Το ψευδεπίγραφο μνημείο των «Τσάμηδων» στην Αλβανία!

Γράφει ο Αντώνης Μπέζας *

Από το 1994 η αλβανική Βουλή, επιχειρώντας να παραλληλίσει το ζήτημα των «Τσάμηδων» με το ολοκαύτωμα των Εβραίων, καθιέρωσε την 27η Ιουνίου (1944), ως ημέρα «γενοκτονίας των Τσάμηδων», ενώ το αλβανικό Υπουργείο Πολιτισμού χρηματοδότησε το 2012 την κατασκευή του γνωστού «μνημείου των θυμάτων της θηριωδίας των Ελλήνων», στην περιοχή Κλόγερη της Τζάρας κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα όπου γίνονται κάθε χρόνο οι εκδηλώσεις από την

τσάμικη κοινότητα. Είναι προφανές ότι η Αλβανία για να στηρίξει διεκδικήσεις έναντι της Ελλάδας, ως αντίβαρο στο «Βορειοηπειρωτικό ζήτημα», ξαναγράφει συστηματικά και μεθοδικά την ιστορία της και χρησιμοποιεί, μεταξύ άλλων, και την προπαγάνδα των «Τσάμηδων» ως εργαλείο. Ας δούμε λοιπόν αν έχει λόγο ύπαρξης αυτό το μνημείο.

Οι «Τσάμηδες» στην Αλβανία

Ο Ναπολέων Ζέρβας, ηγέτης της αντιστασιακής οργάνωσης του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο, είναι πράγματι ο άνθρωπος που διέλυσε την αλβανική διοίκηση στη Θεσπρωτία σε πολιτικό, αστυνομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Ο Ζέρβας, όμως, προχώρησε στην εκκαθάριση της Θεσπρωτίας από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς της αλβανικής διοίκησης (επίστρατους, Τζανταρμερία και ομάδες κρούσης), όχι με ατομική του πρωτοβουλία, αλλά σε συναντίληψη με το συμμαχικό παράγοντα. Το καλοκαίρι του 1944 ο ΕΔΕΣ δεν εκπροσωπούσε το ελληνικό κράτος και δεν έπαιρνε εντολές από τον κατοχικό Έλληνα πρωθυπουργό. Εκπροσωπούσε τις συμμαχικές δυνάμεις και αποτελούσε παράγοντα της ελληνικής αντιφασιστικής αντίστασης.

Είναι γεγονός ότι η εκκαθάριση της Θεσπρωτίας από τους ένοπλους θυλάκους της αλβανικής διοίκησης δεν υπήρξε παντού αναίμακτη. Εκτός από τους «Τσάμηδες» που έχασαν τη ζωή τους συμμετέχοντες σε ένοπλες συγκρούσεις με τα ελληνικά αντιστασιακά τμήματα, έχασαν επίσης τη ζωή τους και απλοί Μουσουλμάνοι πολίτες. Στις περιπτώσεις όμως αυτές, μιλούμε κατά κύριο λόγο για μεμονωμένες αντεκδικήσεις εκ μέρους συγγενών των θυμάτων, από το χριστιανικό πληθυσμό.

Αυτές οι μορφές «δικαιοσύνης», δεν παρατηρήθηκαν μόνο στη Θεσπρωτία όταν έφυγαν φιλικές στον εθνικοσοσιαλισμό μειονότητες κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρατηρήθηκαν και αλλού. Συγκριτικά με τα θύματα παρόμοιων αντεκδικήσεων, όπως στην περίπτωση των Σουδητών της Τσεχίας, η εκκαθάριση της Θεσπρωτίας από τα ένοπλα τμήματα των Μουσουλμάνων «Τσάμηδων» δεν υπήρξε ιδιαίτερα αιματηρή.

