Όσο μικρότερη είναι η ομάδα διαμαρτυρομένων, τόσο μεγαλύτερο θόρυβο επιδιώκει
Γράφει ο Αθανάσιος Μπουρούνης, Επίτιμος Δ/ντής Σχολικής Μονάδας Δ.Ε.
Είναι σε όλους γνωστό ότι σε συνθήκες αντιπροσωπευτικής, κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η πλειοψηφία των πολιτών αρκείται να ασκεί το εκλογικό της δικαίωμα μια φορά κάθε 3 ή 4 χρόνια.
Εν συνεχεία εμπιστεύεται την κυβέρνηση να λειτουργεί ως εντολοδόχος της.
Είθισται επίσης οι διάφορες μειοψηφίες να επιδιώκουν να ακούγεται η φωνή τους κάθε φορά που διαφωνούν με την πλειοψηφούσα άποψη. Απερίσπαστοι από τα βάρη της διακυβέρνησης, έχουν την άνεση να επιδίδονται σε ένα παιχνίδι εντυπώσεων, με λόγο αλλά και έργα.
Όμως το πώς επιλέγουν τα κόμματα να ασκούν το ρόλο που τους ανέθεσαν οι πολίτες μέσα από τις εκλογές, αφορά τα ίδια, αλλά η στάση τους θα επιβραβευτεί ή θα καταψηφιστεί από τους ψηφοφόρους.
Η ελληνική εμπειρία επιβεβαιώνει ότι όσο μικρότερη είναι μια ομάδα διαμαρτυρομένων τόσο μεγαλύτερο θόρυβο επιδιώκει να προκαλεί. Ο θόρυβος αυτός της εξασφαλίζει μέσω των ΜΜΕ προβολή δυσανάλογη σε σχέση με την κοινωνική της βάση.
Είναι αλήθεια ότι εμείς οι Έλληνες παραμένουμε επιρρεπείς στις ακρότητες, γεγονός που αποδεικνύει ότι δεν έχουμε διδαχθεί από το πρόσφατο ή παλαιότερο παρελθόν μας. Δεν μαθαίνουμε από τις υπερβολές στο πολιτικό επίπεδο.
Ο μέχρι πρότινος σχεδόν ακινητοποιημένος αντιεξουσιαστικός χώρος, άρχισε να παρενοχλεί τις αρχές με διάφορες χαμηλής έντασης, σε πρώτη φάση, καταδρομικές επιχειρήσεις, οι οποίες αυξήθηκαν και ενισχύθηκαν, γεγονός που διατηρεί συνθήκες έντασης στους δρόμους.
Ωστόσο, στην πολιτική δεν υπάρχουν αδιάφορες πολιτικές. Όλες έχουν τις συνέπειές τους, ιδιαίτερα οι προσωποποιημένες και οι εμμονικές.
Οι συνθήκες πολιτικής πόλωσης και κοινωνικής έντασης θα δυσχεράνουν, χωρίς αμφιβολία, τη διαχείριση της πανδημίας και θα δυσκολέψουν την επίτευξη του επιδιωκόμενου άλματος της επόμενης ημέρας.
Δυστυχώς για μια ακόμη φορά σε μια κρίσιμη φάση του εθνικού βίου, επικρατούν άγονοι πολιτικοί ανταγωνισμοί και παράλογες διεκδικήσεις.
Γίνεται φανερό ότι, στην παρούσα φάση, η χώρα έχει ανάγκη από την συγκρότηση μιας θετικής αλυσίδας πολιτικών υγειονομικής ασφάλειας και οικονομικής δημιουργίας, χωρίς την επικράτηση της οποίας δεν θα εξέλθει από την πολυκύμαντη κρίση των τελευταίων ετών.
Κατά γενική ομολογία στη χώρα μας περισσεύουν οι περισπασμοί και οι πολλές αφορμές για καταστροφικές λοξοδρομήσεις που την παρέσυραν με αποτέλεσμα να ζημιωθεί πολλαπλώς από την επικράτηση πολιτικών και άλλων παραλογισμών.
Είναι πλέον φανερό ότι η αξιωματική αντιπολίτευση θέλει να αναβιώσει τον «επαναστατικό χαρακτήρα» της, καλώντας τον κόσμο να βγει στους δρόμους.
Επέλεξε τον πετροπόλεμο και το σκληρό ροκ προκειμένου να καλύψει εγγενείς αδυναμίες και εσωτερικά της προβλήματα.
Ποντάροντας σε κάθε είδους ζήτημα που εγείρει πάθη και οδηγεί σε διχαστικές λογικές και σε κινήσεις πόλωσης, επενδύοντας σε μικροκομματικές και μικροπολιτικές σκοπιμότητες στο πλαίσιο ενός άτυπου ανταρτοπόλεμου, έχει στόχο να προκαλέσει ρωγμές στο κυβερνητικό στρατόπεδο.
Μαζί με άλλα μορφώματα της Άκρας Αριστεράς που βλέπουν την προνομιακή «κυριαρχία» τους σε ορισμένους χώρους να απειλείται, προσπαθούν και θέλουν να εκμεταλλευτούν με κάθε τρόπο και με κάθε τίμημα το ρεύμα της δυσαρέσκειας.
Ωστόσο η συστράτευσή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης με όλους όσοι επιδιώκουν την πεζοδρόμηση της πολιτικής σκηνής, την εκθέτει ανεπανόρθωτα.
Σε κάθε περίπτωση, η Δημοκρατία μας είναι πιο ώριμη, πιο στέρεη και ικανή πλέον να αποτρέψει μια ενδεχόμενη διολίσθηση σε κλίματα νοσηρής και ανεξέλεγκτης βίας.