Λ. Τζούμης: Κυριότερα σημεία τοποθέτησης – απαντήσεις ερωτήσεων στο LastPoint.gr

Γράφει ο Λάμπρος Τζούμης, αντιστράτηγος ε.α. 

Ιστορική αναδρομή

Αν επιχειρήσουμε μια ιστορική αναδρομή στο παρελθόν θα διαπιστώσουμε ότι μετά από κάθε ελληνοτουρκική κρίση έχουμε και μια εθνική υποχώρηση.

Με την κρίση του 1976 και την έξοδο στο Αιγαίο του τουρκικού ερευνητικού σκάφους «ΗΟRΑ», καταλήξαμε στο Πρωτόκολλο της Βέρνης, με το οποίο οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας συμφώνησαν να απέχουν από έρευνες μέχρι την επίλυση οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο. Ουσιαστικά, από το πρωτόκολλο της Βέρνης και μετά, σταμάτησαν οι ενέργειες για έρευνα και εκμετάλλευση τυχόν ενεργειακών κοιτασμάτων πέραν των εθνικών χωρικών υδάτων, γεγονός που το καθιστά μια υποχώρηση στην άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Ωστόσο, η δέσμευση αυτή έγινε καθεστώς διαρκείας, αφού οι διαπραγματεύσεις είναι σε διαρκή εξέλιξη και το θέμα επίλυσης της υφαλοκρηπίδας παραμένει από τότε μετέωρο,

Στην επόμενη κρίση το 1987 με την πρόθεση της Τουρκίας να στείλει το ερευνητικό σκάφος «SISMIK» στο Αιγαίο φτάσαμε στα πρόθυρα του πολέμου.  Παρά τη σωστή διαχείριση της κρίσης από την πλευρά μας με την πολεμική προπαρασκευή που υπήρξε, γεγονός που ανάγκασε την Τουρκία σε αναδίπλωση, παρατηρούμε το διπλωματικό και πολιτικό παράδοξο μετά το τέλος της συνάντησης στο Νταβός μεταξύ Ανδρέα Παπανδρέου και Τουργκούτ Οζάλ, να βρεθούμε σε δυσμενέστερη θέση για τα εθνικά μας συμφέροντά από αυτή που προσήλθαμε. Η Ελλάδα δεσμεύτηκε ότι θα απέχει από οποιαδήποτε έρευνα στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου, αν κάνει το ίδιο και η Τουρκία, μέχρις ότου λυθεί το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας.

Με την κρίση των Ιμίων το 1996 και την κατάληψη ελληνικού εδάφους, τέθηκε ουσιαστικά σε εφαρμογή από την Τουρκία η θεωρία των γκρίζων ζωνών, με την οποία αμφισβητεί ένα μεγάλο μέρος ελληνικών νησιών, νησίδων και βραχονησίδων. Τον επόμενο χρόνο, στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ που έγινε στη Μαδρίτη, ο Κ. Σημίτης  υπέγραψε με τον Σ. Ντεμιρέλ συμφωνία, η οποία αναγνωρίζει για πρώτη φορά «νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο.

Τώρα βιώνουμε τη μεγαλύτερη κρίση σε διάρκεια και ίσως την πιο σοβαρή μετά από αυτές του παρελθόντος. Επί μήνες το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «ΟRUC REIS» έκανε έρευνες μέσα στην εν δυνάμει ελληνική υφαλοκρηπίδα, παραβιάζοντας τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. Να επισημάνουμε ότι πριν κορυφωθεί η κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη είχαμε από την πλευρά μας μια υποχώρηση. Καθορίσαμε ως κόκκινη γραμμή για τις έρευνες που πραγματοποιούσε η Τουρκία τα 6 ν.μ. δηλ. τα χωρικά ύδατα και όχι την ελληνική υφαλοκρηπίδα που επί δεκαετίες σήμαινε στρατιωτική αντίδραση της Ελλάδας και το έδειξαν οι κρίσεις του 1976 και 1987.

Η Τουρκία με εκβιαστικό τρόπο και την επιβολή τετελεσμένων μας έσυρε σε διαπραγματεύσεις που ξεκινούν με τα εξής δεδομένα : Σε ισχύ βρίσκονται η απειλή πολέμου στην περίπτωση που ασκήσουμε το κυριαρχικό μας δικαίωμα και επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ. , καθώς επίσης  το τουρκολιβυκό μνημόνιο για τις θαλάσσιες ζώνες. Η Τουρκία επίσης φαίνεται ότι επιμένει στο ιδεολόγημα της γαλάζιας πατρίδας με το οποίο ζητά τη συνδιαχείριση και συνεκμετάλλευση του μισού Αιγαίου και μας την υπενθυμίζει καθημερινά τη θεωρία των γκρίζων ζωνών με απειλές και επιχειρησιακές δράσεις (υπερπτήσεις, παράνομες NAVTEX, κ.λπ)

Οι διερευνητικές είναι ένας τακτικός ελιγμός της Άγκυρας προκειμένου να πάρει πιστοποιητικό νομιμοφροσύνης για να αποφύγει ενδεχόμενες κυρώσεις από την Ε.Ε., να κερδίσει χρόνο ώστε να ξεκαθαρίσει το τοπίο στις ΗΠΑ μετά την εκλογή του νέου προέδρου και να της δοθεί η δυνατότητα να επιρρίψει ευθύνες στην Ελλάδα σε ένα ναυάγιο των διαπραγματεύσεων, που όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι θα συμβεί και θα οδηγήσει κατά πάσα πιθανότητα σε νέα κλιμάκωση της έντασης.

