“Τραμπιστές” οι νεόπτωχοι Αμερικανοί και οι αρνητές της “woke κουλτούρας”
Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου
Οι ειδήμονες διεθνολόγοι και οι καλά ενημερωμένοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι (ρεπόρτερ, ανταποκριτές και αρθρογράφοι) έχουν την τιμητική τους αυτές τις μέρες με αφορμή τις προεδρικές εκλογές στην Αμερική, αποκορύφωμα των οποίων ήταν το ηχηρό αποτύπωμα της βούλησης του αμερικανικού λαού στην κάλπη της 5ης Νοεμβρίου 2024: η θριαμβική επανεκλογή του 45ου Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ως 47ου Προέδρου των ΗΠΑ.
Αποτέλεσμα απρόσμενο και δυσάρεστο για τις ελιτίστικες κοινωνίες της παγκόσμιας τάξης και του κατεστημένου της Δύσης που έχει σαν έμβλημά του την αστερόεσσα. Για τους επώνυμους και διάσημους εκφραστές της αμερικανικής… ”γκλαμουριάς” (αστέρες της τηλεδημοκρατίας και της αίγλης του Χόλιγουντ, ως επί το πλείστον) και τις αντιφατικές μάζες όπου γης οι οποίες τους ακολουθούν τυφλά και αψυχολόγητα.
Πορεύονται στη ζωή, κατ’ ουσία, με την εντύπωση ότι οικοδομούν ένα εξελιγμένο παρόν (με βάση την προοδομανία και την αχαλίνωτη ελευθερία) και γίνονται πυλώνες θεμελίωσης ενός ακόμα πιο εξελιγμένου μέλλοντος.
Του μέλλοντος της ”woke κουλτούρας” (κατά των φυλετικών προκαταλήψεων και διακρίσεων), τα στοιχεία της οποίας – όπως ευελπιστούν – θα γίνουν προζύμι εκκόλαψης μιας νέου τύπου πραγματικότητας.
Μιας πραγματικότητας που να βάζει μπροστά θέματα όπως η ισότητα (φυλετική, οικονομική, ισότητας φύλων, δικαιωμάτων ΛΟΑΤΚΙ και ατόμων με αναπηρία), η αποκατάσταση ανισοτήτων στην εκπαίδευση, την εργασία, την πολιτική, την καθημερινή ζωή και το δικαστικό σύστημα [δικαιοσύνη απέναντι σε ανθρώπους, ζώα και περιβάλλον]).
Αλλά και μιας πραγματικότητας άφυλης, άθρησκης, άεθνης και ασπόνδυλης, αποτέλεσμα επιρροής στο φιλοθεάμον αποχαυνωμένο κοινό της διεθνοποιημένης και παγκοσμιοποιημένης εξουσίας. Μιας πραγματικότητας που μπορεί να οδηγήσει σε περιορισμούς της ελευθερίας του λόγου και σε υπερβολική ευαισθητοποίηση σε δευτερεύοντα ζητήματα μειοψηφιών (αδιάφορα για την πλειοψηφία), τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν μικρούς ή μεγάλους διχασμούς στην κοινωνία, όπως φοβούνται οι αρνητές της.
Μιας πραγματικότητας με θρονιασμένες τις ελευθεριότητες κάθε μορφής. Ελευθεριότητες χωρίς όρια, που δίνουν στον άνθρωπο την ψευδαίσθηση της ελευθερίας, ενώ τον οδηγούν στην αλλοτρίωση και αποστασιοποιησή τους από την ουσία της ζωής και την ίδια την ύπαρξή του.
Έτσι που να τον κάνουν να μοιάζει με τους συντρόφους του Οδυσσέα στο παλάτι της Κίρκης, οι οποίοι (κατά την Ομήρου ”Οδύσσεια”) απέβαλαν τον ανθρώπινο εαυτό τους και περιφέρονταν σαν ”γουρούνια” άφιλα και αποξενωμένα μεταξύ τους, με παρέμβαση της μάγισσας.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο (όπως λένε οι θιασώτες του τραμπισμού ανά τον κόσμο), οι εμπνευστές της woke ατζέντας οδηγούν τον άνθρωπο στην αποξένωσή του απ’ την πολιτιστική και εθνική του ταυτότητα, από το πνεύμα και την ψυχή του.
