Υπάρχει «παγκόσμιος» πολιτισμός;
Γράφει ο Κωνσταντίνος Κομνηνός, Φοιτητής Πολιτικών Επιστημών & Δημόσιας Διοίκησης
Κατά την διάρκεια των ημερών μας η σύγκρουση των πολιτισμών αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, με την άνοδο του Ισλαμο-αραβικού και Σινικού πολιτισμού να απειλούν τον μέχρι πρότινος κυρίαρχο Δυτικό. Παρόλα αυτά, οι εν Ελλάδι ιθύνουσες πολιτικές ομάδες και με αφορμή την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος εθελοτυφλούν επικαλούμενες έναν «παγκόσμιο» πολιτισμό.
Η έννοια του πολιτισμού στον ενικό χρησιμοποιήθηκε ήδη από τους Αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους για να αντιπαραβάλλουν εαυτούς ως ανώτερους έναντι των «βαρβάρων». Κατά τον 18ο αιώνα χρησιμοποιήθηκε από όσους άνηκαν στον φιλοσοφικό ρεύμα του Διαφωτισμού και τους φιλελεύθερους επιγόνους τους για να καταδείξουν την εποχή του πολιτισμού και της προόδου που έφεραν σε κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο σε αντίθεση με τους αντιδραστικούς συντηρητικούς, οι οποίοι θεωρούνταν υπέρμαχοι του «σκοτεινού» Μεσαίωνα. Κομβικής σημασίας σε επίπεδο ιδεολογικό ήταν η αλλαγή την ίδια περίπου περίοδο του όρου αυτοπροσδιορισμού του συνανήκειν των κατοίκων της Δύσης από την Christianitas στην Ευρώπη και την αντικατάσταση των λατινικών ως lingua franca από τα Γαλλικά. Και έτσι, η Ευρώπη θα μετατρέπονταν για αυτούς σε όχημα με στόχο τον εκπολιτισμό ολόκληρου του πλανήτη με τον εκσυγχρονισμό σε επίπεδο υλικό και την δυτικοποίηση σε επίπεδο ιδεολογικό. Ο Gustave Le Bon στο βιβλίο του «Πολιτική Ψυχολογία» αναλύει και μας περιγράφει τους τρόπους, ειδικότερα μέσω της εκπαίδευσης, με τους οποίους οι ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις επιχείρησαν να μετατρέψουν πλήθος Ινδών και Αφρικανών σε «Ευρωπαίους» και την παταγώδη αποτυχία των προσπαθειών αυτών.
Ο Βάκλαβ Χάβελ πολύ σωστά ισχυρίστηκε ότι «τώρα ζούμε σε έναν και μόνο παγκόσμιο πολιτισμό, που όμως, δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια λεπτή επίστρωση, η οποία σκεπάζει ή καλύπτει την απέραντη ποικιλία κουλτούρας, λαών, θρησκευτικών κόσμων, ιστορικών παραδόσεων και ιστορικά διαμορφωμένων στάσεων, που βρίσκονται κρυμμένα από κάτω». Αλλά και αυτή η παρατήρηση είναι πλέον παρωχημένη, καθώς έχουμε εισέλθει σε ένα πολυπολικό διεθνές σύστημα και ο δυτικός πολιτισμός δεν μπορεί να επιβληθεί με την βοήθεια των κανονιοφόρων, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Υπό αυτή την έννοια δύναται ο καθένας να κατανοήσει ότι υπήρξε ένας «παγκόσμιος» πολιτισμός κατά το παρελθόν και αυτός ήταν ο δυτικός, που ενδύθηκε το πέπλο του οικουμενισμού. Αλλά, ήδη από την εποχή της αποαποικιοποίησης και πιο εντατικά μετά τον ψυχρό πόλεμο έπαψε να είναι κυρίαρχος και οι ιθαγενείς πολιτισμοί επανεμφανίστηκαν.
Η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη χωρών που μέχρι πρότινος θεωρούνταν τριτοκοσμικές, όπως οι οικονομικές – τίγρεις της ΝΑ Ασίας και η δημογραφική ανάπτυξη των Αραβικών χωρών προσέδωσαν στα κράτη και τους πολιτισμούς τους μια αυτοπεποίθηση. Συνακόλουθα απεδείχθη ότι ο εκσυγχρονισμός και η δυτικοποίηση δεν είναι αλληλεξαρτώμενες διαδικασίες, όπως θεωρούσε ο Κεμάλ Ατατούρκ. Ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής μπορεί να συμβαδίζει με το συλλογικό πνεύμα και την πειθαρχία των λαών της Ανατολικής Ασίας ή και με ένα αυταρχικό πολιτικό σύστημα και άρα δεν υπάρχει πλέον λόγος να εγκαταλειφθούν οι ιθαγενείς πολιτιστικές αξίες, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ανταγωνισμού της Δύσης.
Συμπερασματικά, η σχολή των Γουσταύου Λε Μπον, Όσβαλντ Σπένγκλερ και Σάμιουελ Χάντινγκτον φαίνεται να δικαιώνεται. Όσον αφορά τις πολιτικές ελίτ της Δύσης έχουν την δυνατότητα ακόμη να βυθίζονται μέσα στις αυταπάτες τους, συνεχίζοντας να ελπίζουν ότι η ήπια ισχύς θα διαιωνίζει της κυριαρχία τους, αλλά είναι σίγουρο ότι θα βρεθούν προ εκπλήξεων. Η Αγία Σοφία ήταν μόνο η αρχή…