Η Τουρκία δεν θέλει διάλογο αλλά παράδοση της Ελλάδας άνευ όρων. Ο διάλογος πρέπει να λαμβάνει χώρα με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, όπως η απόσυρση της τουρκικής απειλής πολέμου και των παράνομων διεκδικήσεων.

Όσο επικίνδυνο είναι να υπερεκτιμάται η Τουρκία  αλλά τόσο επικίνδυνο είναι να υποτιμάται. Η Τουρκία έχει προβλήματα σε διάφορους τομείς και στο διπλωματικό πεδίο έχει δημιουργήσει ενοχλήσεις, αλλά διαθέτει κάποια χαρακτηριστικά που χρήζουν προβληματισμού.

Πρώτον: Προβαίνει σε παράνομες ενέργειες προκειμένου να υλοποιήσει τους στόχους της, ακόμα και με χρήση στρατιωτικής ισχύος αδιαφορώντας για τις διεθνείς αντιδράσεις (π.χ. Λιβύη, εισβολή στην κυπριακή ΑΟΖ, εποικισμός Αμμοχώστου, εισβολή στη Συρία). Ο Ερντογάν και η Τουρκία αντιλαμβάνονται το δίκαιο μόνο όταν συνοδεύεται από τη στρατιωτική ισχύ.

Από την πλευρά μας διαπιστώνουμε μια φοβικότητα και έναν ενδοτισμό απέναντι στην προκλητικότητα της Τουρκίας.  Για να αποτρέψουμε μια πολεμική σύγκρουση και να διατηρήσουμε μία ηρεμία που είναι επίπλαστη, δεν ορίσαμε «κόκκινες» γραμμές. Οδηγηθήκαμε σε μικρές, σταδιακές υποχωρήσεις και δώσαμε στην Τουρκία την εντύπωση ότι μπορεί να προβαίνει σε παράνομες ενέργειες χωρίς κόστος.

Σε μια χρονική περίοδο δέκα ετών, από το 2010 μέχρι και το τέλος του περασμένου χρόνου είχαμε περίπου 39.000 παραβιάσεις – παραβάσεις του Εθνικού Εναερίου Χώρου. Οι επαινετικές δηλώσεις στους πιλότους μας από κυβερνητικούς αξιωματούχους που επιδεικνύουν αυτοσυγκράτηση μετέτρεψαν τις παραβιάσεις σε υπερπτήσεις δηλ. σε ευθεία αμφισβήτηση της εθνικής μας κυριαρχίας (Το έτος 2012, είχαμε τρεις υπερπτήσεις, το 2020 τριακόσιες εβδομήντα έξι).

Το ίδιο συμβαίνει και με τις παραβιάσεις των χωρικών μας υδάτων. Τα έτη από το 2010 μέχρι το 2016 είχαμε από εκατό μέχρι τριακόσιες περίπου κάθε χρόνο, το 2020 είχαμε πάνω από τρείς χιλιάδες. Συγχαρητήρια όπως αυτές από τον πρώην πρωθυπουργό κ. Τσίπρα προς το πλήρωμα του Λιμενικού σκάφους «Γαύδος» επειδή δεν αντέδρασε όταν το εμβόλισε τουρκική ακταιωρός μέσα στα ελληνικά χωρικά ύδατα, στέλνουν λάθος μήνυμα στην Τουρκία.

Προσπαθούμε να εξευμενίσουμε ένα θηρίο με δώρα. Η προσπάθεια να αποτρέψουμε τον πόλεμο μέσω του κατευνασμού τον φέρνει πιο κοντά.  Όταν κάποιος κάνει κριτική για τη στρατηγική που ακολουθούμε χαρακτηρίζεται πολεμοκάπηλος και εθνικιστής. Κανένας δεν επιθυμεί τον πόλεμο  αλλά γεννάται το ερώτημα : Ποιος είναι ο λόγος ύπαρξης των Ε.Δ. ; Μετά την κρίση των Ιμίων ο τότε πρωθυπουργός κ. Σημίτης είχε πει ότι: «Οι προηγμένες χώρες αποφεύγουν τις συγκρούσεις και δεν παρασύρονται σε αυτές». Πράγματι αυτό ισχύει, εκτός όμως αν κινδυνεύει η εθνική τους κυριαρχία και η εδαφική τους ακεραιότητα.

Δεύτερο χαρακτηριστικό που διακρίνουμε στην Τουρκία είναι ότι για τις δράσεις που αναλαμβάνονται υπάρχει εσωτερική νομιμοποίηση ή κουλτούρα εθνικής ασφάλειας. Η δράση των τουρκικών Ε.Δ. δημιουργεί  εθνικιστικό παραλήρημα στην κοινωνία που  δείχνει ότι όχι μόνο νομιμοποιεί τις δράσεις αυτές, αλλά είναι έτοιμη να αναλάβει και θυσίες για την εφαρμογή των οραμάτων του Τούρκου Προέδρου. Η αντιπολίτευση ασκεί κριτική στον Ερντογάν για διάφορα θέματα αλλά συνήθως όχι για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Σ΄ αυτά κεμαλιστές και ισλαμιστές έχουν την ίδια εθνικιστική προσέγγιση. Στη χώρα μας ακόμα και για σοβαρά εθνικά θέματα υπάρχει έλλειψη εθνικής ομοψυχίας.

