(Δυστυχώς) δεν μπορεί να μάθεις σ’ ένα γέρικο σκυλί νέα «κόλπα»!
Γράφει ο Νικήτας Καστής, Εμπειρογνώμονας Εκπαίδευσης & Ανάπτυξης – Mind2Innovate
Μια και οι παροιμίες είναι στην ημερήσια διάταξη, να θυμίσω και μια Βρετανική, περί των γέρικων σκύλων, “… that you can’t teach an old dog new tricks” που μούρχεται στο μυαλό παρακολουθώντας τη συνολική παρουσία του Έλληνα πρωθυπουργού, κατά την επίσκεψη του στις ΗΠΑ αλλά και στη συνέχεια στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής.
Παρά το σχετικά νεαρό της ηλικίας του, ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να θεωρείται ένα πραγματικά “γέρικο σκυλί” στην ελληνική πολιτική σκηνή. Σκεφθείτε μόνον πόσα ήδη χρόνια είναι ενεργός στο κομματικό-παραταξιακό κουρμπέτι, τουλάχιστον από την ηλικία των 14 ετών! Τί θέλω να πω μ’ αυτό; Ότι, δυστυχώς, γι’ αυτόν και τους ομοίους του, και το χειρότερο για την ελληνική κοινωνία, όσο “unlearning” – για να ταιριάξω έναν συχνά πια χρησιμοποιούμενον όρον της επιστήμης της μάθησης – και αν “υποστεί”, κατά την κυβερνητική του θητεία και δια των εξ αυτής ευκαιριών (εμπειριών) που του προσφέρονται, ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν μπορεί να “ξεμάθει” συνήθειες και οπτικές, βαθιά ριζωμένες στον τρόπο που σκέπτεται και έτσι θα υπολείπεται πάντα των περιστάσεων. Γιατί δεν έχει έγκαιρα, δυστυχώς για μας, αποκτήσει την ικανότητα να μαθαίνει μέσω αυτών των εμπειριών και έτσι να μπορεί να καταστεί αποτελεσματικός, με την πάροδο του χρόνου και στις ανάλογες περιστάσεις. Αφού μάθαινε σε «άλλην πίστα», αυτήν της κυρίαρχης κομμουνιστογενούς αριστεράς στην Ελλάδα, βασικά να διεκδικεί και όχι να κυβερνά – ούτε και να μαθαίνει να κυβερνά. Και αυτή του η ανεπάρκεια αναδεικνύεται ιδιαίτερα στις διεθνείς και μάλιστα τις δημόσιες επαφές του.
Τρανό παράδειγμα, η αντίδρασή του, απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση και σχολιάζοντας τη δηλωτική της υπόρρητης “ατζέντας” των συζητήσεών τους αναφορά του Προέδρου Trump, στη “συμφωνία” (συμβόλαιο, “deal”) αναβάθμισης των F16, η οποία πήρε μάλιστα τη μορφή “αναγγελίας”. Τι βρήκε λοιπόν ο Έλληνας Πρωθυπουργός να πει, πέραν των γενικόλογων αναφορών στα περί των κοινών προσπαθειών για την ειρήνη (“νομιμοποιητική” πρακτική κάθε αμυντικού-εξοπλιστικού προγράμματος σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης); Δήλωσε λοιπόν ότι ο ίδιος μοιράζεται “κοινές αξίες” με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ! Ο οποίος, όχι τυχαία, έχει αναγνωρισθεί από όλους τους σοβαρούς αναλυτές στον κόσμο ως η επιτομή του λαϊκιστή ηγέτη του 21ου αιώνα – και δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στους λαϊκιστές ηγέτες του 20ου αι., γιατί θα ξυπνήσουμε εφιάλτες! Γιατί λοιπόν ο ανεπίδεκτος Πρωθυπουργός έκανε αυτήν την καθαρά πολιτική αναφορά;
Νομίζω για δύο ταυτόχρονα διαφορετικούς αλλά και συμπληρωματικούς στόχους.
Για να είναι καταρχήν αρεστός, να κάνει εντύπωση, λέγοντας κάτι πομπώδες – όπως ο ίδιος μπορεί να το κρίνει με βάση την περιορισμένη ικανότητά του για αίσθηση του “μέτρου”. Εξού και ο λόγος περί “κοινών αξιών”, που τις μοιράζεται με τον διεθνή “οδηγό” του πολιτικού (εθνικο-)λαϊκισμού! Αλλά, επιπλέον και βαθύτερα, γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο “αντιλαμβάνεται πολιτικά” τις διεθνείς και συνδεόμενες εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Γιατί δηλαδή, όντας ανεπίδεκτος, ευκολύνεται να βλέπει τον κόσμο στην αντίστιξη του μαύρου-άσπρου, χωρίς καθόλου γκρι. Και γι’ αυτό, άλλωστε, και στην πρόσφατα δημοσιευμένη συνέντευξή του σε ελληνική εφημερίδα, ο Πρωθυπουργός αναφέρεται στη σχέση με τους ΑΝΕΛ, με τον χαρακτηρισμό της ως πολιτικής σχέσης με προοπτική!