Όσον αφορά στους αμάχους (15.000 με 17.000 άτομα σύμφωνα με την επίσημη καταγραφή της UNRA), που οικειοθελώς αποχώρησαν μαζί με τους Γερμανούς στην Αλβανία με το στίγμα του δωσίλογου και του συνεργάτη του φασισμού, προκύπτει, από την αλληλογραφία που έχει διασωθεί, ότι ο Ζέρβας είχε δώσει σαφείς εντολές στις δυνάμεις του ΕΔΕΣ να μεριμνήσουν και να προστατεύσουν τα γυναικόπαιδα στην ασφαλή έξοδό τους από τη Θεσπρωτία.

Οι «Τσάμηδες» αρχικά εγκαταστάθηκαν στη νότια Αλβανία και στη συνέχεια σε ολόκληρη την ενδοχώρα, σε πρόχειρα παραπήγματα, σκηνές, εγκαταλελειμμένες οικοδομές, εκκλησίες και αποθήκες του ιταλικού στρατού και δυστυχώς, επειδή δεν ήταν καθόλου αρεστοί στην Αλβανία, πολλοί από αυτούς πέθαναν από κρυοπαγήματα, κακουχίες και ασιτία. Μάλιστα, άρχισαν να αποτελούν μια νέα, περιφρονημένη και εξαρτημένη κοινωνική τάξη.

Τον Μάρτιο του 1945, επιχειρήθηκε η επιστροφή των Τσάμηδων στη Θεσπρωτία, με την αδράνεια, αν όχι ενθάρρυνση («συγκαταβατική απάθεια» γράφει εύστοχα ο μελετητής Σταύρος Ντάγιος), του ΕΑΜ της περιοχής. Το αποτέλεσμα ήταν να σημειωθούν αιματηρές συμπλοκές με τους ντόπιους κατοίκους και να υπάρξουν δεκάδες θύματα στους Φιλιάτες.

Μετά τα δραματικά γεγονότα των Φιλιατών, αν και γνώριζαν ότι οι προσπάθειές τους δεν θα τελεσφορούσαν, οι Αλβανοί άρχισαν να κατηγορούν την Ελλάδα για εθνοκάθαρση των «Τσάμηδων», σε αντιπερισπασμό των διεκδικήσεων της Ελλάδας για τη Βόρειο Ήπειρο. Έτσι, στις 19 Μαρτίου 1945, η αλβανική κυβέρνηση κάλεσε τους εκπροσώπους των Συμμάχων στα Τίρανα και εξέφρασε την έντονη διαμαρτυρία της για τα «ειδεχθή εγκλήματα των ελληνικών αρχών εις βάρος των Τσάμηδων, ζητώντας την παρέμβασή τους για τη συνολική διευθέτηση του ζητήματος». Ενθαρρυμένοι οι «Τσάμηδες», πραγματοποίησαν μεγάλη πορεία διαμαρτυρίας κατά των «ειδεχθών εγκλημάτων του Στρατηγού Ζέρβα» στην Κονίσπολη, κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα (εφ. «Bashkimi», 30/3/1945). Ωστόσο, η αλβανική κυβέρνηση βλέποντας ότι δεν πρόκειται οι «Τσάμηδες» να επιστρέψουν άμεσα στην Ελλάδα, αποφάσισε τη διασπορά και την εγκατάστασή τους κυρίως στον αλβανικό Νότο.

Οι «Τσάμηδες» στο  Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας

Το Σεπτέμβριο του 1947, ο ΔΣΕ αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα εφεδρειών. Ο Μάρκος Βαφειάδης ζήτησε από τους Αλβανούς τη στρατολόγηση 3.000 – 4.000 «Τσάμηδων». Όμως ο Χότζα απέρριψε το αίτημα ως επικίνδυνο.
Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του ΚΚΕ/ΔΣΕ, έδειχνε διχασμένη για το αν έπρεπε να υπάρχει εθελούσια κατάταξη των «Τσάμηδων» ή επιβολή καταναγκαστικών μέτρων. Στις 19 Μαρτίου 1949, η εφημερίδα Zeri I Popullit έκανε έκκληση στους «Τσάμηδες» να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να ενταχθούν στον ΔΣΕ.