Υπάρχει έλλειμμα κουλτούρας εθνικής ασφάλειας, όχι μόνο από το πολιτικό σύστημα αλλά και από την κοινωνία. Δεν είμαστε Ισραήλ και δεν θέλουμε να γίνουμε να γίνουμε Ισραήλ. Το εβραϊκό κράτος πληθυσμιακά και σε έκταση είναι περίπου όσο η Ελλάδα. Από το 1948 που ιδρύθηκε μέχρι σήμερα κατάφερε να επιβιώσει δια πυρός και σιδήρου, παρά το γεγονός ότι περιτριγυρίζεται από εχθρικές δυνάμεις Η στρατιωτική στρατηγική του Ισραήλ πάντα ήταν καθαρά επιθετική. Επέλεξε ως δόγμα το ξαφνικό πρώτο κτύπημα ή το προληπτικό πλήγμα και την μεταφορά του πολέμου στο έδαφος του αντιπάλου.

Στη χώρα μας όποιος διατυπώσει παρόμοια πρόταση θεωρείται γραφικός. Ακόμα και ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης, λοιδορείται από «καθηγητές» επειδή στο βιβλίο του «Θεωρία του Πολέμου», αναφέρει ότι σε μια σύγκρουση με την Τουρκία η Ελλάδα θα έχει ελπίδες νίκης μόνο αν δείξει την αποφασιστικότητα και την αιφνιδιάσει.

Η Ελλάδα θα πρέπει να εκπέμπει το μήνυμα ότι είναι διατεθειμένη να οδηγηθεί σε μια ολοκληρωτική και γενική αντιπαράθεση και δεν θα περιοριστεί σε ένα θερμό επεισόδιο με το οποίο η Τουρκία θα επιθυμούσε να μας οδηγήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει από την πλευρά μας διότι όλα τα μηνύματα που στέλνουμε κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση.

Χαρακτηριστικά να επισημάνουμε ότι παρά το γεγονός του προβλήματος υποστελέχωσης των ελληνικών Ε.Δ από το έτος 2000 μέχρι το 2009 η θητεία μειώθηκε από εικοσιτέσσερις σε εννέα μήνες. Αυτό δεν προέκυψε μετά από επιχειρησιακή αξιολόγηση ή μελέτη αλλά για εξυπηρέτηση μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων. Κάθε χρόνο ένας αριθμός περίπου από 10.000 έως 12.000 νέων απαλλάσσεται από τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις για λόγους υγείας ή ανυποταξίας, δηλαδή η δύναμη μιας Μεραρχίας πλήρους πολεμικής συνθέσεως. Αρνητές στράτευσης τοποθετούνται σύμβουλοι στρατηγικού σχεδιασμού του πρωθυπουργού και συνήγοροι αρνητών στράτευσης αναλαμβάνουν Υφυπουργοί Άμυνας.  Αυτά είναι ενδεικτικά της έλλειψης κουλτούρας ασφάλειας που υπάρχει στη χώρα μας.

Τρίτο χαρακτηριστικό που διαθέτει η Τουρκία  είναι ο μακρόπνοος σχεδιασμός.

Η εισβολή στην Κύπρο προετοιμαζόταν από το 1964 και υλοποιήθηκε μια δεκαετία αργότερα. H περιοχή του νησιωτικού συμπλέγματος Μεγίστης ή Καστελλορίζου, διεκδικείται επίσημα από την Τουρκία εδώ και μια δεκαετία σχεδόν. Κάθε χρόνο καταθέτει συντεταγμένες στον ΟΗΕ με τις οποίες διεκδικεί την ελληνική υφαλοκρηπίδα ανατολικά της Κρήτης μέχρι νότια του Καστελλορίζου και την κυπριακή ΑΟΖ.  Το 2018 έφερε στην επιφάνεια το ιδεολόγημα της Γαλάζιας Πατρίδας και το τουρκολιβυκό σύμφωνο, προκειμένου να επενδύσει όσα ισχυρίζεται  με έναν μανδύα νομιμότητας. Με τις έρευνες που διεξήγαγε προσπάθησε να δημιουργήσει εμπράκτως τετελεσμένα.Το νησιωτικό σύμπλεγμα Μεγίστης είναι τεράστιας γεωπολιτικής σημασίας με νησί κλειδί τη Στρογγύλη, διότι με την επήρεια που έχει στη χάραξη των θαλασσίων ζωνών σύμφωνα με το Δίκαιο της θάλασσας, ενώνεται η ΑΟΖ της Ελλάδας με αυτή της Αίγυπτου και της Κύπρου,.

Από ελληνικής πλευράς προσπαθούμε αποσπασματικά να αντιμετωπίσουμε τις τουρκικές ενέργειες «τρέχοντας» πίσω από τις εξελίξεις. Η συμφωνία που κάναμε με την Αίγυπτο για την ΑΟΖ αφήνει έξω την περιοχή από τον 28ο μεσημβρινό και ανατολικότερα συμπεριλαμβανομένου του Καστελλορίζου.

