Ζωτικής σημασίας για την ΕΕ η λήξη του πολέμου στην Ουκρανία

Γράφει ο Βαγγέλης Τσούρης, πολιτικός επιστήμονας

Οι εξελίξεις στον πόλεμο που μαίνεται στη Μέση Ανατολή και η άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική κρίση στη Λωρίδα της Γάζας φαίνεται να μονοπωλούν το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας, αλλά οι εξελίξεις στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο είναι πλέον ραγδαίες και προμηνύουν δυσάρεστη έκβαση για την Ουκρανία και τους δυτικούς εταίρους της.

Οι διαδοχικές ρωσικές επιτυχίες στο πεδίο της μάχης στην περιφέρεια του Donetsk, οι συνεχείς βομβαρδισμοί της Οδησσού και η νέα ρωσική εισβολή στην περιφέρεια του   Χαρκόβου, σε συνδυασμό με τη ουκρανική λειψανδρία και την έλλειψη επαρκούς ποσότητας πυρομαχικών έχουν δημιουργήσει ένα θετικό momentum για τη Ρωσία και αρνητικές εξελίξεις για την Ουκρανία.

Η «κόπωση» των δυτικών εταίρων στην Ουκρανία είναι πλέον κάτι περισσότερο από εμφανής, παρά τις ειλικρινείς προσπάθειες που καταβάλλουν συγκεκριμένα κράτη-μέλη της ΕΕ και οι ΗΠΑ, οι οποίες «ξεμπλόκαραν» οικονομική βοήθεια ύψους $61δισ. για το Κίεβο ύστερα από μήνες. Πλέον, η στρατιωτική βοήθεια της Δύσης προς το Κίεβο αποσκοπεί στην πρόληψη της κατάρρευσης του ουκρανικού στρατού και όχι στην εκδίωξη των ρωσικών κατοχικών δυνάμεων από το διεθνώς αναγνωρισμένο ουκρανικό έδαφος. Οι ουκρανικές αποτυχίες στο πεδίο της μάχης έχουν δημιουργήσει αφενός επικριτικές, αφετέρου δικαιολογημένες «φωνές» στο εσωτερικό της Δύσης για παύση της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία

Όσον αφορά τις δυτικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία από την έναρξη του πολέμου το 2022, είναι πλέον ασφαλές να ειπωθεί ότι δεν προκάλεσαν οικονομική «αιμορραγία» στη Μόσχα ούτε οδήγησαν σε κατάρρευση της οικονομίας της. Μακροπρόθεσμα είναι σίγουρο ότι η Ρωσία θα βρεθεί αντιμέτωπη με τις σοβαρές επιπτώσεις των δυτικών κυρώσεων, αλλά για την ώρα δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο. Η ρωσική οικονομία έχει τεθεί πλέον σε καθεστώς πολέμου, έχοντας μετατραπεί σε πολεμική οικοομία. Η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις στις ενεργειακές εξαγωγές της Μόσχας, στοχεύοντας τις εξαγωγές άνθρακα και αργού πετρελαίου. Παρόλα αυτά, παρά το σημαντικό βαθμό απεξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια που πέτυχε η ΕΕ, δεν είναι δυνατή η πλήρης απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο. Αυτό συνέχισε να «ρέει» προς την ΕΕ μέσω αγωγών (π.χ. Ουγγαρία) αλλά και με τη μορφή του Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG). Παρά ταύτα, οι ενεργειακές ανάγκες της ΕΕ καλύπτονται πλέον κυρίως από τη Νορβηγία και τις ΗΠΑ. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η συζήτηση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί κυρώσεων στο ρωσικό LNG.

Οι δυτικές κυρώσεις στις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας ώθησαν το Κρεμλίνο στην ανακατεύθυνση των εξαγωγών του προς την Ασία, με την Κίνα και την Ινδία να εισάγουν αρκετά μεγάλες ποσότητες. Παράλληλα, ο «σκοτεινός στόλος» πετρελαιοφόρων βοήθησε τη Μόσχα να αποφεύγει τις δυτικές κυρώσεις και να αυξάνει τα έσοδά της από την πώληση ενέργειας, με το ρωσικό αργό να πωλείται πάνω από το πλαφόν των $60 που επέβαλε η G7.

