Όταν φυσάει ο αέρας της αλλαγής πρέπει να χτίσουμε ανεμόμυλους
Γράφει ο Γιάννης Κίτσος, Οικονομολόγος – Σύμβουλος χρηματοοικονομικού και στρατηγικού σχεδιασμού
Φτάσαμε στο σημείο πλέον να φωνάξουμε «Αποσύνθεση»: ιδού η σωστή λέξη. Η εποχή του θεάματος και της πολιτικής της εικόνας, όπου ο «ίματζ μέικερ» αντικατέστησε τον «λογογράφο», που ο πολιτικός λόγος παίρνοντας τη μορφή χωρατού έχει χάσει όχι μόνο το ιδεολογικό του περιεχόμενο αλλά και το ιστορικό του υπόβαθρο και που η πολιτική ζωή επαναπροσδιορίζεται ως συνεχής κύκλος ψυχαγωγίας!!!
Μέσα σε αυτόν τον ιδεολογικό αχταρμά νεοφιλελεύθερων και νεοαριστερών, η χώρα μας πλέον αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα διακυβέρνησης: ιδού η πολιτική αστάθεια. Από κοινού έχουν καταφέρει να μετατραπούν σε όργανα φενακισμού και αύτο-αλλοτρίωσης. Αυτοί οι μεταλλαγμένοι, φιλελεύθεροι και αριστεροί, ζωντανοί νεκροί φαίνεται να έχουν καταλάβει το κράτος. Κι’ αυτή η περήφανη γενιά της μεταπολίτευσης, η συγχορδία φενακισμού τείνει στο διαπασών.
Το δόγμα τους θέλει την ελευθερία να ορίζεται κατά κύριο λόγο αρνητικά, ως απουσία καταναγκασμού, όχι ως ενεργητική μετοχή στη διαχείριση των κοινών. Η ακατάσχετη δικαιωματοκρατία υπονομεύει την ενότητα της κοινωνίας, δημιουργώντας συνομοσπονδίες μειοψηφιών οι οποίες αδιαφορούν για το γενικότερο καλό, όντας καχύποπτες η μια προς την άλλη. Η χώρα και δημοκρατία της διατρέχουν πλέον σοβαρό κίνδυνο μια κυβέρνηση να εκλέγεται από το λιγότερο του 30% του εκλογικού σώματος: ιδού και η απαξία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.
Αυτά τα ζόμπι του εκσυγχρονισμού συνεχίζουν να προσδοκούν ότι το νέο διεθνές επαναστατικό κύμα της «woke» και πράσινης ατζέντας θα σαρώσει τον δυτικό πολιτισμό και μέρος της κεφαλαιοκρατίας ανοίγοντας τον δρόμο για έναν νεοαριστεροφιλελεύθερο κόσμο των αδελφωμένων φυλών ή και φύλων. «… Θύματα της φιλελευθερο-μαρξιστικής ψευδαίσθησης, πιστεύουν ότι για μια δεδομένη ιστορική περίοδο πρέπει πάντοτε να υπάρχει, για το ίδιο επίπεδο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης η ίδια διάρθρωση ανάμεσα στις διάφορες σφαίρες της κοινωνικής ζωής και ο ίδιος ορισμός της κάθε σφαίρας», όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ενρίκε Εσκομπάρ στο εισαγωγικό του κείμενο στο σύγγραμμα του Κορνήλιου Καστοριάδης, Μπροστά στον πόλεμο.
Ένα από αυτά τα μεταλλαγμένα ζόμπι, το οποίο μας λέει ότι δεν τον ενοχλεί να «χαρακτηριστεί και μειοδότης» μάλιστα, την δεδομένη στιγμή που η χώρα αντιμετωπίζει σοβαρούς κινδύνους και προκλήσεις σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον, βρίσκεται στο τιμόνι της διπλωματίας της. Μια ομάδα από αυτά διοικεί την χώρα μέσα από το Μέγαρο Μαξίμου και την ελληνική κυβέρνηση.
Το σύστημα διακυβέρνησης αποδεικνύει καθημερινά αυτό που γράφει ο Άλντους Χάξλεϊ στο Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος: «… Η ιδανική διακυβέρνηση δεν είναι θέμα γρόνθων, αλλά γερά εγκατεστημένων οπισθίων». Μπορούμε να πούμε ότι το «Επιτελικό Κράτος» της κυβέρνησης Μητσοτάκη επανέφερε τη γραφειοκρατική τάξη στην οποία προσέβλεπαν πολλοί αριστεροί. Πρόκειται για ένα σύστημα, όπου το αξίωμα δεν υπολογίζεται σε σχέση με το επίσημο λειτούργημα, αλλά σε σχέση με την απόσταση από τον αρχηγό: ιδού και η πολιτική ευθύνη.