Όταν απουσιάζουν όμως αυτά, έρχεται η εσωτερική του αλλοίωση, που κουβαλά την εντύπωση της ατομικής του μηδαμινότητας, της παθητικής συμμετοχής του στο ”ιστορικό γίγνεσθαι” το οποίο χαράσουν ερήμην του οι ”Μεγάλοι” με τις αποφάσεις τους.
Οι ”Μεγάλοι” του νεο-πλουτισμού, στους οποίους, καλώς ή κακώς, ο απλός αμερικανικός λαός στην πλειοψηφία του δεν εντάσσει τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρό του (τον ”πιο ισχυρό Ρεπουμπλικανό Πρόεδρο της εποχής του”) λόγω ιδιαιτεροτήτων του που επαυξάνουν τη συναισθηματική νοημοσύνη του έναντι των πολιτικών (”προοδευτικών”) αντιπάλων του στο Δημοκρατικό κόμμα των ΗΠΑ.
Οι ”Μεγάλοι” του νεο-πλουτισμού και της απύθμενης υποκρισίας, που επιβάλλουν την… γαντοφορεμένη δύναμη της πυγμής τους με βάση το δύο μέτρα και δύο σταθμά ως κριτήριο κρίσης και σήμα κατατεθέν της παγκόσμιας επιρροής τους.
Οι ”Μεγάλοι” του νεοπλουτίστικου αμερικανικού ονείρου που το αναθεωρούν και το αναπροσαρμόζουν σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα εκκολάπτοντας γενιές νεόπτωχων Αμερικανών (αυτούς που ψήφισαν μαζικά τον Ρεπουμπλικανό Ντόναλντ Τραμπ), τους οποίους οδηγούν με ταχύτατα στη μεταβιομηχανική εποχή (βλ. καλπάζουσα μετάβαση στην ψηφιακή τεχνολογία) με θεμέλια ανοίκεια πρότυπα διακυβέρνησης.
”Ξόανα” της δημοκρατίας και της ελευθερίας, στην ουσία, που εργαλειοποιούν τον σεβασμό στη διαφορετικότητα, στο χρώμα και το φύλο και αλλοιώνουν τις έννοιες ”έθνος”, ”πατρίδα” και ”θρησκεία” χαρακτηρίζοντας ”ψεκασμένους” τους πιστούς σε αυτές τις αξίες με στόχο να τις απαξιώσουν στη συνείδηση των πολιτών, ώστε να καταλήξουν βορρά των πατριδοκάπηλων του νεοφασισμού και νεο-ναζισμού, τους οποίους απεχθάνονται.
Έτσι ο Τραμπ ”βαφτίστηκε” ακραίος, ”φασίστας”, αν και ο ίδιος το αρνήθηκε κατηγορηματικά και υποστήριξε ότι κακώς η Αντιπρόεδρος Καμάλα Χάρις αποκαλεί ”Ναζί” όσους ψήφισαν υπέρ του (χωρίς αυτό να αποκλείει, ωστόσο, την έλξη που ασκούν οι υπερσυντηρητικές θέσεις του στους έχοντες κλίση προς τα άκρα, αν κρίνουμε απ’ τη ρητορική και τις εκδηλώσεις πανηγυρισμού δικών μας…).
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι μη συμμεριζόμενοι τις απόψεις των ”Δημοκρατικών” Αμερικανοί δεν ωθήθηκαν – ως φαίνεται – μόνο για ιδεολογικούς λόγους σ’ αυτή την επιλογή, αλλά και για λόγους επιβίωσης, κάλυψης των οικονομικών και επαγγελματικών αναγκών τους (δεδομένου ότι οι περισσότεροι είχαν καταντήσει νεόπτωχοι), αν και ήταν εξίσου πολυπληθείς και κάποιοι άλλοι ψηφοφόροι…
Εκείνοι που αρνούνταν να προσαρμόσουν τις ανθρώπινες λειτουργίες τους (σκέψη, δημιουργικότητα, παραγωγικότητα, πρωτοβουλία) στον ατέρμονα παροντισμό και τα ”αχαρτογράφητα” νερά της εκστρατείας του ”Δημοκρατικού κόμματος μετά την απόσυρση του Τζο Μπάιντεν,
Στον φαύλο κύκλο μιας νεωτεριστικότητας, όπου κάθε έννοια της προόδου και της εξέλιξης παραδόθηκε στον βωμό της ικανοποίησης και του ηθικού εκτραχηλισμού, ενώ διατηρούνταν το προβληματικό μοντέλο της κυριαρχούσας αντίληψης των δύο μέτρων και δύο σταθμών σαν πολιτική πρακτική.
