Εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία: Η χρυσή ευκαιρία για την αναγέννηση της Δύσης
Γράφει ο Ευθύμιος Στάικος, Προπτυχιακός Φοιτητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ
Η συζήτηση περί της επεκτάσεως του ΝΑΤΟ εις τας ανατολάς, δεν είναι καινούργια. Με την πτώση του σοβιετικού μπλοκ αμέσως άνοιξε η θεωρητική συζήτηση στην γεωγραφική περιοχή που ονομάζουμε Δύση για το κατά πόσον είναι απαραίτητο οι χώρες του πάλαι ποτέ σοβιετικού μπλοκ να ενταχθούν σε διεθνείς οργανισμούς της Δύσης. Από τη μία υπήρχαν οι υπέρμαχοι της διεύρυνσης οι οποίοι έλεγαν ότι αυτή η διεύρυνση θα απέτρεπε την Ρωσία από το εφαρμόσει μία αναθεωρητική πολιτική καθώς θα την υποχρέωνε να λάβει υπόψιν της την νέα στρατηγική πραγματικότητα. Από την άλλη, υπήρχαν και οι πόλεμοι αυτής απόφασης οι οποίοι δήλωναν ότι μία τέτοια κίνηση θα έθετε εν αμφιβόλω ολόκληρη την μεταψυχροπολεμική διευθέτηση αφού θα δημιουργούσε μία νέα εστία απειλής για την Ρωσία.
Πράγματι, η Ρωσία ακολουθώντας συστηματικά εδώ και αρκετά χρόνια μία συγκεκριμένη ατζέντα, που τις τελευταίες μέρες έχει κορυφωθεί με την εισβολή της στην Ουκρανία, προσπαθεί να αποκαταστήσει τον ρόλο και την θέση της Ρωσίας όχι μόνο στον μετασοβιετικό χώρο αλλά και στην ευρύτερη περιοχή θέτοντας εν αμφίβολω την ευρύτερη αρχιτεκτονική ασφάλειας, με πρωτεργάτη φυσικά τον πρόεδρο Πούτιν. Σαν να θέλει ο Πούτιν να πάρει τη ρεβάνς για ό,τι έκαναν οι δυτικοί μεταψυχροπολεμικά : για το γεγονός ότι ταπείνωσαν τη Ρωσία τη δεκαετία του 1990, για το γεγονός ότι στη συνέχεια αποφάσισαν να διευρύνουν το ΝΑΤΟ και να φτάσουν τα όρια του στα 148 χλμ. από την Αγία Πετρούπολη, για το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, παρά το γεγονός ότι ο Πούτιν τους είχε προσφέρει την υποστήριξη της Ρωσίας στον πόλεμο στο Αφγανιστάν, κινήθηκαν μονομερώς στο Ιράκ αλλά και ενορχήστρωσαν τις λεγόμενες έγχρωμες επανάστασης στην Ουκρανία και τη Γεωργία την περίοδο 2003-04. Εν γένει, η Ρωσία έχει ιστορικά πάντα την ανησυχία της περικύκλωσης και της εισβολής. Ως εκ τούτου, έχει αναπτύξει ένα αίσθημα ανασφάλειας, το οποίο ανάγεται σε κομμάτι της στρατηγικής της κουλτούρας, όταν βλέπει ξένες δυνάμεις να κινούνται με έναν τρόπο που εκείνη θεωρεί ότι είναι επιθετικός για εκείνη.
Όπως αναφέραμε και προηγουμένως όμως, αυτή η στρατηγική ακολουθείται από τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν συστηματικά. Ξεκίνησε, με αποτυχία, από την Γεωργία το 2008, συνεχίστηκε το 2014 με την επιτυχημένη υβριδική επίθεση στην Κριμαία και την αποτυχημένη επίθεση στην ανατολική Ουκρανία και φυσικά συνεχίζεται αυτή τη στιγμή, έχοντας λάβει όμως αυτή τη φορά μία ευρύτερη διάσταση. Ειδικότερα, η Ρωσία έχει αναπτύξει την στρατιωτική της δύναμη σε πολλά πεδία αφού εισβολή δεν έγινε μόνο από τις πλέον αναγνωρισμένες από τη Ρωσία ΛΔ του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ αλλά και από την Κριμαία και από τα σύνορα της Λευκορωσίας με στόχο την πρωτεύουσα της χώρας, το Κιέβο.
Γιατί όμως επέλεξε αυτή τη στιγμή ο πρόεδρος Πούτιν για να αναπτύξει αυτή την γενικευμένη επίθεση; Η απάντηση έγκειται στο γεγονός ότι η Ρωσία αυτή τη στιγμή θεωρεί ότι υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας για να ανοίξει μία συνολική συζήτηση για μία σειρά από λόγους. Πρώτον, διότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σε εμφανή κάμψη έχοντας έναν πρόεδρο ο οποίος, ειδικά μετά την αποτυχία στο Αφγανιστάν, είναι αρκετά αδύναμος, ενώ επίκεινται και οι ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, όπου κινδυνεύει να χάσει και τα δύο σώματα του Κογκρέσου πράγμα που σημαίνει ότι θα δυσκολέψει πάρα πολύ η διακυβέρνηση του για τα επόμενα δύο χρόνια της θητείας του. Δεύτερον, γιατί η Ευρωπαΐκή Ένωση βρίσκεται σε μία αφασία θα λέγαμε και δεν έχει λόγο και ρόλο στις εξελίξεις, παρά τις μεγάλες προσπάθειες του προέδρου της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν. Τρίτον, γιατί η εικόνα της ουκρανικής κυβέρνησης του Ζελένσκι έδειχνε ένα γενικευμένο χάος.
