Εσείς ποιο δρόμο ακολουθείτε στις πολιτικές επιλογές σας;
Γράφει η Ελένη Παπουτσή, Εκπαιδευτικός Πολιτισμολόγος (Ευρωπαϊκού Πολιτισμού)
Εσείς ποιο δρόμο ακολουθείτε στις πολιτικές επιλογές σας; Ορθολογισμό ή Εμπειρισμό;;
Από πού πηγάζει η γνώση σας και η απόφασή σας; Πολύ συχνά λέμε ότι ακολουθούμε τον ορθολογισμό. Είναι επιδερμική λέξη, αν δε ξέρουμε ότι και αυτός ο δρόμος πηγάζει και από εμπειρισμό! .. Να θυμηθούμε τι μας λένε οι φιλόσοφοι;
Η φιλοσοφία του 17ου και 18 ου αιώνα συνδέεται με την προσπάθεια αναζήτησης της πηγής της γνώσης. Το ερώτημα αν η πηγή της γνώσης ανάγεται στη λογική ή στην εμπειρία αναδεικνύεται σε μείζον θέμα για τους φιλοσόφους της εποχής. Να καταδείξουμε τις επί μέρους διαφωνίες.Στην περίοδο που ακολουθεί την Αναγέννηση, η Ευρώπη διαπνέεται από έναν άνεμο ανανέωσης. Οι παραδοσιακές αξίες για το Θεό και την ανθρώπινη ύπαρξη αμφισβητούνται, οι αυθεντίες αποκηρύσσονται.. Στη θέση τους οικοδομείται μια νέα κοσμοαντίληψη που έχει ως βάση της την πίστη στις ανθρώπινες ικανότητες. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα που τα πάντα τίθενται υπό κριτική επανεξέταση, οι φιλόσοφοι στρέφονται προς την κατάκτηση της γνώσης. Το ερώτημα για το ποια είναι η πηγή της γνώσης αναδεικνύεται στο μείζον θέμα της νεότερης περιόδου. Με σημείο αφετηρίας τις ιδέες του Ντεκάρτ, ο οποίος θεωρείται ο ανανεωτής του ορθολογισμού, οι φιλόσοφοι του 17ου και 18ου αιώνα προσπαθούν να εξηγήσουν την προέλευση της γνώσης, μέσα από αντίθετες θεωρίες. Οι ορθολογιστές ή ρασιοναλιστές (από το ratio=λόγος) υποστηρίζουν ότι η πηγή της γνώσης είναι η λογική, η καθαρή νόηση. Αντίθετα οι εμπειριστές (από την ελληνική λέξη εμπειρία) θεωρούν ως βασική πηγή της γνώσης την αισθητηριακή εμπειρία.
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το ερώτημα για την πηγή της γνώσης είχε τεθεί ήδη από την αρχαιότητα. Ο Πλάτων στη θεωρία του για τις Ιδέες , υποστηρίζει ότι αυτές υπάρχουν σ ένα κόσμο ξεχωριστό από τον εμπειρικό στον οποίο ζουν οι άνθρωποι. Κάθε τι που υπάρχει στον κόσμο των αισθήσεων οφείλει την ύπαρξη του στην αντίστοιχη ιδέα, άρα κάθε συγκεκριμένη γνώση είναι γνώση της αντίστοιχης ιδέας. Οι αισθήσεις κατά τον Πλάτωνα δεν μπορούν να μας οδηγήσουν στη γνώση, αφού το έργο τους είναι να μας παρουσιάζουν μια αντικειμενική και αληθινή εικόνα των αισθητών. Κατά τον Πλάτωνα η πρωταρχική πηγή της γνώσης είναι η νόηση. Ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει ότι η γνώση και η έρευνα ακολουθεί επαγωγική πορεία, δηλαδή ξεκινά από το μερικό για να καταλήξει στο γενικό, απ όπου θα αποδειχτεί και θα ερμηνεύει το μερικό. Ο Αριστοτέλης θεωρεί πολύ σημαντική την εμπειρία στην κατάκτηση της γνώσης, παραδέχεται όμως ότι η αληθινή γνώση βρίσκεται στη νόηση και στο γενικό που παρουσιάζει την αιτία των πραγμάτων.
