Tα Βαλκάνια μετά την συνθήκη του Βουκουρεστίου

Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης

Μετά την λήξη του β βαλκανικού η συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913 καθόρισε τα σύνορα των βαλκανικών κρατών, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως διαμόρφωσε ένα περιβάλλον ειρήνης, ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή.

Αναλυτικότερα η ηττημένη Βουλγαρία, εκτός από την απώλεια των περισσότερων εδαφικών κερδών που είχε αποκομίσει μετά την λήξη του Α βαλκανικού πολέμου και την συνθήκη του Λονδίνου (1912) είχε να διαχειριστεί πολιτικά την απώλεια 100.000 θυμάτων που λειτουργούσαν αθροιστικά με τις απώλειες του πρόσφατου Α βαλκανικού πολέμου αλλά και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες κυρίως από τις περιοχές της Μακεδονίας. Αυτό το πλήθος των ανώνυμων Βούλγαρων εκτός από την αύξηση των βουλγαρικών δημοσίων δαπανών που απαιτούσε η περίθαλψη τους αποτέλεσαν και έναν πολύ ισχυρό πολιτικό παράγοντα που διαμόρφωσε τους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς στην Βουλγαρία και συνδιαμόρφωσε την εξωτερική πολιτική της βαλκανικής χώρας που ζητούσε την επιστροφή στις πατρίδες που σχεδόν απρόσμενα αλλά και δραματικά υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει.

Η ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε κατορθώσει να αποκαταστήσει την εδαφική της κυριαρχία στην ανατολική Θράκη στην διάρκεια του β βαλκανικού πολέμου καταλαμβάνοντας την Ανδριανούπολη. Όμως είχε απωλέσει όλες τις υπόλοιπες κτήσεις της στην βαλκανική και ταυτόχρονα ήταν υποχρεωμένη να δεχτεί εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνους πρόσφυγες.  Παράλληλα η απώλεια των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου δημιουργούσε μία μόνιμη και ταυτόχρονα στρατηγική απειλή για τα στενά των Δαρδανελίων ίσως ακόμα και για την ίδια την Κωνσταντινούπολη.

Η Σερβία με 50.000 απώλειες κατά τον δεύτερο βαλκανικό πόλεμο δεν κέρδισε ουσιαστικά εδάφη με την συνθήκη του Βουκουρεστίου και εξακολουθούσε να μην έχει πρόσβαση σε θάλασσα. Κατάσταση που όχι μόνο είχε πλήξει το σερβικό αλυτρωτικό γόητρο και έθετε σε αμφισβήτηση την νευραλγικής σημασίας για τους Σέρβους σχέση με την ομόδοξη και σλαβική Ρωσία. Αλλά δημιουργούσε τεράστια ζητήματα για την ούτως ή άλλως περιορισμένων δυνατοτήτων σερβική οικονομία καθώς την καθιστούσε έρμαιο τελωνειακών και δασμολογικών πιέσεων από τους παράκτιους γείτονες της. Εξέλιξη που δυνητικά εργαλειοποιούνταν όχι μόνο για οικονομικούς αλλά και για πολιτικούς και διιπλωματικούς λόγους.

Η Ελλάδα ήταν η θριαμβεύτρια των βαλκανικών πολέμων καθώς διπλασίασε σχεδόν την έκταση του ενώ το γεωγραφικά περιορισμένο πριν τους βαλκανικούς πολέμους ελληνικό βασίλειο των βαλκανικών πολέμων καθώς διπλασίασε σχεδόν την έκταση της ενώ το γεωγραφικά περιορισμένο πριν τους βαλκανικούς πολέμους ελληνικό βασίλειο μετεξελίχτηκε ενσωματώνοντας το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και την Κρήτη σε μία υπολογίσιμη ναυτική-θαλάσσια δύναμη που είχε πλέον και μια σημαντική χερσαία προβολή ισχύος στην βαλκανική ενδοχώρα καταλαμβάνοντας σημαντικό τμημα της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Όμως τοσο οι ελληνικές ηγεσίες όσο και η πλειοψηφία του ελληνικού λαού παρέμειναν ελάχιστα ικανοποιημένοι. Στο αμιγώς ιδεολογικό πεδίο η μεγάλη ιδέα είχε ως στόχο την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης που δεν είχε επιτευχθεί ενώ ελληνικοί πληθυσμοί βρισκόταν ακόμα εκτός των διευρυμένων ορίων του ελληνικού βασιλείου τόσο στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας όσο και των υπόλοιπων βαλκανικών κρατών.

Ταυτόχρονα η ελληνική αστική τάξη με πολιτικό εκφραστή τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο επιδίωκε να ενσωματώσει στον ελληνικό εθνικό κορμό μεγάλα αστικά κέντρα με έντονη εμπορική δραστηριότητα όπως η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη που ανθούσε το εκτός συνόρων ελληνικό κεφάλαιο. Αντίθετα η ελληνική εδαφική επέκταση στους βαλκανικούς πολέμους και την Κρήτη είχε συμπεριλάβει την φτωχή Ηπειρο, την κομβικής σημασίας αλλά όχι αμιγώς ελληνική Θεσσαλονίκη και την μακεδονική της ενδοχώρα που αναμφίβολα ήταν σπουδαία εδαφικά ερείσματα και σημαντικά στρατηγικά αναχώματα που λειτουργούσαν ως μηχανισμοί αναχαίτισης των Σλάβων γειτόνων και ευρύτερα της σλαβικής επιρροής αλλά θα υπέβαλλαν την ελληνική οικονομία σε ένα εξαιρετικά υψηλο οικονομικό κόστος ενσωμάτωσης με αμφίβολες οικονομικές αποδόσεις για το μέλλον. Ενώ στην Αθήνα οικονομικοί και πολιτικοί κύκλοι υποστήριζαν πως η διαδικασία αφομοίωσης αυτών των γεωγραφικών περιοχών θα ήταν μία εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα υπόθεση.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.