Στη χώρα μας υπάρχει έλλειμμα στρατηγικού σχεδιασμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι μετά την κρίση των Ιμίων ένα από τα συμπεράσματα του προέκυψαν ήταν η  ανάγκη συγκρότησης ενός οργάνου το οποίο να σχεδιάζει την εθνική πολιτική στο επίπεδο της υψηλής στρατηγικής, να προλαμβάνει και να διαχειρίζεται κρίσεις. Είχε εξαγγελθεί ότι θα συγκροτήσουμε Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας. Αυτό που δημιουργήσαμε είναι μια «ασώματος κεφαλή», τοποθετώντας ένα σύμβουλο για την κάλυψη της εν λόγω ανάγκης.

Τέταρτο χαρακτηριστικό της Τουρκία και του Ερντογάν είναι ότι έχει μεγαλεπήβολα σχέδια.

Οι αναφορές του Τούρκου προέδρου στην ανάγκη αναθεώρησης της συνθήκης της Λωζάννης και την έλλειψη Ζωτικού Χώρου παραπέμπουν στις ενστάσεις της ναζιστικής Γερμανίας για τη συμφωνία των Βερσαλλιών μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και στη θεωρία του Lebensraum. Η ίδια λάθος συνταγή του κατευνασμού που επιχείρησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής εκείνης απέναντι στα οράματα του Χίτλερ, χρησιμοποιείται και σήμερα απέναντι στον Ερντογάν.

Σε δηλώσεις που έχει κάνει επανειλημμένως o Τούρκος πρόεδρος έχει αναφερθεί στους μεγαλεπήβολους στόχους για τα επόμενα χρόνια και σε συμβολικές ημερομηνίες, για  το 2023, το 2053 και το 2071.

Οι στόχοι που έχει θέσει ο Ερντογάν είναι ότι η Τουρκία πρέπει να εξελιχθεί σε μια μεγάλη στρατιωτική και διπλωματική περιφερειακή δύναμη ανεξάρτητη από τη Δύση, υπολογίσιμος γεωπολιτικός παίκτης, και ενεργειακός κόμβος. Σε ότι αφορά το εξοπλιστικό της πρόγραμμα να είναι αυτάρκης βασιζόμενη αποκλειστικά στην αμυντική της βιομηχανία.

Αν δούμε τη μεγάλη εικόνα θα διαπιστώσουμε ότι η Τουρκία συμπεριφέρεται ως περιφερειακή υπερδύναμη και γίνεται προσπάθεια υλοποίησης των στόχων αυτών. Ο Ερντογάν έχει υιοθετήσει τη θεωρία ότι η Τουρκία λόγω της γεωπολιτικής της θέσης και της ιστορίας της ως συνέχεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο με παγκόσμια στρατηγική σημασία. Χρησιμοποιεί την ήπια ισχύ που της παρέχει η μουσουλμανική θρησκεία ένα κρίσιμο όργανο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και εμφανίζεται ως ηγέτιδα δύναμη του σουνιτικού Ισλάμ.

Έχει στρατιωτική παρουσία σε όλο τον σχεδόν τον κόσμο μέσω της συμμετοχής σε ειρηνευτικές αποστολές του ΝΑΤΟ και έχει αναπτύξει στρατιωτικές βάσεις σε περιοχές όπως στο Κατάρ, το Βόρειο Ιράκ, την Κύπρο, στη Συρία και στη Σομαλία.  Η στρατιωτική βάση στην πόλη Μογκαντίσου της Σομαλίας είναι η μεγαλύτερη εγκατάσταση της Τουρκίας εκτός του εδάφους της. Η επιλογή της Σομαλίας έγινε με γεωπολιτικά κριτήρια ευρισκόμενη στο κομβικό σημείο της ναυτιλιακής διαδρομής από το Σουέζ, προς τον Κόλπο του Άντεν και τον Ινδικό Ωκεανό. Η θαλάσσια αυτή δίοδος είναι ζωτικής σημασίας για την παγκόσμια οικονομία καθόσον οι εμπορικές συναλλαγές από την Ευρώπη, την Κίνα, την Ιαπωνία και την Ινδία περνούν από το σημείο αυτό.

Ενδεικτικό του μεγαλοϊδεατισμού που διακατέχει τον Τούρκο πρόεδρο είναι τα φαραωνικά σχέδια κατασκευής διώρυγας για να συνδέσει τη θάλασσα του Μαρμαρά με τη Μαύρη θάλασσα, ώστε να παρακάμπτει τα Στενά του Βοσπόρου και η δημιουργία επιστημονικής βάσης στην Ανταρκτική.

Επιθυμία του Τούρκου προέδρου είναι επίσης η απόκτηση πυρηνικών όπλων μέσω της εξαιρετικής σχέσης που διαθέτει η Τουρκία με το Πακιστάν και της τεχνογνωσίας που υπάρχει στην εν λόγω χώρα. Σε εξέλιξη βρίσκεται η κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου ύψους 22 δις δολαρίων που έχει ξεκινήσει από το 2018, σε συνεργασία με ρωσικές εταιρίες.

Σε ότι αφορά το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Τουρκίας θα πρέπει να επισημάνουμε ότι την τελευταία δεκαετία υπάρχει σε εξέλιξη η σχεδίαση ενός πολύ μεγάλου  αριθμού οπλικών συστημάτων από την εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Το 65% περίπου που χρησιμοποιούνται από τις τουρκικές Ε.Δ. κατασκευάζονται στην Τουρκία.