Συνέπεια αυτής ήταν να κλείσουν οι ΗΠΑ συμμαχίες με κατ’ επίφαση δημοκρατικές χώρες περνώντας την αντίληψη ότι δεν απειλούνται η δημοκρατία και οι ελευθερίες των πολιτών τους όσο είναι εξαρτημένες οι ηγεσίες τους από το άρμα τους.
Κι αυτό δεν έκανε ευτυχείς τους σκεπτόμενους Αμερικανούς, που έπεσαν θύματα επαναλαμβανόμενων κρίσεων κατά την τελευταία τετραετία. Δεν έκανε ευτυχείς και εκείνους που έβλεπαν να αποκτά φιλοπόλεμο χαρακτήρα η διακυβέρνηση της Ουάσιγκτον, σε αντίθεση με τις υποσχέσεις τερματισμού των πολέμων που υποσχόταν ο Τραμπ, οι φιλειρηνικές επιλογές του οποίου είχαν επιβεβαιωθεί κατά την προγενέστερη διακυβέρνησή του (2017-’21).
Δεν έκανε ευτυχείς και δημοκρατικούς ακόμα Αμερικανούς πολίτες που κουράστηκαν από την χαλαρότητα των αξιών και των παραδοσιακών μορφών διαβίωσης (τις οποίες υπερασπίζεται η συντηρητική ατζέντα Τραμπ προβάλλοντας τον θεσμό της πυρηνικής οικογένειας), όπως κι από την κουλτούρα της ”πολιτικής ορθότητας” για την επιβολή της οποίας αγωνίστηκε η κυβέρνηση των Δημοκρατικών φτάνοντας στην υπερβολή της.
Υπερβολή γιατί, στην προσπάθειά της να διασφαλίσει την αμεροληψία στην επαφή ανάμεσα σε ανθρώπους διαφορετικών φυλετικών, θρησκευτικών και κοινωνικών ομάδων (ομάδων διαφορετικών φύλων και σεξουαλικών προτιμήσεων) και να λειτουργήσει ως δίχτυ ασφαλείας για παρεμπόδιση της αναπαραγωγής ιδεοληψιών και αρνητικών στερεοτύπων σε βάρος τους, έφτασε να προκαλεί αίσθηση περιχαράκωσης και ασφυξίας στην πλειοψηφία των Αμερικανών που δεν ανήκε στις ομάδες αυτές και ένιωθε να περιορίζεται η ελευθερία έκφρασής της.
Ένιωθε να περιορίζεται και υπό το βάρος της ιστορικής επαλήθευσης περί ”σωστής ή μη πλευράς της ιστορίας”, εκεί που ο Ντόναλντ Τραμπ δεν αναφερόταν καν σ’ αυτά και μιλούσε επίμονα για παύση πολέμου και επικράτηση της ειρήνης, ενώ στο θέμα του politically correct (πολιτικά ορθού) ερχόταν ως απελευθερωτής τους.
Συνελόντι ειπείν, πολλοί ήταν οι λόγοι για τους οποίους προκάλεσε αναστεναγμό ανακούφισης στην πλειοψηφία των Αμερικανών η επανεκλογή του, αλλά και τάσεις φυγής και μετανάστευσης σε απογοητευμένους ψηφοφόρους του Δημοκρατικού Κόμματος.
Την ίδια στιγμή – σε πολιτικό και γεωπολιτικό επίπεδο – Ευρωπαίοι ηγέτες εκδηλώνουν σκεπτικισμό και επιφυλάξεις για την επικείμενη αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής, φοβούμενοι τον αντίκτυπο της νίκης του Τραμπ στην Γηραιά Ήπειρο, η οποία θα προκαλέσει ενδεχομένως περαιτέρω άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων.
Φοβούμενοι και τη σύγκριση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της αντιμεταναστευτικής πολιτικής του, της πολιτικής του στον εμπορικό, ενεργειακό και χρηματοοικονομικό τομέα (για αντιμετώπιση της οικονομικής παρακμής της Αμερικής), αλλά και τη διαφοροποίησή του απ’ την πολιτική Μπάιντεν για το κλίμα (σ.σ: Ο Τραμπ δεν πιστεύει στην κλιματική αλλαγή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται), όπως και τη στάση του απέναντι στις ελίτ που θα είναι ξεκάθαρα απορριπτική…