Θα ήθελα κατά συνέπεια να προτείνω, στη μείζονα καθώς και στην ελάσσονα αντιπολίτευση, τουλάχιστον προς τις παρατάξεις εκείνες – ορισμένες υπό διαμόρφωση – που κατά τα δηλούμενά τους τάσονται με την πρόοδο και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας και που φαίνεται ότι αντιλαμβάνονται, ως έναν βαθμόν, ότι το γηράσκον με ταχύτητα ανθρώπινο δυναμικό επιβάλλει στη γηράσκουσα δημογραφικά ελληνική κοινωνία να φροντίσει για τη βελτίωση των προοπτικών των επόμενων γενιών, μέσω συντεταγμένων προγραμμάτων δημοσιονομικής σταθερότητας και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, να λάβουν σοβαρά υπόψη τους τα εξής. Καταρχήν ότι ο κύριος Αλ. Τσίπρας, ως παλιά “πολιτική καραβάνα”, αντιλαμβάνεται ότι είναι δύσκολο να οικειοποιηθεί και διατηρήσει τον χαρακτηρισμό του μέλους της “ευρωπαϊκής οικογένειας” της σοσιαλδημοκρατίας, όταν πάψει να κυβερνά ή να αποτελεί ισχυρή, ρυθμιστική δύναμη στο ελληνικό σκηνικό.
Ο ίδιος, και η “κυβερνητική” του ομάδα, καταλαβαίνουν επίσης ότι, και παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες των “αριστερών” του ΠΑΣΟΚ, δεν έχουν άλλον δρόμο για να παραμείνουν επικεφαλής μιας υπολογίσιμης πολιτικής δύναμης, στον ορίζοντα της πενταετίας, παρά αυτόν της τωρινής και μελλοντικής συμπαράταξης και οργανικής διασύνδεσης με τον (έστω) “δεξιό” λαϊκισμό. Γιατί, εξαιτίας και της περιορισμένης μαθησιακής τους και εξ αυτής της αναλυτικής και προσαρμοστικής τους ικανότητας, ο κ. Αλ. Τσίπρας και οι συν αυτώ δεν μπορούν να δουν παρά την άνοδο στο και την αξιοποίηση του διεθνώς αναδυόμενου ρεύματος του λαϊκισμού, με εθνικιστικές κατά περίπτωση “πινελιές”, όπου χρειάζεται. Και βέβαια, όπως η ιστορία έχει διδάξει – όχι δυστυχώς και τον νυν Πρωθυπουργό της Ελλάδας (είναι σίγουρο ότι λίγη σχέση είχε με την παιδεία ο Αλ. Τσίπρας ως μαθητής) – η πολιτική αξιοποίηση αυτών των κοινωνικών τάσεων και των “συγγενών” πολιτικών μορφωμάτων αποδεικνύεται καταστροφική για τους ίδιους τους πολιτικούς “ηγέτες-οδηγούς”, αφού φευ έχουν μεσολαβήσει σημαντικές καταστροφές στον κοινωνικοοικονομικό ιστό!
Ιδού, λοιπόν, πεδίο δόξης λαμπρό, για την προοδευτική σκέψη και για τον πολιτικό και κοινωνικό εκσυγχρονισμό της Ελλάδας και γ’ αυτούς που θέλουν να τον εκπροσωπήσουν, με συνέπεια και αποτελεσματικά, στην τρέχουσα συγκυρία των αρχών του 21ου αιώνα. Αφού βέβαια προηγουμένως αντιληφθούν ότι, σε υπέρβαση του παραδοσιακού και παρωχημένου κατ’ επίφαση διπόλου “αριστεράς” και “διεξιάς”, κύριος πολιτικός “αντίπαλος” της προοδευτικής σκέψης και της εφαρμογής των αρχών και υιοθέτησης των αξιών των ανοικτών κοινωνιών και της διασφάλισης των κάθε μορφής ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και των ίσων ευκαιριών, είναι ο αναδυόμενος εθνικολαϊκισμός, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και αλλού και μάλιστα στις ΗΠΑ.
Και θα πρέπει τα πολιτικά στελέχη των προοδευτικών παρατάξεων καθώς και αυτών που επικαλούνται την προοδευτική και φιλελεύθερη σκέψη ως πολιτικό πλαίσιο αναφοράς, αλλά και σε πολλούς υποψιασμένους και ευαισθητοποιημένους πολίτες, να πάψουν να αναζητούν τον συνεκτικό ιστό μιας παρωχημένης αριστεράς στην επιδίωξη και θεσμική αναγνώριση των ατομικών δικαιωμάτων, που έχει εισάγει κουτοπόνηρα η “κυβερνώσα αριστερά” στον τρέχοντα πολιτικό διάλογο. Πρόκειται για κουτοπονηριά και ταυτόχρονα αφέλεια, εκ μέρους των πολιτικών εκπροσώπων της “παραδοσιακής” μεταρρυθμιστικής αριστεράς, μαζί και του “σοσιαλιστικού” ΠΑΣΟΚ. Δεν είναι τόσον πολύπλοκο. Αρκεί μόνον να σκεφθούν ότι η πολιτική επικυριαρχία του εθνικολαϊκισμού δεν θα ανατρέψει, με την “νομιμοποιημένη” πλέον κοινωνική ισχύ του, μόνον τα πρόσφατα θεσμοθετημένα δικαιώματα αλλά θα επιμείνει να οδηγήσει και στη de-facto έκπτωση και άλλων «βασικών» δικαιωμάτων, όπως αυτών της πρόσβασης σε αξιοπρεπείς υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης και ασφάλειας και – γιατί όχι – εντέλει και της πολιτικής ελευθερίας.