Τα… χαϊβάνια του Αιγαίου;
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Το γεγονός ότι οι ελληνικές βουλευτικές εκλογές θα συνέπιπταν με την ανάδειξη νέου Προέδρου στην Τουρκία, είχε σημάνει από πολύ νωρίς καμπανάκι εγρήγορσης για πιθανές περαιτέρω τουρκικές προκλήσεις, ειδικά στο Αιγαίο, αν όχι και στη Θράκη. Το θεωρητικά, κοινοβουλευτικά νεκρό διάστημα ανάμεσα στις πιθανές δύο κάλπες, άφηνε ένα περιθώριο εκρηκτικών ελιγμών στους Τούρκους, το οποίο θα μπορούσε να δημιουργήσει νέα δεδομένα, όπως αυτά που προέκυψαν μετά τα Ίμια.
Αυτό που προκαλεί εντύπωση, τις τελευταίες ημέρες κι ενώ η προεκλογική περίοδος έχει ήδη αρχίσει, είναι η σπουδή με την οποία στελέχη από όλο το πολιτικό φάσμα, εμφανίζονται να δικαιολογούν έως ένα βαθμό τις τουρκικές διεκδικήσεις, να θεωρούν ξανά “εθνικισμό” τα 12 μίλια, να προτρέπουν σε κάποιου είδους συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων του Αιγαίου, να τονίζουν την πάση θυσία διατήρηση των συνθηκών “καλής γειτονίας”, να φθάνουν μέχρι και στο σημείο να προτείνουν τακτοποίηση των διαφορών μας με μπούσουλα την συμφωνία των Πρεσπών!
Κι αν για ορισμένους εξ αυτών, οι τοποθετήσεις τους αποτελούν πάγιες κομματικές θέσεις, όπως στο ΠΑΣΟΚ, ή και “ένδοξη” προϊστορία, όπως η παραχώρηση ανύπαρκτης εθνικής ταυτότητας και γλώσσας στους Σκοπιανούς, διευρύνοντας παρά περιορίζοντας τις αλυτρωτικές βλέψεις των Σκοπιανών, όπως στον ΣΥΡΙΖΑ, παραμένει η απορία γιατί στελέχη της κυβερνητικής παράταξης επιλέγουν αυτή την κρίσιμη στιγμή να την πληγώσουν, αφήνοντας υπονοούμενα για αλλαγή κατεύθυνσης στην εθνική μας πολιτική που δεν συνάδει με τις εξαγγελίες και τις αρχές του κόμματος.
Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε προσωπικές απόψεις, τα λεγόμενα ενός πρωθυπουργικού συμβούλου ή ακόμη κι ενός νεότευκτου στελέχους στο περιβάλλον στου ηγέτη της χώρας, αλλά τέτοιες παρεμβάσεις όταν προέρχονται από πρώην υπουργό Εξωτερικών με τεράστια εμπειρία και βαθιά γνώση του αντικειμένου, μόνο ανησυχία προκαλούν. Το ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι παρά την απόσταση που έχουν αυτές οι θέσεις από το επίσημο πρόγραμμα της ΝΔ, δεν υπήρξε ούτε δημόσια, ούτε έστω μέσω διαρροών επιχείρηση αποκήρυξης τους.
Αν δεν υπήρχε απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρωθυπουργική προσήλωση στις διαχρονικές εθνικές απόψεις περί των ελληνοτουρκικών, δεν θα ήταν παράταιρο να αναρωτηθεί κανείς αν κάποιοι κύκλοι που διαρρέουν οριζόντια το πολιτικό σύστημα απεργάζονται απευκταία σενάρια “συνθηκολόγησης” με την Τουρκία, αν μάλιστα οδηγηθούμε σε μια πιο αδύναμη δικομματική ή τρικομματική νέα κυβέρνηση. Γι’ αυτό και τα εθνικά θέματα αποτελούν έναν επιπρόσθετο παράγοντα ανάγκης εκλογής μιας απολύτως σταθερής κυβέρνησης που δεν θα άγεται και θα φέρεται από τις ετερόκλητες απαιτήσεις των συνιστωσών της αλλά θα λογοδοτεί στην κοινωνία για καθετί από όσα προεκλογικά υποσχέθηκε.