Ενδεικτικά αναφέρεται από το εξοπλιστικό πρόγραμμα η απειλή για τη χώρα μας των Μη Επανδρωμένων Αεροχημάτων. Η τακτική που έχει αρχίσει να εφαρμόζεται από την Τουρκία σε ότι αφορά τις παραβιάσεις – παραβάσεις του εθνικού εναερίου χώρου, είναι ότι γίνεται με ΜΕΑ. Η αναχαίτιση από την πλευρά μας γίνεται με μαχητικά. Η τακτική αυτή διέπεται από οικονομική ανισσοροπία και δημιουργεί ερωτηματικά όπως: Τι θα γίνεται στις περιπτώσεις που τα τουρκικά ΜΕΑ συνεχίζουν απτόητα την πορεία τους; Η αντιμετώπιση με μέσα ηλεκτρονικού πολέμου θα ήταν ιδανική λύση και για το λόγο αυτό θα πρέπει να εξασφαλιστεί κάτι τέτοιο από τις χώρες με τις οποίες έχουμε αμυντική συνεργασία.

Το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Τουρκίας ακόμα και ως όραμα είναι ανησυχητικό. Παρ΄ όλα αυτά οι ελληνικές Ε.Δ. είναι ένας αξιόπιστος αποτρεπτικός μηχανισμός, που διακρίνονται για το ηθικό και την ποιότητα που διαθέτουν. Η επιθετικότητα της Τουρκίας μας αφύπνισε και αποφασίστηκε η ενίσχυση των Ε.Δ. τόσο σε θέματα προσωπικού όσο και στο εξοπλιστικό μέρος. Ο καθοριστικός παράγοντας όμως είναι ο χρόνος για την υλοποίηση των προγραμμάτων αυτών. Πρέπει οι διαδικασίες στο εξοπλιστικό μέρος να επισπευστούν, καθόσον οι εξελίξεις με την Τουρκία τρέχουν πολύ γρήγορα.

Θα πρέπει επίσης να γίνει προσπάθεια αναβάθμισης της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας που τα τελευταία χρόνια δεν βρίσκεται στο καλύτερο επίπεδο. Θα πρέπει να απαλλαγούμε από ιδεοληψίες συνέχισης του κρατικού ελέγχου στις εταιρίες αμυντικής βιομηχανίας. Δεν πρέπει όμως αυτές να οδηγηθούν σε ιδιωτικοποίηση ευρισκόμενες σε συνθήκες απαξίωσης, καθόσον αυτό θα αποτελούσε την καλύτερη εξυπηρέτηση σε πιθανούς επενδυτές.

Αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών

Αναφορικά με τις συνεχείς δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων για το θέμα της στρατικοποίησης των ελληνικών νησιών και τη δήθεν παραβίαση συνθηκών και συμβάσεων από αυτή, να επισημάνουμε τα εξής:

Το καθεστώς που διέπει την στρατικοποίηση διαφέρει για τα νησιά Λήμνου, Σαμοθράκης από αυτό των νησιών Λέσβου, Χίου, Σάμου, Ικαρίας και διαφορετικό είναι το καθεστώς που ισχύει για τα Δωδεκάνησα.

Το καθεστώς των νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης διέπεται από τη σύμβαση για τα στενά του Μοντρέ του 1936, η οποία αντικατέστησε τη σύμβαση της Λωζάννης του 1923. Η συνθήκη του Μοντρέ  υπογράφηκε το 1936 από τη Βουλγαρία, Ρουμανία, Σοβιετική Ένωση, Τουρκία, Αυστραλία, Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία, Αγγλία και Γιουγκοσλαβία. Είναι η συμφωνία που παραχωρεί τον έλεγχο των στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων στην Τουρκία και ρυθμίζει τη στρατιωτική δραστηριότητα στην περιοχή. Η διάρκειά της είναι 20ετής και υποκαθιστά (δηλ. καταργεί με αντικατάσταση) τη σύμβαση της Λωζάννης του 1923. Ισχύει όμως µέχρι σήµερα, παρόλο που προβλέπεται διαδικασία τροποποίησης/αναθεώρησής της, καθόσον δεν την έχει καταγγείλει κάποιο από τα συμβαλλόμενα µέρη και συνεπώς η ισχύς της ανανεούται. Σύμφωνα με το άρθρο 1 αναφέρεται ότι: «Η Τουρκία θα δύναται να επανεξοπλίσει αµέσως την ζώνην των Στενών οία καθορίζεται εν τω προοιµίω της ρηθείσης Συµβάσεως».

Εύλογες απορίες δημιουργεί γιατί η ελληνική πλευρά δεν ζήτησε να συμπεριληφθεί παρόµοια διάταξη στη συνθήκη του Μοντρέ και για τα ελληνικά νησιά (Λήµνο και Σαµοθράκη) που είχαν επίσης υπαχθεί σε καθεστώς αποστρατικοποίησης µε την υπό κατάργηση, συνθήκη της Λωζάννης για το καθεστώς των στενών. Οι πιθανές εκδοχές για το γεγονός αυτό είναι η αδυναμία σωστής εκτίμησης από ελληνικής πλευράς συσχετισµού του επανεξοπλισµού των στενών µε αυτό των δύο ελληνικών νησιών και η ύπαρξη της «ελληνοτουρκικής φιλίας» επί της οποίας πολλά είχαν στηριχθεί.

