Με θετικό πρόσημο παρά τα “απρόσκλητα” εμπόδια
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος, Συγγραφέας
Βράδυ 7ης Ιουλίου 2019. Η ΝΔ καταγάγει μια μεγάλη εκλογική νίκη αγγίζοντας το 40% των ψηφοφόρων, ποσοστό αδιανόητο μέσα στα χρόνια της μνημονιακής σύγκρουσης και του κομματικού κατακερματισμού. Το αίτημα της απαλλαγής, από την υπεροφορολόγηση, τις ψεύτικες υποσχέσεις, τη χαμένη διεθνή αξιοπιστία και την υφεσιακή στροφή με το κερασάκι των κεφαλαιακών ελέγχων που έφερε η… πρώτη φορά Αριστερά, συσπείρωσε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα γύρω από τον μετριοπαθή, μη λαϊκίστικο λόγο του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Δεν παρουσιάστηκε ως ένας ακόμα λαθρεπιβάτης της εξουσίας, έτοιμος να μοιράσει φρούδες ελπίδες και οικονομικά ανταλλάγματα. Δεν στηρίχτηκε αποκλειστικά στην απογοήτευση από την αριστερή διακυβέρνηση. Η ανάπτυξη και οι επενδύσεις, οι μεταρρυθμίσεις και το ψηφιακό κράτος, η ποιότητα ζωής και η ασφάλεια, αποτέλεσαν κεντρικούς άξονες του προεκλογικού μηνύματος της ΝΔ, που απέφυγε τις ακρότητες, τις εντάσεις και τις συγκρούσεις, δίνοντας συγκεκριμένο όραμα για την μετά μνημονιακής εποχή.
Και όντως αυτές υπήρξαν εξαρχής οι βασικές προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης. Μπορεί το σχήμα, γιαια ακόμη φορά, να μην ήταν μικρό κι ευέλικτο. Μπορεί για κάποιους η αξιοποίηση ατόμων προερχόμενων από άλλους χώρους να ήταν δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με τη συνεισφορά τους στην εκλογική επικράτηση. Ομως η λειτουργικότητα κινήθηκε σε υψηλά επίπεδα κι όπου χρειάστηκαν διορθώσεις πραγματοποιήθηκαν άμεσα, όπως πχ. με την επαναφορά του υπ. Μετανάστευσης.
Οι φορολογικές ελαφρύνσεις βρέθηκαν μέσα στις πρώτες ανακοινώσεις. Η ψηφιοποίηση των δημοσίων υπηρεσιών προχώρησε με ταχύτατα βήματα. Οι ασφαλιστικές ανισορροπίες του νόμου Κατρούγκαλου διορθώθηκαν. Η επενδυτική εγρήγορση έδωσε κίνητρο και ώθηση σε ενδιαφερόμενους. Η καθαρότητα των θέσεων αύξησε το διεθνές κύρος μας. Τα Εξάρχεια έπαψαν να θεωρούνται άβατο για την Αστυνομία.
Και στη διαχείριση κρίσεων οι αντιδράσεις υπήρξαν ουσιαστικές και αποτελεσαματικές. Το μεταναστευτικό, ένα διαρκές, πολυεπίπεδο πρόβλημα, έφθασε στα όρια του με την εργαλειοποίηση του από την Τουρκία στα πρόσφατα γεγονότα του Έβρου. Η αποτροπή μαζικών ροών έδωσε το μήνυμα στη γείτονα ότι δεν θα της επιτραπεί να χρησιμοποιήσει αυτό το θέμα ως μέσο πίεσης για τη διευθέτηση διμερών θεμάτων.
Κι εκεί που το 2020 έδειχνε ως η πιθανή οριστική στροφή μακριά από το σκληρό παρελθόν, ήρθε κι η πανδημία του κορωνοϊού να σκόρπισε τον τρόμο και να παγώσει την οικονομική δραστηριότητα. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να πείσεις έναν ατίθασο λαό να πειθαρχήσει σε κανόνες, ακόμη κι αν πρόκειται για το δικό του άλλο. Ούτε βέβαια είναι απλό το να διασφαλίσεις ότι οι δεδομένες, οικονομικές επιπτώσεις θα είναι οι μικρότερες δυνατές.
Οι προκλήσεις παραμένουν πολλές. Η οικονομία για να επανέλθει στα προ καραντίνας επίπεδα θα χρειαστεί σημαντική ανάπτυξη τα επόμενα δύο χρόνια, φτάνοντας επί της ουσίας κοντά στο τέλος της τετραετίας με το ΑΕΠ εκεί που βρισκόταν στα τέλη του 2019.
Το μεταναστευτικό δεν λύνεται με τη μετακίνηση στην ενδοχώρα και τη “νομιμοποίηση” χιλιάδων λαθρομεταναστών που καμιά σχέση δεν έχουν με την ιδιότητα του πρόσφυγα . Ούτε ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν χαρακτήριζε, προεκλογικά, επαρκή αυτή τη λύση.
Τα εθνικά θέματα βρίσκονται σε κρίσιμη καμπή.
Τα Σκόπια δεν τηρούν ούτε αυτή την κατάπτυστη Συμφωνία των Πρεσπών κι εμείς οφείλουμε να προβάλλουμε σθεναρές αντιδράσεις στην προοπτική εισόδου τους στην Ε.Ε. υπό αυτές τις προϋποθέσεις.
Η δε Τουρκία προκαλεί στο μέγιστο βαθμό προσδοκώντας, με όχημα μια συμφωνία σε μειωμένη επήρεια του Καστελόριζου στην ΑΟΖ (που θα μπορούσε να έχει επιβεβαιωθεί από μια σχετική προηγούμενη συμφωνία μας με την Αίγυπτο), να αποκτήσει καθοριστικό ρόλο στο ενεργειακό παιχνίδι της Αν. Μεσογείου. Οι παγίδες που στήνει ο Ερντογάν δεν πρέπει να μετατραπούν σε συμβιβσστική, εθνική λαιμητόμο.
Μία δύσκολη, λοιπόν, πρώτη χρονιά με επιτυχίες, απρόσμενα εμπόδια και ανοιχτές προκλήσεις. Όλοι ευχόμαστε τα πράγματα να πάνε καλά για την πατρίδα και τους πολίτες της και οι επιτυχίες να συνεχισθούν και να πολλαπλασιαστούν μέσα στα επόμενα χρόνια, δίχως νέους σκόπελους.