Και φωτιές ανάβανε…

Γράφει ο Γιάννης Τσοδουλός

Ανήμερα της Παναγίας κάθομαι κι αγναντεύω τα γύρω βουνά καταπράσινα, γλυτώσανε από τη λαίλαπα των πυρκαγιών κι αναλογίζομαι αυτά που βιώνει σήμερα η πατρίδα μας πέρα από την πανδημία του κορωνοϊού, αλλά και τις πυρκαγιές.

Την ίδια ώρα στο ραδιόφωνο παίζει το: «Και φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους, τ’ Αϊ – Γιάννη θα ‘τανε θαρρώ…», τραγούδι για ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έθιμα των λαϊκών θρησκευτικών γιορτών της πατρίδας μας που με το που χάθηκαν οι γειτονιές, φθίνουν και τα έθιμα.
Σήμερα οι γειτονιές των ονείρων δεν υπάρχουν, μόνο στη μνήμη των παλαιότερων βρίσκονται. Ελάχιστες αν έχουν απομείνει και σε αυτές έχουν αντικατασταθεί από την αγωνία του σήμερα και του τι μέλλει γενέσθαι αύριο.

Οι άνθρωποι δεν κάθονται πια στα πλατύσκαλα να κουβεντιάσουν, να βρουν συμπαραστάτες στα προβλήματά τους να «καλαμπουρίσουν», να γελάσουν. Φοβούνται.
Στα παγκάκια στις πλατείες, όπου κάποτε οι νέοι χάραζαν τα όνειρά τους, τώρα φιλοξενούνται άστεγοι. Άστεγοι που δεν βιώνουν την συμπόνια και την συμπαράσταση του συνανθρώπου  τους.  Προσπερνάνε δίχως να ρίξουν ένα βλέμμα έστω και οίκτου, αδιάφοροι.
Τα παιχνίδια περιορίστηκαν στις διαστάσεις ενός υπολογιστή, ενός tablet, ενός κινητού, λες και είναι ρομπότ. Λείπουν οι αλάνες για να ξεδίνουν και οι μπάλες δεν σπάνε πλέον τα τζάμια, δεν βλέπουμε πια γόνατα τραυματισμένα όπως στα χρόνια μας. Ο κυρ-Γιώργης από το σήριαλ το παλιό «Λούνα Παρκ» δεν μπορεί να κυνηγήσει τα παιδιά, θα είναι πιο δυστυχισμένος από ποτέ.
Στο περιβάλλον, στα δάση, στα ζώα και σε ότι αγαπούσαμε το αφιερώσαμε εις «μνήμην». Κι όμως ας μη μας πάρει η κάτω βόλτα. Ο λαός μας έφτασε πολλές φορές στο ναδίρ κι όμως είχε τη δύναμη και σηκώθηκε.
Οι γειτονιές που χάθηκαν δεν προσφέρονται για μελαγχολική ανάμνηση κάποιων περασμένων μεγαλείων. Οι αναμνήσεις και οι μνήμες είναι υπενθύμιση, είναι προειδοποίηση, είναι ανασύνταξη ψυχής και μυαλού. Είναι αναξιοποίητος θησαυρός που δείχνει το δρόμο.
Ας μην υποτιμούμε τη δύναμη της μνήμης. Ας λάβουμε υπ’ όψιν τα εξής:
«Νιώθω πίσω από την τραγική μοίρα του σύγχρονου ανθρώπου, την ωραία και αιώνια φύση που δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τις εφήμερες τραγωδίες. Μας καταπνίγει η αγωνία, ασφυκτιούμε, νιώθουμε, όσο ποτέ άλλοτε, την ανάγκη ν’ ανοίξουμε ένα παραθυράκι για να δούμε, σε  μια γρήγορη αστραπή, τον ουρανό, τα άστρα, τη θάλασσα, την άνοιξη, αλλά παρευθύς το παραθυράκι ξανακλείνει και μένουμε ξανά αντιμέτωποι με τους σκοτεινούς δαίμονες που μας επιτίθενται.
Να ρίξουμε μια σύντομη και βίαιη ματιά στη φύση, ανάμεσα σε δυο κραυγές αγώνα και αγωνίας, είναι, θαρρώ ολοένα και περισσότερο μια απαραίτητη φυγή προς ένα χαμένο παράδεισο.
Όμως η ματιά αυτή πρέπει να είναι πολύ σύντομη, γιατί δεν έχουμε πια καιρό να αργοπορούμε με λεπτομερείς περιγραφές… Πολεμούμε γιατί έτσι μας αρέσει… τραγουδούμε και ας μην υπάρχει αυτί να μας ακούσει. Δουλεύουμε και ας μην υπάρχει αφέντης, σαν βραδιάσει να μας πλερώσει το μεροκάματό μας.
Δεν ξενοδουλεύουμε… εμείς είμαστε οι αφέντες. Το αμπέλι τούτο της γης είναι δικό μας, σάρκα μας και αίμα μας. Το σκάβουμε, το κλαδεύουμε, το τρυγούμε, πατούμε τα σταφύλια του, πίνουμε το κρασί… Τραγουδούμε και κλαίμε. Οράματα ανηφορίζουν στην κεφαλή μας…».
Νίκος Καζαντζάκης
***
Είναι αλήθεια ότι η βεβαίωση για ένα καλύτερο μέλλον έχει παντού καταρρεύσει. Παντού η πίστη στην επιστήμη, την τεχνολογία και τη βιομηχανία προσκρούει σε προβλήματα που δημιουργούνται από την επιστήμη, την τεχνολογία και τη βιομηχανία.
Το μέλλον φαίνεται θολό και το παρόν ασθενεί. Το παρελθόν είναι γεμάτο λάθη, καημούς αλλά και αγώνες και επιτεύγματα. Τίποτα δεν μπορείς να αγνοήσεις και τίποτα να απορρίψεις. Μπορείς όμως να διαλέξεις τα καλύτερα στοιχεία του με κριτήριο τον πολιτισμό και τη λαχτάρα να αλλάξεις τον άνθρωπο και τη ζωή του.
Τ’ Αι Γιάννη ανάβανε φωτιές να ζεσταθούνε οι καρδιές των ανθρώπων της γειτονιάς και να έρθουν ακόμη πιο κοντά. Σήμερα ανάβουν φωτιές να αφανίσουν από προσώπου γης ό,τι πράσινο και να επισπεύσουμε την κλιματική αλλαγή.
Σήμερα οι ευγενικές φυσιογνωμίες της γειτονιάς έχουν εκλείψει. Οι παροικούντες στις πολυκατοικίες είναι απαθείς και ούτε την καλημέρα του Θεού δεν αλλάζουν. Είναι κρίμα η Ελληνορθόδοξη οικογένεια να υιοθετεί ξένες προς τα ήθη μας πρακτικές. Ας συνέλθουμε επιτέλους. Γιατί τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας θα  το πληρώσουν ακριβά.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.