Η θέση της ελληνικής πλευράς είναι ότι η ενέργεια να επανεξοπλίσει τη Λήµνο και τη Σαµοθράκη µετά την έναρξη ισχύος της σύµβασης είναι σύµφωνη προς τη συνθήκη του Μοντρέ διότι αυτή κατήργησε την αντίστοιχη σύµβαση της Λωζάννης, η οποία και πρoέβλεπε το καθεστώς αποστρατικοποίησης για τα δύο νησιά. Η νέα σύμβαση (Μοντρέ), δεν περιλαµβάνει διάταξη για αποστρατικοποίηση των δύο ελληνικών νησιών. Η νομιμότητα της ενέργειας επανεξοπλισµού της Λήµνου και Σαµοθράκης ενισχύεται και από:

Πρώτον: Την επιστολή που απηύθυνε ο Τούρκος πρέσβης στην Αθήνα το 1936, στον Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά. Στην επιστολή αυτή αναγνωρίζεται επίσηµα από τουρκικής πλευράς, χωρίς καµία επιφύλαξη και περιορισµό το δικαίωµα της Ελληνικής κυβέρνησης να επανεξοπλίσει τα δύο νησιά παράλληλα µε τον επανεξοπλισµό των Στενών. Συγκεκριµένα αναφέρει ότι: «είµαστε εξ’ ολοκλήρου σύµφωνοι όσον αφορά στον εξοπλισµό των νησιών Σαµοθράκης και Λήµνου, ταυτόχρονα µε τον εξοπλισµό των Στενών».

Δεύτερον: Την επίσηµη δήλωση του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών Rustu Aras στην τουρκική εθνοσυνέλευση, την 31η Ιουλίου 1936, κατά τη συζήτηση επικύρωσης της σύµβασης του Μοντρέ, παρουσία του Πρωθυπουργού Ισµέτ Ινονού. Η ακριβής δήλωση έχει ως εξής: «Οι διατάξεις που αναφέρονται στα νησιά Λήµνος και Σαµοθράκη, τα οποία ανήκουν στη γείτονα και φίλη Ελλάδα και που ήσαν αποστρατιωτικοποιηµένα, µε βάση τις σχετικές διατάξεις της συνθήκης της Λωζάννης καταργούνται κι’ αυτές από την συνθήκη του Μοντρέ» Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η δήλωση αποτελεί επίσημη τουρκική θέση, καθόσον έγινε από τον καθ’ ύλη αρµόδιο Υπουργό Εξωτερικών ενώπιον του κοινοβουλίου της χώρας του κατά τη διαδικασία επικύρωσης της σύµβασης.

Τρίτον: Την επίσηµη ενηµέρωση από την Ελλάδα των κυβερνήσεων της Γαλλίας, Ιταλίας και Μεγάλης Βρετανίας, ότι µετά την έναρξη ισχύος της Σύµβασης του Μοντρέ η Ελληνική κυβέρνηση «προέβη σε στρατιωτική κατάληψιν των νήσων Λήµνου και Σαµοθράκης». Καµία από τις τρεις κυβερνήσεις δεν έφερε αντίρρηση ούτε εξέφρασε κάποια επιφύλαξη για τον επανεξοπλισµό των δύο νησιών.

Τέταρτον: Σύµφωνα µε την επίσηµη τουρκική θέση, που περιλαµβάνεται στην ιστοσελίδα του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών το καθεστώς αποστρατικοποίησης της Λήµνου και Σαµοθράκης προβλέπεται, από το άρθρο 12 της συνθήκης της Λωζάννης και συνεχίζει να ισχύει, διότι η σύµβαση του Μοντρέ δεν την τροποποίησε στο σηµείο αυτό, καθόσον προβλέπεται η κατάργηση της αποστρατικοποίησης µόνο για τα στενά (συμπεριλαμβανομένης της Ίµβρου και Τενέδου).

Η Τουρκία αµφισβήτησε αρχικά το νοµικό καθεστώς µε ρηµατική διακοίνωση προς την ελληνική κυβέρνηση, µε αφορµή τα γεγονότα της Κύπρου του 1967. Επανήλθε µετά το 1974 και συστηµατικά πλέον από το 1977 στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Χαρακτηριστικό των τουρκικών θέσεων είναι το θέμα που προέκυψε κατά τη διάρκεια ΝΑΤΟϊκής άσκησης το 2000 που διεξήχθη σε τουρκικό έδαφος με τη συμμετοχή ελληνικών χερσαίων, ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων. Η Τουρκία προέβη στην τροποποίηση του αρχικού σχεδιασμού που προέβλεπε τη χρησιμοποίηση συγκεκριμένων αεροδιαδρόμων υπεράνω της Λήμνου και τις Σαμοθράκης από αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας. Το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία ανέφερε ότι διαπιστώθηκε η «ύπαρξη στοιχείων που έχουν χαρακτήρα παραβιάσεως του καθεστώτος αποστρατικοποιήσεως των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, σύμφωνα με τις διεθνείς συνθήκες». Η άρνηση της Τουρκίας να μεταβάλει την στάση της και να επαναφέρει το σχεδιασμό που είχε προαποφασισθεί από τη Συμμαχία, καθώς και η κλιμάκωση της προκλητικότητας από την τουρκική πλευρά (απαγόρευση του τουρκικού εναερίου χώρου σε ελληνικά αεροσκάφη που εξορμούσαν από την Ελλάδα και αναχαίτιση τους από τουρκικά μαχητικά), επικαλούμενη λόγους ασφαλείας πτήσεων, υποχρέωσε την ελληνική πλευρά να ζητήσει από τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ τη διακοπή της άσκησης. Σε όλη την διάρκεια της εμπλοκής, η Τουρκία με δηλώσεις και ανακοινώσεις εμφανιζόταν ως «νομιμόφρων» σύμμαχος, αποφασισμένη όμως να μην απεμπολήσει τα νόμιμα δικαιώματα της και κατηγορούσε την Ελλάδα ότι με τη συμπεριφορά της έθετε σε κίνδυνο τη συνοχή της Συμμαχίας.