Αξίζει να επισημανθεί και η στρατηγική σημασία των ουκρανικών εδαφών που κατέχει  η Ρωσία ύστερα από τη συμπλήρωση διετίας από την έναρξη του πολέμου. Η Μόσχα κατόρθωσε να δημιουργήσει έναν χερσαίο διάδρομο από την περιφέρεια του Lugansk έως την Κριμαία, καταλαμβάνοντας μια σειρά από σημαντικούς λιμένες, όπως αυτούς της Μαριούπολης (περιφέρεια του Donetsk) και του Berdyansk (περιφέρεια της Zaporizhzhia). Με ταχείς ρυθμούς έχει ξεκινήσει η αποκατάσταση των λιμενικών υποδομών ώστε αυτοί να αναδειχθούν μελλοντικά σε σημαντικά ρωσικά εμπορικά κέντρα στη Μαύρη και Αζοφική Θάλασσα.

Η συχνή πλέον στοχοποίηση της Οδησσού, του πιο σημαντικού ουκρανικού λιμένα στη Μαύρη Θάλασσα, ίσως είναι ενδεικτική των ρωσικών προθέσεων: απόβαση και κατάληψη της πόλης και της παραθαλάσσιας ζώνης της περιφέρειας της Οδησσού που συνορεύει με την Υπερδνειστερία και τη Ρουμανία. Μια τέτοια εξέλιξη, που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποκλειστεί, θα είναι το ύστατο πλήγμα στην Ουκρανία και τις οικονομικές προοπτικές της. Οι λιμένες της Οδησσού και της περιφέρειάς της αποτελούν σημαντικά κέντρα εξαγωγής των ουκρανικών σιτηρών προς τη Μαύρη Θάλασσα και ύστερα στις διεθνείς αγορές. Ενδεχόμενη κατάληψή τους θα σημάνει την ανάγκη ανακατεύθυνσης του συνόλου των ουκρανικών εξαγωγών (που πλέον έχουν εισέλθει σε φάση ανάκαμψης) προς την Ευρώπη, με ό,τι συνέπειες αυτή συνεπάγεται.

Η διαπραγματευτική ισχύς της Ουκρανίας βαίνει μειούμενη μέρα με τη μέρα. Αν ο ουκρανικός στρατός δεν κατορθώσει να  κρατήσει τις θέσεις του στο πεδίο της μάχης, η χώρα θα αναγκαστεί να διαπραγματευτεί μια οδυνηρή συνθήκη ειρήνης. Την ίδια στιγμή η Δύση θα υποχρεωθεί να προσφέρει εγγυήσεις ασφαλείας στο Κίεβο και να επανεξετάσει την αρχιτεκτονική ασφαλείας της. Ειδικότερα η ΕΕ, στην οποία δειλά-δειλά έχει ξεκινήσει μια κουβέντα αμυντικής ολοκλήρωσης, θα κληθεί να επανεξετάσει την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας καθώς και ποια θα είναι η θέση της Ρωσίας μέσα σε αυτήν. Ωστόσο, για να συμβεί κάτι τέτοιο, πρέπει να τερματιστεί η ουκρανική σύγκρουση.

Μετά τις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024 και την ανάδειξη της νέας «εκτελεστικής» εξουσίας (Κομισιόν), οι ιθύνοντες χάραξης πολιτικής της ΕΕ θα πρέπει να αναλογιστούν το πώς η Ένωση θα πορευτεί στο ευμετάβλητο και αβέβαιο μέλλον και ποια μορφή θα λάβει η νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας μετά την ουκρανική σύγκρουση.

Η Ρωσία δεν θα εξέλθει ισχυρότερη από τη σύγκρουση, αλλά θα έχει κατορθώσει να κατοχυρώσει εγγράφως (με συνθήκη ειρήνης) της «κόκκινες γραμμές» της, δηλαδή την ουδετερότητα της Ουκρανίας και την αποστρατιωτικοποίησή της. Είναι, επομένως, η κατάλληλη στιγμή η Δύση και – πρωτίστως- η ΕΕ να διαμορφώσουν τη στρατηγική τους για την ειρήνευση στην Ουκρανία, η οποία ωστόσο θα περιέχει οδυνηρές υποχωρήσεις από ουκρανικής πλευράς αλλά δεν θα επιτρέψει στον πρόεδρο Putin μια πλήρη κατίσχυση αξιώσεών του επί των ζωτικής σημασίας δυτικών (και ευρωπαϊκών) συμφερόντων.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.