Η στροφή των φιλοσόφων της νεότερης περιόδου στη γνωσιολογία, πηγάζει από την ανάγκη τους να απεγκλωβιστούν από τον Αριστοτέλη και τον Μεσαιωνικό Σχολακιστικισμό, και να θέσουν νέα θεμέλια στην ανθρώπινη γνώση και φύση. Ο Ντεκάρτ ο μεγάλος εκπρόσωπος του ορθολογισμού στους νεώτερους χρόνους, υποστήριξε ότι η έγκυρη και βέβαιη γνώση είναι η προφανής, που βασίζεται σε σαφείς και διακριτές ιδέες. Το πρότυπο αυτής της γνώσης είναι τα μαθηματικά, ενώ η μέθοδος που οδηγεί στην βεβαιότητα, είναι η επαγωγική αναλυτική. Με βάση αυτή τη βεβαιότητα θα ερμηνευτεί στη συνέχεια με τη συνθετική μέθοδο ο κόσμος της εμπειρίας. Κατά τον Ντεκάρτ η πρωταρχική γνώση επιτυγχάνεται ενορατικά ως άμεση συνείδηση για ο, τι συμβαίνει μέσα μας. Με αυτή τη θέση του αποποιείται την προέλευση της βεβαιότητας της γνώσης από την παράδοση και την αυθεντία, και προβάλλει ως μέσο κατάκτησης της σίγουρης γνώσης την αμφιβολία. Απ αυτό το σημείο ξεκινά η περίφημη φράση τους <cogitoergo sum> Σκέπτομαι άρα υπάρχω.
Ο Ντεκάρτ συνδέει τη βεβαιότητα της ύπαρξης με την ύπαρξη του Θεού, ο οποίος ως τέλειο όν, δε θα επέτρεπε την παραπλάνησή του όντος.
Ο Σπινόζα συμφωνεί με τον Ντεκάρτ οτι η γνώση προέρχεται από σαφείς και διακριτές ιδέες, θεωρεί όμως ότι αυτό γίνεται επαγωγικά με τη μορφή της μαθηματικής αλήθειας. Αρνείται την τυχαιότητα των πραγμάτων, υποστηρίζοντας ότι η αποδοχή ενός γεγονότος ως τυχαίου συνεπάγεται ανεπαρκή αντίληψη της πραγματικότητας.
Ο Λάιμπνιτς επιχείρησε να συμβιβάσει τις ορθολογιστικές και εμπειρικές θέσεις των φιλοσόφων .Υποστηρίζει ότι οι μονάδες είναι πραγματικές οντότητες. Συνεπώς η ψυχή σα μονάδα εμπεριέχει την αίσθηση και τη νόηση. Χρησιμοποιεί τη θεωρία των εν δυνάμει έμφυτων ιδεών, για να εξηγήσει την ύπαρξη όλων των παραστάσεων στη ψυχή. Πιστεύει πως ότι υπάρχει μέσα στη ψυχή ως συνειδητή παράσταση, βρισκόταν ήδη μέσα της ασυνείδητα, και ότι η ψυχή δε θα μπορούσε να προβάλλει ως συνειδητή παράσταση κάτι που δε θα υπήρχε μέσα της εκ των πρότερων.
Ο Λοκ ασκεί κριτική στις θέσεις των ορθολογιστών, και ισχυρίζεται ότι η γνώση είναι επίκτητη με αφετηρία τις αισθήσεις, μέσω των οποίων αποκτάμε τις ιδέες που αντιστοιχούν στα γεγονότα του εξωτερικού κόσμου. Αυτές οι ιδέες κατά Λοκ μετατρέπονται σε σκέψη σε αντικείμενα της νόησης. Και συμπληρώνει για τους επικριτές του ότι αυτά δεν είναι ολοκληρωμένη γνώση αλλά τα υλικά της γνώσης, λέγοντας ότι οι σύνθετες γνώσεις προέρχονται από την ανάλυση των ιδεών που προκύπτουν από την εμπειρία.
Η θεωρία του Ντεκαρτ για την ενορατική γνώση, παραδέχεται ότι η ενόραση σχετίζεται με τις εσωτερικές καταστάσεις και δραστηριότητες, αλλά πιστεύει ότι αυτό δεν έχει καμία σχέση με την ουσία της γνώσης. Η θεωρία αυτή του Λοκ είχε μεγάλη σημασία για την κοινωνική και πολιτικοηθική δομή της Ευρώπης καθώς αναδεικνύει την ανθρώπινη κρίση και εμπειρία ως πρωταρχικό στοιχειό της γνώσης.