Το καθεστώς των νησιών Λέσβου, Χίου, Σάμου και Ικαρίας διέπεται από τη συνθήκη της Λωζάννης του 1923 και ήταν αυτή που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας. Υπογράφηκε στην  Ελβετία στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία, τις χώρες και συμμετείχαν στην συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής Ένωσης (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη).

Με το άρθρο 13 της εν λόγω συνθήκης επιβλήθηκαν μέτρα μερικής αποστρατιωτικοποίησης στα νησιά Λέσβος (που στο κείμενο αναφέρεται Μυτιλήνη), Χίος, Σάμος και Ικαρία. Τα μέτρα αυτά αφορούν στον περιορισμό της στρατιωτικής υποδομής των νησιών αυτών, δηλαδή την απαγόρευση εγκατάστασης ναυτικής βάσης ή την ανέγερση οχυρωματικών έργων, την απαγόρευση υπέρπτησης της ελληνικής στρατιωτικής αεροπλοΐας πάνω από την «Ανατολία» ενώ ισχύει και αντίστοιχη απαγόρευση για την τουρκική αεροπλοΐα που απαγορεύεται να πετά πάνω από τα προαναφερόμενα νησιά.

Το ίδιο άρθρο επιτρέπει στην Ελλάδα να διατηρεί «συνήθη» αριθμό καλουμένων για τη στρατιωτική θητεία οπλιτών, οι οποίοι δύνανται να εκπαιδεύονται επί τόπου, καθώς επίσης και δυνάμεων Χωροφυλακής και Αστυνομίας. Ο σκοπός των μέτρων αυτών φαίνεται στην πρώτη φράση του άρθρου που είναι πολύ χαρακτηριστική: «Προς εξασφάλισιν της ειρήνης». Από όσα προαναφέρθηκαν διαπιστώνεται ότι:

Είναι ασαφές το τι ακριβώς σημαίνει «συνήθης αριθμός» για τις στρατιωτικές δυνάμεις, καθώς επίσης τα αναφερόμενα για τη χωροφυλακή και την αστυνομία. Επίσης η συνθήκη αναφέρεται σε ναυτικές βάσεις όχι όμως σε αεροπορικές και δεν έχει ληφθεί υπόψη ότι η ισχύς μιας στρατιωτικής δύναμης εξαρτάται εκτός από τον αριθμητικό παράγοντα, και από άλλους συντελεστές, όπως η ποιότητα του εξοπλισμού της.  Η ασάφεια που υπάρχει στις διατάξεις όσων προαναφέρθηκαν οφείλεται ως ένα βαθμό και στο ότι ελήφθη υπόψη η ασφάλεια των ελληνικών αυτών νησιών από ενδεχόμενη τουρκική απειλή.

Σύμφωνα με το άρθρο 60 της Συνθήκης της Βιέννης (1969) περί του «δικαίου των συνθηκών»: «Ουσιώδης παραβίαση ενός εκ των μερών, παρέχει το δικαίωμα ….στο ειδικά θιγόμενο μέρος λόγω της παραβιάσεως, όπως επικαλεσθεί αυτή ως λόγο αναστολής εφαρμογής της συνθήκης , στο σύνολο της ή εν μέρει στις μεταξύ αυτού και του παραβιάσαντος την συνθήκη κράτους, σχέσεις».

Όπως είναι γνωστό καθημερινά σημειώνονται παραβάσεις – παραβιάσεις του ελληνικού Εθνικού Εναέριου Χώρου από τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη.  Αυτές εκδηλώνονται συνήθως στο Β.Α. Αιγαίο και ιδιαίτερα πάνω από Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία, δηλαδή στα νησιά που η συνθήκη το απαγορεύει και η Τουρκία παραβιάζει συνεχώς τις σχετικές νομικές της υποχρεώσεις.

Το καθεστώς των Δωδεκανήσων διέπεται από τη συνθήκη ειρήνης των Παρισίων του 1947. Η εκχώρηση στην Ελλάδα κατά «πλήρη κυριαρχία» έγινε με τη συνθήκη ειρήνης των Παρισίων που υπογράφηκε το 1947 και  για το γεγονός αυτό ελήφθησαν υπόψη ότι τα Δωδεκάνησα ήταν ελληνικά από αρχαιοτάτων χρόνων καθώς και η σημαντική συμβολή της Ελλάδας στην τελική νίκη των συμμάχων κατά του Άξονα.

Όπως είναι γνωστό τα Δωδεκάνησα ήταν κάτω από ιταλική κυριαρχία και οι Ιταλοί είχαν εγκαταστήσει εκεί σημαντικές στρατιωτικές βάσεις. Παρά το γεγονός ότι οι διατάξεις της εν λόγω συνθήκης προβλέπουν την αποστρατικοποίηση των νησιών αυτών, θα πρέπει, να ληφθούν υπόψη τα εξής:

Πρώτον: Η συνθήκη των Παρισίων βρίσκεται σε ισχύ και δεσμεύει την Ελλάδα έναντι των συμβαλλομένων κρατών, όχι όμως έναντι της Τουρκίας, καθόσον αυτή δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στη συνθήκη αυτή. Σύμφωνα με το άρθρο 34 της συνθήκης της Βιέννης για το «Δίκαιο των Συνθηκών» προβλέπεται ότι «μια συνθήκη δεν δημιουργεί υποχρεώσεις ή δικαιώματα για τρίτες χώρες».

