O tempora o mores

Γράφει ο Παναγιώτης Τριανταφυλλίδης, Φοιτητής Κλασικής Φιλολογίας ΑΠΘ

Στις μέρες μας παρατηρείται μία διαρκής και ολοένα εντονότερη υποβάθμιση των κλασικών σπουδών. Δυστυχώς το γεγονός περνάει αψήφιστα τόσο από τους ίδιους τους φιλολογούς, που ένω διαφωνούν, δεν προχωρούν έμπρακτα σε κινήσεις, πέραν κάποιων – ως ένα βαθμό και τυπικών- γραπτών επιστολών ή δημοσίων τοποθετήσεων, που ωστόσο δυστυχώς δε λαμβάνονται υπ’ όψιν, καθώς εκλαμβάνονται ως μία ήπια αντίδραση, σε ένα πρόβλημα βαθύτερο της κατάργησης ένος μαθημάτος και της αντικατάστασής ή περιορισμού διδασκαλίας του, όπως προβάλλεται και δυστυχώς αντιμετωπίζεται. Τι σημαίνει όμως στην πράξη η υποτίμηση των αρχαίων Ελληνικών και η κατάργηση των Λατινικών στο πνευματικό επίπεδο των μαθητών και στο γλωσσικό τους υπόβαθρο; Σαφώς κατι βαθύτερο από την κατάργηση της διδασκαλίας.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τόσο τα Αρχαια Ελληνικά, όσο και τα Λατινικά αποτελούν κοιτίδες πολιτισμικού πνεύματος σαν ένα ενιαίο σύνολο και σώμα των κλασικών κειμένων. Μεταφέρουν αξίες και ιδανικά – που εκφρασμένα υπό διαφορετικό πρίσμα και ερμηνευόμενα υπό διαφορετική οπτική- παραμένουν πάντα επίκαιρα και διαχρονικά και διαμόρφωνουν – έμμεσα και μη πρόδηλα – σκεφτόμενους πολίτες, με κριτική σκέψη, δεδομένου ότι πέραν του εξ ορισμού προταρχικού τους νοήματος, μπορεί να υπολανθάνουν και άλλα μηνύματα, διαφορετικά για κάθε αναγνώστη.

Ακόμη και οι δύο – νεκρές γλωσσολογικά-(και μονο) γλώσσες, ενυπάρχουν σε πληθώρα σύγχρονων γλωσσών. Συγκεκριμένα, πλήθως λέξεων ευρωπαϊκών γλωσσών έχει ελληνική προέλευσή, ενώ οι λατινογενείς γλώσσες έχουν παρόμοια συντακτική δομή με τη λατινική και λεξιλόγιο με κοινές ρίζες. . Μάλιστα και οι δύο γλώσσες αποτελούν τη βάση πληθώρας επιστημών και γνώση τους δίνει μία βαθύτερη κατανόηση του πολιτισμικού γίγνεσθαι της τότε εποχής που συνέβαλε και στη διαμόρφωση όλου του ελληνικού και εν γένει ευρωπαϊκού πολιτισμού. Θα μου πείτε, διαφαίνονται εμπράκτως όλα αυτά, με τη διδασκαλία αυτων των μαθημάτων στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα;

Προφανώς και όχι και στο σημείο αυτό θα εκφράσω και μία απόρια μου – ξεφέυγοντας κάπως από το θέμα- για το πόσο πιο εποικοδομητική θα ηταν η διδασκαλία αυτών το μαθημάτων αν επιχειρούνταν μία πιο γλωσσολογική τους προσέγγιση και συσχετισμός τους με σύγχρονες γλώσσες και δεν αποστηθίζονταν μηχανιστικά γραμματικοί τύποι και συντακτικές παρατηρήσεις και μετατροπές. Εδώ θα ήθελα να αναφέρω και το έτερο παράδοξο του όλου πράγματος, ότι ο νύν υπουργός παιδείας είναι πλέον ομότιμος καθηγητής της Ιστορίας των Επιστημών, οπότε διερωτάται κανείς πώς δε διέκρινε σε αυτές την λατινική και αρχαία ελληνική γλώσσα.