Από τις θεωρίες του Λοκ επηρεάστηκε ο Μπαρκλεϋ ασκώντας όμως κριτική. Συνδέει τον εμπειρισμό του Λοκ με τον υποκειμενισμό του Ντεκαρτ. Εκφράζει την άποψη ότι αν αφαιρέσουμε τις επιμέρους ιδιότητες δε θα μείνει τίποτα, και ότι το γενικό δεν είναι τίποτα άλλο, από το άθροισμα πολλών συγκεκριμένων ιδιοτήτων.
Ο Μεγάλος εμπειριστής Χιουμ, χωρίζει τις παραστάσεις που μπορεί να συλλάβει ο νους σε εντυπώσεις, οι οποίες είναι ακούσιες και προκύπτουν άμεσα από τις αισθήσεις, οι οποίες δεν είναι άμεσα διακριτές προερχόμενες από τη σκέψη, το συλλογισμό, τη μνήμη, η τη φαντασία ως αντίγραφα των εντυπώσεων. Ο Χιουμ αμφισβητεί οποιαδήποτε αναγκαία σχέση αιτιότητας στα φυσικά φαινόμενα, θεωρώντας τα ως γενίκευση προγενέστερων εμπειριών. Πιστεύει ότι απλώς κάποια εμπειρικά αποδεδειγμένα γεγονότα, ακολουθούν χρονικά κάποια άλλα συγκεκριμένα, και εμείς από συνήθεια , επειδή επαναλαμβάνονται, έχουμε την προδιάθεση να τα συνδέουμε αιτιατά μεταξύ τους.
Αντιπαραβάλλαμε τον ορθολογισμό με εκπροσώπους τον Ντεκάρτ, τον Σπινόζα, τον Λάιμπνιτς που υποστηρίζουν ότι η πηγή της γνώσης είναι η λογική, με τον εμπειρισμό με εκπροσώπους τον Λοκ, τον Μπαρκλεϋ, τον Χιουμ, που θεωρούν ότι η γνώση προέρχεται από τις αισθήσεις και συνεπώς απτην εμπειρία.
Η γνωσιολογική διαδικασία στηρίζεται στις αισθήσεις και στις εμπειρίες οι οποίες με τον λόγο επεξεργάζονται κατανοούνται και συγκρίνονται με αποτέλεσμα να δημιουργείται η βαθύτερη και ουσιαστικότερη γνώση, όπως η έννοια, η κρίση, και η συλλογιστική σκέψη.
((Cottingham J.G φιλοσοφία της επιστήμης. Τόμος Α. Οι ορθολογιστές. Οι εμπειριστές Σ. Τσουρτη, Χρυσης Στάχυ. Αθήνα 2000
WindelbandW.-Heimsoeth H. Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας Η φιλοσοφία του Διαφωτισμού ΜΙΕΤ, Αθήνα 1995))
Η σκέψη του Καντ (που ακολουθούμε μερικοί), ήταν ό,τι η γνώση είναι συνδυασμός εμπειρίας και λόγου. Ο λόγος είναι απαραίτητο στοιχείο στη διαδικασία της γνώσης, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην οργάνωση παραστάσεων και εννοιών! Ένας κουφός π.χ.εκ γενετής, δεν μπορεί να έχει την αντίληψη των ήχων μόνο με τη λογική, γιατί δεν έχει την εμπειρία …. Για το αν υπάρχουν έμφυτες ιδέες στον άνθρωπο …είναι θέμα μεταφυσικής..οχι μόνο φιλοσοφίας…
Μετά απ όλα αυτά, να στοχαστούμε με συγκερασμό τον ορθολογισμό μας και τον εμπειρισμό μας, -που σε καμία περίπτωση δεν είναι το προσωπικό όφελος εις βάρος του συλλογικού- για τις επόμενες πολιτικές επιλογές μας.
Γιατί αν κοιτάξουμε πίσω, διακρίνουμε πνευματικό έλλειμμα του λαού μας. Δεν αφήσαμε να ολοκληρώσει το έργο του ο Σαμαράς, για ν αναλάβουν οι άπειροι αδαείς, με τ απωθημένα τους, και να ξηλώσουν κάθε καλό που είχε γίνει!