Αμερικανο-Σινικός ανταγωνισμός στον κυβερνοχώρο

Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης

Σε πλήρη αντιδιαστολή με τον προκάτοχο του Ντόναλντ Τραμπ που ακολούθησε μία τελείως αποτυχημένη και συνάμα απομονωτιστική στρατηγική κυρώσεων και μέτρων εναντίον της Κίνας. Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιδιώκει την ολική επαναφορά των ΗΠΑ στις διεθνείς εξελίξεις, η σύναψη σταθερών συμμαχιών και η συγκρότηση ενιαίου μετώπου απέναντι στην επεκτατική πολιτική του γίγαντα της ανατολής με τους μηχανισμούς αντίδρασης να αναπτύσσονται στους νευραλγικούς τομείς της οικονομίας και των νέων τεχνολογιών και τις πλήρως ενοποιημένους πλέον έννοιες της άμυνας και της ασφάλειας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, το Βιετνάμ, η Ινδία, τα αγγλοσαξονικά κράτη της Ωκεανίας, το Ισραήλ και τα κράτη του αραβικού κόσμου, αποτελούν τους δυνητικούς εταίρους ενός ευρύτερου γεωπολιτικού μπλόκ αλλά και ενός νέου συστήματος ασφάλειας με σχεδόν πλανητικό χαρακτήρα.

Όμως η συγκρότηση αυτής της συμμαχίας δεν θα αποτελέσει μια εύκολη και ανέφελη διαδικασία όπως αποδείχτηκε με την σχετικά πρόσφατη οικονομική συμφωνία Ευρωπαϊκής Ενωσης-Κίνας παρότι ήδη υπάρχουν δεύτερες φωνές στην Ευρώπη που διευρύνουν την καχυποψία για τον γίγαντα της ανατολής.

Το Πεκίνο νομοτελειακά θα αναπτύξει αντανακλαστικά και μηχανισμούς αντίδρασης προσφέροντας οικονομικά κίνητρα σε συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών σε μία προσπάθεια αποτροπής της στρατηγικής του περικύκλωσης.

Ταυτόχρονα Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα επιδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου για την διεύρυνση της επιρροής τους στην διάρκεια της πανδημίας παρέχοντας μέσα για την αντιμετώπιση.

Σ αυτό το νευραλγικό προς το παρόν αλλά και για τα επόμενα χρόνια η Κίνα έχει τις προϋποθέσεις να εξάγει εμβόλια σε τρίτες χώρες και ειδικά στα αναπτυσσόμενα κράτη του τρίτου κόσμου.

Η Κίνα καθώς έχει αντιμετωπίσει με τρόπο αποφασιστικό αλλά και αποτελεσματικά την πανδημία του Covid-19 διαθέτει εμβόλια χαμηλότερου κόστους που μεταφέρονται ευκολότερα αφού διατηρούνται σε πολύ υψηλότερες θερμοκρασίες από τα αμερικανικά.

Παράλληλος τομέας ανταγωνισμού ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, είναι οι πράσινες ενέργειες και ευρύτερα οι πράσινες τεχνολογίες. Όπου η Κίνα είναι κυρίαρχη σε βασικές παραγωγικές διαδικασίες και πιο συγκεκριμένα στις μπαταρίες τα ηλεκτρονικά αυτοκίνητα και την ηλικιακή και αιολική ενέργεια.

Όμως το πιο κρίσιμο πεδίο ανταγωνισμού Ηνωμένων Πολιτειών-Κίνας είναι ο κυβερνοχώρος. Ήδη ο έλεγχος των δεδομένων αποτελεί το κυριότερο πεδίο μάχης στον τεχνολογικό ανταγωνισμό ανάμεσα στις ΗΠΑ και τον γίγαντα της ανατολής.

Αναμφίβολα το τεχνολογικό περιβάλλον έχει διαφοροποιηθεί καθώς οι παράλληλες τεχνολογικές επαναστάσεις της τεχνητής νοημοσύνης και των δικτύων κινητής τηλεφωνίας πέμπτης γενιάς κερδίζουν ολοένα έδαφος.

Αυτονόητα το Πεκίνο θα συνεχίσει την προσπάθεια να καταστεί κυρίαρχο στο πεδίο των δεδομένων καθώς μειώνει θεαματικά την εξάρτηση του από τις αμερικανικής προέλευσης νέες τεχνολογίες. Στον αντίποδα οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να θωρακιστούν απέναντι στις κυβερνοεπιθέσεις αλλά και να διασφαλίσουν στρατηγικές υποδομές και δίκτυα απέναντι σε κινεζικές εταιρείες.

Παράλληλα η νέα διακυβέρνηση Μπάιντεν επιχειρεί να εξασφαλίσει συμμάχους καταρχήν στους κόλπους των G7 αλλά και σε εκείνο του υπο διαμόρφωση forum D10 όπου θα συμμετέχουν χώρες κλειδιά για την αναχαίτιση της κινεζικής επεκτατικής πολιτικής όπως η Ινδία, η Αυστραλία και η Νότια Κορέα.

Σ αυτή την συγκυρία στην Ευρώπη ο έλεγχος των προσωπικών δεδομένων σταδιακά αναβαθμίζεται σε ζήτημα πολιτικής κυριαρχίας. Σίγουρα όχι τυχαία Ουάσινγκτον και Βρυξέλλες τα τελευταία χρόνια επιδιώκουν να μειώσουν την ένταση που προκαλεί στις κοινωνίες των πολιτών η πρόσβαση που έχουν οι κυβερνήσεις σε προσωπικά δεδομένα.

Χαρακτηριστικό γεγονός η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου εναντίον της μεταβίβασης δεδομένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενώ είναι βέβαιο πως μέσα στους επόμενους μήνες το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο θα αξιώσει να εφαρμοστεί αυτή η απόφαση.

Επιπρόσθετα η νομική αβεβαιότητα για την ροή των δεδομένων που λειτουργούν υποστηρικτικά για επιχειρήσεις δισεκατομμυρίων κυρίως στο διεθνές εμπόριο πρόκειται να δημιουργήσει νέα εμπόδια στην λειτουργία της οικονομίας.

Ακόμα και αν Ευρωπαϊκή Ένωση και Ηνωμένες Πολιτείες γεφυρώσουν το βαθύ χάσμα που όντως υπάρχουν στο ζήτημα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων πλήθος άλλων ζητημάτων όπως η φορολόγηση των αμερικανικών κολοσσών του διαδικτύου θα εξακολουθήσουν να δημιουργούν προβλήματα στις ευρωατλαντικές σχέσεις.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.