με χώρες οι οποίες είναι δύσκολο τα συμφέροντα τους να συμβαδίσουν μόνιμα με αυτά της Τουρκίας.
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός μπορεί για κάποιους να μη φαντάζει ως κάτι το εξαιρετικά σπουδαίο, αλλά η για πρώτη φορά επίσημη καταγραφή των ελληνικών δικαιωμάτων μέσα στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, που η Τουρκία παριστάνει ότι αγνοεί ή δεν λαμβάνει υπόψη της, αποτελεί μία πρώτη, μικρή αλλά ουσιαστική, διπλωματική νίκη.
Αυτό το πρώτο βήμα, εκπληρώνοντας μια ευρωπαϊκή υποχρέωση, δημιουργεί τη βάση για χτιστεί ένα διεθνές πολιτικό πλέγμα ικανό να φέρει τις ελληνικές θέσεις στο προσκήνιο με τη σοβαρότητα και τη στιβαρότητα που τους αξίζουν. Δεν αποτελεί το τέλος, αλλά την αρχή μιας διαδρομής που αν συνεχίσει να θέτει τα ζητήματα με τη θεσμική πληρότητα που τους αρμόζει είναι σε θέση να φέρει στη χώρα το επιθυμητό εθνικό αποτέλεσμα.