Τα όποια υγιή ιδεολογικά στελέχη του κυβερνητικού κόμματος πάσχουν από επιλεκτική βωβότητα (ΕΒ), γνωστή και ως εκλεκτική αλαλιά (selective mutism, SM), δεν είναι σιωπηλά επειδή είναι ντροπαλά. Η επιλεκτική βωβότητα και το κοινωνικό άγχος μπορεί να συνυπάρχουν ή όχι. Οι άνθρωποι που πάσχουν και από τις δυο αγχώδεις διαταραχές παραλύουν με κάθε αλληλεπίδραση. Ακόμα χειρότερα, η αριστεροφιλελεύθερη πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει οδηγήσει σε ιδεολογικό ευνουχισμό και αδρανοποίηση του κόμματος.
Τα γερά αυτά εγκατεστημένα οπίσθια διακατεχόμενα από μια εντελώς μανιχαϊστική λογική λειτουργούν και αλαζονικά. Χρησιμοποιούν τα στερεότυπα του «μαύρου/άσπρου», διακρίνοντας «εμάς», τα παιδιά του φωτός, από «εκείνους», τα παιδιά του κακού και του σκότους. Συγκεκριμένα, συνεχίζεται το μανιχαϊστικό αφήγημα της κυβέρνησης Σημίτη, όπου μέσα από τη μεθόδευση της σύγκρουσης γύρω από τις ταυτότητες, προσπάθησε να εγκαθιδρύσει μια νέα: από τη μια πλευρά οι εκσυγχρονιστές, και από την άλλη, οι παραδοσιοκράτες. Και τον ρόλο των εκσυγχρονιστών έχει λάβει η τότε παραδοσιοκράτες. Και οι τότε παραδοσιοκράτες δεν έχουν πλέον πολιτική στέγη. Ο αριστεροφιλεύθερος ακτιβισμός «αγιοποιείται». Οποιασδήποτε άλλης πλευράς δαιμονοποιείται!!!
Το νέο τροπάριο που ακούμε είναι ότι «όσοι δεν είναι μαζί μας» είναι «καθυστερημένοι», «εκφυλισμένοι», «απολίτιστοι» και «υπανάπτυκτοι», «ψεκασμένοι», «αρνητές», «θρησκόληπτοι», «ακραίοι» – είτε από αριστερά, είτε από δεξιά -, «προκαλούν πολιτική αστάθεια» κα. «Όσοι είναι μαζί μας» είναι με την «πλευρά της λογικής», της «πολιτικής σταθερότητας», της «αλήθειας», είναι οι «άριστοι», οι «δημοκράτες», οι «φιλελεύθεροι» κα. Κώδικες αξιών, αρχές, πνευματικές παραδόσεις χιλιετιών υποχωρούν και μαζί τους τα εναπομείναντα αναχώματα στον απόλυτο εξισωτισμό, τον μηδενισμό και μια κοινωνία χωρίς όρια και μέτρο. Μερικά παραδείγματα της αριστεροφιλελεύθερης κυβερνητικής απόληξης της μεγιστοποίησης της ελευθερίας είναι η άδεια παραμονής σε λαθρομετανάστες, η κατάχρηση εκτρώσεων, η ικανοποίηση πάσης φύσεως αιτημάτων από πάσης φύσεως μειονότητες.
Στην πραγματικότητα, εκείνο που έχει συμβεί στην χώρα είναι το ακριβώς αντίθετο του φιλελευθερισμού: η σκλήρυνση του δόγματος και του νοήματος, το οποίο μετέφερε η «επιστήμη», η «τεχνολογία», η «λογική», η «ελευθερία» σε «αλήθεια». Γιατί αν μια τέτοια αλήθεια επεφύλασσε για τον εαυτό της το δικαίωμα να κρίνει οτιδήποτε ως φασισμό. Ο φιλελευθερισμός που ευαγγελίζονται δεν είναι παρά μια μορφή καταπίεσης και διανοητικής προκατάληψης.
Και εδώ ερχόμαστε πλέον στην ουσία. Η κοινωνία πολιτών με τα ψευτοδιλήμματα που θέτει το αποτυχημένο «Επιτελικό Κράτος» του πρωθυπουργού έχει αρχίσει να καταλαβαίνει αυτό που γράφει ο Γκαίτε, ότι «κανείς δεν είναι πιο υποδουλωμένος από εκείνον που ψευδώς νομίζει ότι είναι ελεύθερος». Έχει αρχίσει να καταλαβαίνει ότι υπάρχουν φωνές που δεν παριστάνουν τον άνθρωπο του λαού, τουτέστιν δεν λαϊκίζουν. Είναι εκείνες οι φωνές που μιλούν εξ ονόματος του και που είναι εκείνες που μπορούν να συνδέσουν ομαλά την πολιτική κοινωνία με το Κράτος, να βρουν τον ζητούμενο αυτόν «κοινό τόπο». Και όποιος δεν συναινεί στην υποδούλωση αυτή, διαγράφεται. Και μια από αυτές τις διαχρονικές φωνές είναι του Αντώνη Σαμαρά… για να διαγραφεί.