Για όλους αυτούς τους λόγους, Ο πρόεδρος της Ρωσίας θεωρεί ότι αυτή η στιγμή είναι η κατάλληλη ώστε να δώσει το τελειωτικό χτύπημα στην πληγωμένη Δύση και να την σύρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θέτοντας νέους όρους για την παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή.
Αν εξετάσουμε συγκεκριμένα την περίπτωση της Ουκρανίας θα δούμε ότι προφανώς και η απάντηση της Δύσης είναι ανεπαρκής. Τα μέσα που δύναται να χρησιμοποιήσει η Ρωσία κατά της Ουκρανίας ούτως ώστε να επιβάλει τα θέλω της είναι πολύ μεγαλύτερα ακριβώς γιατί η διάθεση της Ρωσίας είναι πολύ μεγαλύτερη. Η Ρωσία είναι αποφασισμένη για χάρη της Ουκρανίας να πάει σε όσες πολεμικές συρράξεις χρειαστούν. Αντίθετα, η Δύση έχει ξεκαθαρίσει εξαρχής διά του στόματος του Άμερικανού προέδρου ότι δεν επρόκειτο να πάει σε πολεμική αντιπαράθεση για χάρη μιας χώρας που δεν είναι ακόμη, αν θα γίνει κάποτε, μέλος του ΝΑΤΟ. Άρα λοιπόν τη διαφορά την κάνουν τα μέσα, η επιθυμία και το μέχρι που είναι διατεθειμένος κανείς να φτάσει. Απ’ ότι φαίνεται, για τη Δύση η Ουκρανία είναι μία σημαντική χώρα αλλά για τη Ρωσία η Ουκρανία είναι ζωτικής σημασίας χώρα.
Διευρύνοντας όμως λίγο την οπτική μας, τολμώ να πω ότι η κίνηση αυτή του προέδρου της Ρωσίας ξύπνησε μετά από πάρα πολλά χρόνια και πάρα πολλές αστοχίες το δυτικό μπλοκ το οποίο βλέπουμε μέρα με τη μέρα να συσπειρώνεται όλο και περισσότερο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Για πρώτη φορά βλέπουμε την Δύση να είναι διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει στο έπακρον τα όπλα των κυρώσεων που έχει στην φαρέτρα της. Η ΕΕ για πρώτη φορά στα χρονικά θα εξοπλίσει με όπλα χώρα που βρίσκεται σε πολεμική σύρραξη, ενώ επιπλέον, ο εναέριος χώρος της Ένωσης θα είναι κλειστός πλέον για τη Ρωσία και τα μεγαλύτερα ΜΜΕ της Ρωσίας, το Russia Today και το Sputnik, δεν θα εκπέμπουν στην Ευρώπη μπολκαρόντας στο μέτρο του δύνατου το υβριδικό εργαλείο της προπαγάνδας. Όμως το κομμάτι στο οποίο θα πρέπει να γίνει η μεγαλύτερη μνεία είναι η οικονομία. Πιο συγκεκριμένα, για πρώτη φορά η Δύση τολμά να ανοίξει ένα σκληρό οικονομικό πόλεμο με τη Ρωσία με τον αποκλεισμό της από το διατραπεζικό σύστημα SWIFT, κίνηση που δυσχεραίνει σε τεράστιο βαθμό τις ρωσικές συναλλαγές και είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει τεράστια πλήγματα στην εξαιρετικά μονοδιάστατη και εξαρτημένη από τις εξαγωγές υδρογονάνθρακα οικονομία της Ρωσίας, αφού θα απομονωθεί από την παγκόσμια οικονομία. Μια τέτοια κίνηση φυσικά θα προξενήσει τεράστια προβλήματα και στην ευρωπαΐκή ήπειρο, η οποία δεν έχει καταφέρει να απεγκλωβιστεί από το ρωσικό φυσικό αέριο και σίγουρα θα προσθέσει ακόμη μεγαλύτερη πίεση στην ήδη εξαιρετικά επισφαλή ενεργειακή αγορά. Ωστόσο, μία τέτοια ακύρωση είναι απολύτως απαραίτητη. Οι κυρώσεις έχουν νόημα μόνο όταν υπάρχουν πλήγματα και για τις δύο πλευρές και το δυτικό μπλοκ για πρώτη φορά φαίνεται να είναι διατεθειμένο να πληρώσει σκληρό τίμημα. Το διακύβευμα της παγκόσμιας ειρήνης και ασφάλειας απαιτεί τολμηρές πολιτικές και η Δύση φαίνεται να το έχει καταλάβει.
Επομένως, η Ρωσία στο πεδίο της μάχης θα κερδίσει την Ουκρανία, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία περί αυτού, αφού η στρατιωτική υπέροχη της είναι αδιαμφισβήτητη. Ωστόσο, θα έρθει αντιμέτωπη με μία πολύ σκληρή πραγματικότητα, θα πληγεί ανεπανόρθωτα και μέσα σε όλα αυτά θα έχει καταφέρει η ίδια να συσπειρώσει τον αντίπαλο σε τέτοιο επίπεδο που σε καμία περίπτωση δεν θα της επιτρέψει να επιβάλει τα θέλω της. Και φαίνεται η Ρωσία να έχει ήδη καταλάβει την δύσκολη θέση στην οποία έχει έρθει και λειτορυγεί σπασμωδικά κάνοντας έμμεσες δηλώσεις για χρήση πυρηνικών όπλων και συνέπειες που δεν θα έχουμε δει ποτέ.