Η κρίση στην Αμερική

Γράφει ο Απόστολος Πιστόλας

Μία κρίση αλλάζει τα δεδομένα όπως τα γνώριζαν μέχρι εκείνη τη στιγμή όσοι τη ζούνε. Δημιουργεί αβεβαιότητα και εάν δε βρεθεί γρήγορα αποτελεσματική λύση, που συνήθως δε βρίσκεται, οδηγεί πολλούς από όσους τη ζούνε στο φόβο. Εάν σε μία κρίση υπάρχει κάποιος που μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος (πχ. η κυβέρνηση σε μια οικονομική κρίση) τότε οι πολίτες προσπαθούν να αποβάλλουν την αιτία (στα μάτια τους) αυτής της κρίσης. Όσο πιο βαθιά η κρίση, τόσο μεγαλύτερη η αβεβαιότητα, τόσο μεγαλύτερος ο φόβος, τόσο θεριεύει η οργή. Εάν στην περίπτωση μιας οικονομικής κρίσης η οργή είναι προς ένα μόνο κόμμα, τότε οι ψηφοφόροι που επιθυμούν να τιμωρήσουν τον φταίχτη, στο μεγαλύτερο ποσοστό, θα ψηφίσουν την κυβερνητική εναλλακτική του. Εάν όμως η οργή πέσει πάνω σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, τότε θα ψάξει κάποιον εκτός αυτού για να κρατηθούν.

Εδώ είναι που έρχονται οι λαϊκιστές. Αγκαλιάζουν ένα κοινό που θεωρεί τον εαυτό του παραμελημένο, του υπόσχονται πως όλα θα πάνε καλά, πως μόνο εκείνοι νοιάζονται για αυτό. Είναι εξαιρετικοί δημαγωγοί και απευθύνονται συνεχώς στο συναίσθημα του κοινού στόχου. Κατευθύνουν με μαεστρία την οργή των ψηφοφόρων σε αυτούς που θεωρούνται υπαίτιοι. Τους αντιπάλους τους. Τις «κακές ελίτ» των πολιτικών (και μη) που νοιάζονται μόνο για τον εαυτό τους. Επίσης, έχουν και άλλα χαρακτηριστικά που μέσα στο πλαίσιο μιας κρίσης τους κάνει να φαίνονται ως σωτήρες στα μάτια του κοινού. Έτσι ο φόβος πλέον γίνεται ελπίδα. Οι λαϊκιστές είναι η «ενσάρκωση των επιθυμιών του λαού». Οφείλουν να παραμερίσουν όλα τα εμπόδια και να εκτελέσουν τις διαταγές του. Κι εδώ ξεκινάει ένα από τα σοβαρά προβλήματα με αυτού του είδους τους πολιτικούς.

Εφόσον είναι η «ενσάρκωση των επιθυμιών του λαού» επιζητούν άμεση επιβολή της θέλησής του. Το πλαίσιο των φιλελεύθερων δημοκρατιών του δυτικού κόσμος τους περιορίζει. Δε δέχονται πως αυτό που θέλουν να κάνουν θα πρέπει να περάσει μέσα από το Καπιτώλιο ή τη Βουλή πχ για έγκριση. Δεν κατανοούν τη διάκριση των εξουσιών. Για αυτούς είναι ένα εμπόδιο στα σχέδιά τους. Δε θέλουν να δίνουν λόγο σε κανέναν παρά στο λαό. Ένα άλλο χαρακτηριστικό που έχουν είναι πως εφόσον θεωρούνται σωτήρες στα μάτια του κοινού τους, δεν είναι δυνατόν να παραδεχθούν ήττα. Πάντα κάποιος άλλος φταίει, κάτι γίνεται, τους κλέβουν. Θα σκαρφιστούν το οτιδήποτε αρκεί να μην παραδεχθούν την ήττα. Διότι εάν το κάνουν θα πέσουν στα μάτια του κοινού τους σε ανθρώπινο επίπεδο. Και τότε όλα θα έχουν χαθεί.

Με βάση όλα αυτά, θεωρώ σχεδόν απίθανο ο Τραμπ να παραδεχθεί πως έχασε. Θα προχωρήσει με το «μας/σας κλέψανε» στα επόμενα σχέδιά του. Και είναι αρκετά πιθανό να το χρησιμοποιήσει το 2024. Όσον αφορά την εισβολή στο Καπιτώλιο, όπως ανέφερα το Καπιτώλιο συμβολίζει το μέρος όπου η «κακή ελίτ» σταματά τα σχέδια του «καλού» Προέδρου. Εκείνη την ημέρα μάλιστα, τους έκλεβαν τη νίκη. Είναι το εμπόδιο που δεν πρέπει να υπάρχει. Είναι αυτό που δεν αφήνει τον ηγέτη να προωθήσει τα συμφέροντα του λαού. Εάν το κοιτάξεις μέσα από το πρίσμα των λαϊκιστών, τα όσα έγιναν στο Καπιτώλιο δεν θα έπρεπε να εκπλήξουν (η κίνηση, όχι η δύναμη αυτής που μπορεί να ξεφύγει). Οι περισσότεροι όμως, αν και πέρασε σχεδόν μια δεκαετία από την άνοδο των λαϊκιστών σε ποσοστά ακόμα προσπαθούν να αναγνώσουν τις κινήσεις τους μέσα από το πρίσμα της αστικής δημοκρατίας.

Τέλος, αναφέρω πως μια έρευνα της YouGov αποκαλύπτει πως το 45% των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων επικροτεί ανοιχτά την εισβολή στο Καπιτώλιο. Κοινό δηλαδή υπάρχει για τον Τραμπ. Και μάλιστα ικανοποιητικό σε μέγεθος. Μπαίνουμε σε μία ιδιαίτερη τετραετία.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.