Εδώ που έχει φτάσει η χώρα ή βυθίζει κανείς το κεφάλι του στην άμμο. Ή πάλι παίρνει τον κίνδυνο να διαμορφώσει γνώμη μπροστά στα γεγονότα χρησιμοποιώντας όσο καλύτερα γίνεται τις πληροφορίες και την κρίση που διαθέτει και να διατυπώσει την γνώμη αυτή. «Η πολιτική ζωή», γράφει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο Μπροστά στον πόλεμο, «βασίζεται αναγκαστικά στη γνώμη, στη δόξα. Δεν υπάρχει επιστήμη των μελλοντικών και των «ενδεχομένων». Όμως χωρίς θεώρηση των μελλόντων δεν υπάρχει καμμία δυνατή στάση και πολιτική δραστηριότητα».
Ο Αντώνης Σαμαράς ήταν ο μόνος ηγέτης της μεταπολίτευσης που δεν βύθισε ποτέ το κεφάλι του στην άμμο. Και το πλήρωσε πολλές φορές τόσο προσωπικά όσο και πολιτικά. Πάντα προειδοποιούσε δημόσια για τους κινδύνους και πάντα έβγαινε δικαιωμένος ως προς την γνώμη και δόξα που διατύπωνε. Από την δεκαετία του 80’ προειδοποιούσε για τους δημοσιονομικούς κινδύνους της χώρας. Από την δεκαετία του 90’ για τους εθνικούς κινδύνους με τους γείτονες μας. Γι’ αυτά τα οποία βιώνει σήμερα η χώρα αλλά και για το γενικότερο διεθνές περιβάλλον είχε προειδοποιήσει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Γι’ αυτό και ήταν πάντα εκείνος ο οποίος είχε ξεκάθαρο σχέδιο και στρατηγική για την χώρα. Ήταν ο μόνος που συνειδητοποίησε συνολικά αυτό που λένε οι Κινέζοι, ότι «όταν φυσάει ο αέρας της αλλαγής πρέπει να χτίσουμε ανεμόμυλους». Και το έκανε πράξη.
Ο Αντώνης Σαμαράς, ως Πρωθυπουργός, ανέλαβε όλο το βάρος των διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές της χώρας, ξεκίνησε την σε βάθος δημοσιονομική της εξυγίανση, έλαβε δύσκολα αλλά αναγκαία μέτρα μεταρρύθμισης, δημιούργησε συνθήκες εισροής ξένων άμεσων επενδύσεων, διαχειρίστηκε με επιτυχία το προσφυγικό-μεταναστευτικό και αναβάθμισε τη διπλωματία της μέσα από τη δημιουργία στρατηγικών συμμαχιών και πολλά άλλα. Συνολικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπερασπίστηκε με σθένος και με κόστος ακόμα και την προσωπική του υγεία τα εθνικά συμφέροντα της.
Ο Αντώνης Σαμαράς, έχοντας ως μοναδικό του μοναδικό οδηγό το συμφέρον της πατρίδας, πρώτος, κατάλαβε ότι καμία ουσιαστική στρατηγική συζήτηση δεν είναι δυνατή αν δεν αφήσει στην άκρη τα ειρηνιστικά και περιβαλλοντικά ιδεολογήματα. Η εθνική στρατηγική δεν είναι ούτε «δεξιά», ούτε «αριστερή», ούτε «εθνική», ούτε «διεθνιστική», πολλώ δε μάλλον εκφρασμένη ως «μη κυβερνητική οργάνωση».
Και μέσα σε 15 περίπου έτη από την πρόσφατη παγκόσμια οικονομική κρίση ο κόσμος αλλάζει και πάλι. Η χώρα για να καταφέρει να κτίσει τους απαραίτητους ανεμόμυλους, μέσα σε μια περίοδο έντονων αλλαγών, διεθνών αναταράξεων, σοβαρών κινδύνων και προκλήσεων και πολιτικής αστάθειας, χρειάζεται για μια ακόμα φορά έναν ηγέτη με την αγάπη για την πατρίδα, το πολιτικό εκτόπισμα, πετυχημένο ιστορικό, διεθνή αναγνώριση και εμπειρία του Αντώνη Σαμαρά. Να το πω καθαρά κι έξω από τα δόντια: η χώρα χρειάζεται για μια ακόμα φορά τον Αντώνη Σαμαρά!!!