Στις 25 Μαρτίου 1949, το Κ.Κ. Αλβανίας εξέτασε αποκλειστικά την υπόθεση στρατολόγησης των «Τσάμηδων». Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σέχου συνιστούσε σε όλους τους «Τσάμηδες» ηλικίας από 20 έως 45 ετών να στρατευθούν για την «απελευθέρωση της πατρίδας τους», ενώ παράλληλα ξεκίνησε ανηλεής αγώνας κατά των ανυπότακτων «Τσάμηδων». Τα αποτελέσματα της στρατολόγησης ήταν πενιχρά. Μερικές εκατοντάδες μόνο «Τσάμηδων» στρατολογήθηκαν. Παράλληλα, οι «Τσάμηδες» στην Αλβανία οργάνωσαν εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για τη βίαιη στρατολόγησή τους. Πολλοί συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν ή περιορίστηκαν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Άλλοι, υπέβαλλαν αίτηση για την απόκτηση της αλβανικής ιθαγένειας παρότι είχαν αμυδρές ελπίδες για επαναπατρισμό. Οι άστοχοι χειρισμοί της αλβανικής κυβέρνησης είχαν ως αποτέλεσμα αρκετοί «Τσάμηδες» να προσπαθήσουν να δραπετεύσουν στην Ελλάδα. Ελάχιστοι όμως έφτασαν στην Κέρκυρα. Οι υπόλοιποι συνελήφθησαν και εξοντώθηκαν ή έμειναν για δεκαετίες στις αλβανικές φυλακές. Αλλά και όσοι «Τσάμηδες» εντάχθηκαν στον ΔΣΕ, δεν έδειξαν ιδιαίτερο ζήλο στις μάχες.

Ο επίλογος του τσάμικου γράφτηκε στις 19 Απριλίου 1953, με το διάταγμα 1654/1953 με το οποίο το αλβανικό κράτος και επίσημα απέδωσε την αλβανική ιθαγένεια σε όλους τους «Τσάμηδες» που κατοικούσαν στη Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας. Παρά τις αντιρρήσεις και τις αντιδράσεις, όσοι «Τσάμηδες» αντιτάχθηκαν, φυλακίστηκαν ή εκδιώχθηκαν.

Ποια είναι η πραγματικότητα

Σέβομαι τους νεκρούς της άλλης πλευράς. Εξάλλου ο σεβασμός προς τους νεκρούς θεωρείτο από την αρχαία Ελλάδα ως επιταγή των Θεών. Η αλήθεια όμως είναι επίσης υπέρτατο αγαθό. Το μνημείο της Τζάρας είναι ψευδεπίγραφο! Τα χιλιάδες (;) ονόματα που αναγράφονται σ’ αυτό, δεν έχουν καμιά σχέση με υποτιθέμενες θηριωδίες των Ελλήνων. Είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα θύματα ενός ιδιότυπου αλβανικού εμφύλιου, της αδιαφορίας δηλαδή αρχικά και στη συνέχεια των σφοδρών διώξεων του καθεστώτος Χότζα εναντίον του τσάμικου πληθυσμού. Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Όσο η πραγματικότητα παραποιείται ή αποκρύπτεται από αλβανικούς εθνικιστικούς κύκλους, με την ανοχή και τη στήριξη της κυβέρνησης Ράμα, οποιαδήποτε συμμετοχή της Αλβανίας σε ευρωπαϊκά όργανα και δομές αλλά και σε διεθνείς οργανισμούς θα πρέπει να τίθεται υπό προϋποθέσεις. Και η βασική προϋπόθεση θα πρέπει να είναι η αποτίναξη της κληρονομιάς του Χότζα.

* Ο Αντώνης Μπέζας, είναι πρόεδρος της ΕΤΑΔ ΑΕ και πρ. υπουργός και βουλευτής Θεσπρωτίας

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.