Ο Ηγεμόνας στο ντιβάνι
Γράφει ο Γεώργιος Λ. Κωνσταντόπουλος, Νομικός
Η αφήγηση του Κωνσταντίνου Μανίκα, στο πρώτο του μυθιστόρημα “Στην Ψυχή του Ηγεμόνα”, ομοιάζει με κορινθιακό κιονόκρανο∙ πολύπτυχη, πληθωρική, καλλιεπής και ενίοτε παιγνιώδης- φανερώνει απροκάλυπτα, πώς, έτσι, επίμοχθα σφυρηλατήθηκε στο αμόνι της γραφής με ακαταγώνιστη επιμονή και αγέρωχη υπομονή. Δεν εκπίπτει όμως σε πλαδαρή αδολεσχία, δεν δολιχοδρομεί. Υποτάσσεται η ενθουσιώδης (παρθενική γαρ) γραφίδα, όπως ακριβώς το κιονόκρανο στο επιστύλιο πριν την ανάδυση της ζωφόρου, στην υπηρεσία του συγγραφέα, στην γενναία δηλαδή απόπειρα να ψυχογραφήσει τον Ηγεμόνα- προϋποθέτοντας ότι εκείνος έχει (;) Ψυχή…
Στο τελευταίο κεφάλαιο, σε μια de profundis εξομολόγηση (απολογία ή πανηγυρικός άραγε;) του Λευτέρη, του κεντρικού ήρωα, το παιχνίδισμα των δακτύλων -η εξωτερίκευση της ακροβασίας της ψυχής- δεν κατασφαλίζει βεβαιωμένες απαντήσεις αλλά καλεί σε μια εναγώνια (όχι αγωνιώδη αλλά αγωνιστική- όπως μάλιστα την εννοούσαν οι αρχαίοι Έλληνες) αναζήτηση του βεμπερικού ιδεότυπου του «Ηγεμόνα».
Το βιβλίο δεν κατατάσσεται αυθωρεί σε μια κατηγορία, δρέπει εξόχως στοιχεία τόσο από το μυθιστόρημα όσο και από το δοκίμιο, εναλλάσσεται με ευκολία, ως και εκ της ιδιότητας του συγγραφέα, σε μια πολυεπίπεδη λογοτεχνική πραγματικότητα με κοινή απόληξη την Πολιτική, τις ανθρωπολογικές και τις ψυχολογικές της εκφάνσεις.
Η Πολιτική, όπως και η ζωή άλλωστε, είναι ένα ψηφιδωτό που τεχνουργείται από την ατέρμονη και αδυσώπητη εναλλαγή μικρών θριάμβων αλλά πρωτίστως μεγάλων πανωλεθριών. Πύρρειος νίκη ή καταβαράθρωση, η τελική έκβαση κρίνεται στα τρία Τ του Ελύτη.
Εξάλλου, όποιος παρακολουθήσει την πλοκή του βιβλίου διαπιστώνει εύκολα ότι το μεθυστικό άρωμα της εξουσίας και το υπουργικό κοστούμι, που αρχικά μοιάζει με αρραγή και άθραυστη πανοπλία, δεν απέχει μακριά από μια πολυθρόνα ψυχανάλυσης. Η Πολιτική δεν αποδεικνύεται ζείδωρη για τους θεράποντές της, αντιθέτως απορροφά κάθε ζωτική ικμάδα της ύπαρξης τους. Ζην και πολιτεύεσθαι συμφύρονται σε μια αξεδιάλυτη ενότητα.
Ο φίλος Κωνσταντίνος Μανίκας κατορθώνει με τις λογοτεχνικές του αρετές (προσδοκία υψηλότερων ακόμα άθλων), τις ακαδημαϊκές και επαγγελματικές του ιδιότητες αλλά και τις εμπειρίες που συλλέγει από την (προσωπική) κονίστρα της πολιτικής να ανασυνθέσει ένα μυθιστόρημα για την πολιτική.
Όσοι κατατρίβονται με την πολιτική τέχνη, επαγγελματίες και ερασιτέχνες, διατρέχοντας τις σελίδες του βιβλίου θα νεύουν επιδοκιμαστικά το κεφάλι επιβεβαιώνοντας τα γραφόμενα. Όσοι πάλι απέχουν από «τα της πόλεως» θα το απολαύσουν εξίσου ή μάλλον περισσότερο…