Έτσι περνάμε και σε ένα αλλο ζήτημα ιδιαίτερα διαδεδομένο, που αφορά την καινοφανή και φαινομενικά ρηξικέλευθη τοποθέτηση ότι σημασία δεν έχει η εκμάθηση του ιστορικού, γλωσσικού και πολιτισμικού παρελθόντος, αλλά η συνειδητοποίηση του αντίστοιχου παρόντος. Ομολογούμενως αυτή η τοποθέτηση ακούγεται μεγαλειώδης και περισπούδαστη, αλλά συνιστά απλά μία επίπλαστη, ανεδαφική και κενόδοξη παρατήρηση για τον έξης λόγω: πώς παρακάμπτοντας κάποιος το παρελθόν, μπορεί να μιλήσει για παρόν;

Πώς δηλαδή, χωρίς την αρχαία ιστορία – και εδώ υπεισερχόμαστε και στον τρίτο τομέα υποβάθμισης των ανθρωπιστικών σπουδών- μπορεί κανεις να μιλά για νεότερη; Πώς χωρίς τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά, μπορείς κανείς να γνωρίζει τη βαθυτερή δομή και φιλοσοφία της ελληνικής και άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών αντίστοιχα; Πώς μπορεί να δει τη διαχρονική εξέλιξη μιας λέξης και γλώσσας εν γένει και να κατανοήσει των τρόπο ορθογραφίας της χωρίς να τη γράψει και να τη μάθει μηχανιστικά, λες και πρόκειται για τηλεφωνικό αριθμό; Πώς να αντιληφθεί τις συντακτικές δομές χωρίς να αποστηθίζει άσκοπα λέξεις που αποτελούν επιρρηματικά κατηγορούμενα του τρόπου ή να αναγνωρίζει δευτερεύουσες προτάσεις, που δηλώνουν σχέσεις αιτίου- αιτιατού ωσάν φρενοβλαβής; Πώς θα προσεγγίσει ερμηνευτικά ένα κείμενο, χωρίς τη μετάφρασή του, διότι διαφορετικά απλά θα αλλάξει το περιεχόμενο και όχι η απόστηθιση καθεαυτή καθώς ο μαθητής πλέον θα αποστηθίζει ερμηνευτικά σχόλια αντί για τη μετάφραση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κατανόηση ενός κειμένου και κυρίως την επίδρασή του στο τρόπο σκέψης του αποδέκτη του.

Τέλος ένα – ίσως λιγότερο σημαντικό, μα πάντως οχι αμελητέο- ζήτημα που ανακύπτει είναι το μέλλον των κλασικών σπουδων σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Πώς να υπάρξει ουσιαστική έρευνα και επίπεδο σπουδών οταν οι μαθητές θα είσαγονται με (ακόμα πιο) ελλειπείς έως και μηδαμινές γνώσεις; Πώς θα έχει βάσεις ωστέ να χτίσει με την πάροδο του χρόνου ένα μη σαθρό υπόβαθρο; Πώς θα γίνεται και θα διαρθρώνεται χρονικά η πανεπιστημιακή διδασκαλία και άλλα πολλά ερωτήματα που χρήζουν απάντησης αλλά δεν απαντώνται μέσω ενός άρθρου. Σε κάθε περίπτωση πάντως η οποια απαγκίστρωση από το παρελθόν θα είναι επιζήμια για όλους τους παραπάνω λόγους και η επιδίωξή της κάνει έκδηλη ξεκάθαρα την ιδεοληπτική αντίληψη των κυβερνώντων περι των κλασικών και ανθρωπιστικών σπουδών εν γένει. Ας ελπίσουμε λοιπόν οτι η κυβέρνηση θα συνειδητοποιήσει την αδιέξοδη επιχειρούμενη τελμάτωση και όλα αυτά θα παραμείνουν απλά σκέψεις ουτοπικής και δήθεν προοδευτικής αλλαγής.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.