Δεύτερον: Η επιβολή του καθεστώτος αποστρατικοποίησης στα Δωδεκάνησα είναι αποτέλεσμα αντιπαράθεσης μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και ΗΠΑ, έγινε μετά από παρέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης και απηχεί τις πολιτικές σκοπιμότητες εκείνης της χρονικής περιόδου, δηλ. της στρατηγικής σημασίας των Δωδεκανήσων και της κατάστασης που επικρατούσε τότε στο εσωτερικό της Ελλάδας.

Στις έντονες πιέσεις της Μόσχας για αποστρατικοποίηση των νησιών της Δωδεκανήσου ο τότε Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Μάρσαλ είχε επισημάνει ότι η χώρα μας «έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει στρατιωτικές εγκαταστάσεις, για να υπερασπισθεί τα σύνορα της». Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι τα καθεστώτα αποστρατικοποίησης έχασαν το λόγο ύπαρξής τους με τη δημιουργία των συνασπισμών του ΝΑΤΟ και του συμφώνου της Βαρσοβίας, ως ασύμβατα με τη συμμετοχή χωρών σε στρατιωτικούς συνασπισμούς.

Το θεμελιώδες δικαίωμα  όμως της Ελλάδας για την στρατικοποίηση των νησιών πηγάζει από τα εξής:

Πρώτον: Σύμφωνα με το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών περί νόμιμης άμυνας σε περίπτωση απειλής στρεφομένης κατά των νησιών της ή οποιουδήποτε άλλου μέρους της επικράτειας της. Η νόμιμη άμυνα, ένα από τα σπουδαιότερα δικαιώματα της διεθνούς έννομης τάξεως, έχει χαρακτήρα αναγκαστικού δικαίου και με την ιδιότητα αυτή έχει αυξημένη νομική ισχύ και υπερισχύει όλων των άλλων διεθνών κανόνων. Όλα τα ανωτέρω υποχρεώνουν και νομιμοποιούν την Ελλάδα να προβεί στη λήψη όλων των αναγκαίων προληπτικών αμυντικών μέτρων προκειμένου να προστατεύσει τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου.

Δεύτερον: Η αναθεωρητική στρατηγική της Τουρκίας που εκδηλώνεται καθημερινά με παραβιάσεις – παραβάσεις του Ελληνικού Εναερίου Χώρου, του οποίου έχει αναλάβει την υποχρέωση να σέβεται (άρθρο 13 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης).

Τρίτον : Οι απροκάλυπτες τουρκικές απειλές σε περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 νμ, όπως έχει το νόμιμο δικαίωμα, αυτό θα αποτελέσει αιτία πολέμου (casus belli).

Τέταρτον: Ο τρόπος που ενεργεί η Τουρκία τις τελευταίες δεκαετίες, παραβιάζοντας συστηματικά τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όπως η εισβολή στην Κύπρο το 1974. Παρά τις πολυάριθμες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, συνεχίζει να διατηρεί σημαντική στρατιωτική δύναμη στα κατεχόμενα εδάφη, γεγονός το οποίο συνιστά απειλή κατά της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.

Πέμπτον: Η άνευ προηγουμένου συγκέντρωση τουρκικών στρατιωτικών μέσων και δυνάμεων, σε περιοχές και σημεία της ακτής της Μικράς Ασίας, οι οποίες στρέφονται εναντίον των ελληνικών νησιών, με δεδομένο ότι δεν υπάρχει κανείς άλλος πιθανός στόχος στην περιοχή. Η απειλή αυτή προέρχεται κυρίως από την 4η Τουρκική Στρατιά (γνωστή ως Στρατιά Αιγαίου), η οποία συγκροτεί τη «Διακλαδική Δύναμη Ειδικής Αποστολής», με Σχηματισμούς που αναλαμβάνει Υπό Διοίκηση ή Υπό Επιχειρησιακό Έλεγχο, ενώ προικοδοτείται με αεροπορικό και ναυτικό δυναμικό, ώστε να δύναται να διεξαγάγει αποβατικές, αεροκίνητες και αεραποβατικές επιχειρήσεις. Ο τρόπος εκπαίδευσης και η αποστολή της είναι καθαρά επιθετικού χαρακτήρα.

Έκτον: Το τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα της Τουρκίας και για τους τρεις κλάδους των τουρκικών Ε.Δ. που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη αλλά και αυτό που έχει προγραμματιστεί για τα επόμενα χρόνια.

Έβδομον: Η πάγια στρατηγική προσέγγιση της Άγκυρας για τη αμφισβήτηση της θαλάσσιας και χερσαίας ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, επί του οποίου η Ελλάδα απολαμβάνει πλήρη και αποτελεσματική κυριαρχία εδώ και δεκαετίες και η οποία εκδηλώνεται είτε σε ρητορικό ή σε επιχειρησιακό επίπεδο (Ίμια, γκρίζες ζώνες, κ.λπ) με ορατό σκοπό την αλλοίωση ή και ανατροπή του σημερινού καθεστώτος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.