Οι φούσκες έσκασαν
Γράφει ο Γιάννης Πήλιουρας, Διεθνολόγος
Οι εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ δεν ενδιέφεραν σχεδόν κανένα. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα τόσο από το debate των υποψηφίων με την ακροαματικότητα σε κάποια χρονικά διαστήματα να είναι ιδιαιτέρως χαμηλή όσο και από την συμμετοχή του κόσμου καθώς στην εκλογική διαδικασία συμμετείχαν γύρω στις 200 χιλιάδες πολίτες, την ώρα που στον φορέα βρίσκονται ουσιαστικά 2 κόμματα του Κοινοβουλίου, ο δήμαρχος της πρωτεύουσας και κομματίδια της ευρύτερης Κεντροαριστεράς. Θα σταθούμε όμως στις λεγόμενες “μη συστημικές” υποψηφιότητες, έτσι όπως αυτές παρουσιάστηκαν, του Γιώργου Καμίνη και του Σταύρου Θεοδωράκη, οι οποίες απέτυχαν το τελικό τους στόχο αποκαλύπτοντας αυτό που για τους εκτος νυμφώνος ήταν γνωστό από καιρό: ότι ήταν φούσκες.
Τα στρατηγικά λάθη των “Αντι” συστημικών
Η επικράτηση της Φώφης Γεννηματά έτσι όπως είχε σχεδιαστεί η εκλογή του νέου αρχηγού ήταν εκ προοιμίου άνετη, αναδεικνύοντας τα στρατηγικά λάθη των “αντι” συστημικών.
Πρώτα και κύρια η στήριξη της προέδρου του ΠΑΣΟΚ από έναν κομματικό μηχανισμό με τεράστια εμπειρία και βάθος, με υπουργούς και βουλευτές να βρίσκονται στο πλευρό της με εκδηλώσεις, κινητοποίηση, εκλογικούς αντιπροσώπους σε όλη την Ελλάδα κλπ. ήταν δεδομένο ότι θα της δώσει τον αέρα της επικράτησης. Ακόμα και ο Νίκος Ανδρουλάκης, ως δεύτερος, με τεράστια εμπειρία ως γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, πολιτική στήριξη και βοήθεια από την εσωπασοκική αντιπολίτευση της Φώφης ανά την Ελλάδα, επιβεβαίωσε τις κακές γλώσσες που θεωρούσαν πως ο νέος φορέας αποτελεί το νέο brand του παλιού ΠΑΣΟΚ.
Μια δεύτερη παράμετρος που έκανε τη διαδικασία ακόμα πιο εύκολη για τη Γεννηματά και τον Ανδρουλάκη ήταν η πολυδιάσπαση των υπολοίπων. Οι μικροναπολεοντισμοί καταδίκασαν τις υποψηφιότητες τόσο του Στ. Θεοδωράκη που επιβεβαίωσε την κομματική του γύμνια, με τον μικρής εμβέλειας μηχανισμό του και το άκαιρο πολιτικό του μήνυμα, όταν στην ίδια κούρσα βρισκόταν ένας ακόμη υποψήφιος με παρόμοια χαρακτηριστικά: ο Γιώργος Καμίνης. Ο δις εκλεγείς Δήμαρχος Αθηνών, έχασε κι εκείνος το όποιο πλεονέκτημα του μπαίνοντας στην κούρσα της ηγεσίας του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς αφού δεν έχτισε ευρύτερες συμμαχίες ούτε διέθετε πανελλήνιο μηχανισμό υποστήριξης. Η επιλογή και των δυο να σταθούν απέναντι σε έτοιμους εκλογικούς μηχανισμούς ήταν κοντόθωρη αν αναλογιστεί κανείς ότι το εκλογικό σώμα είναι περιορισμένο.
Η τρίτη παράμετρος που ουσιαστικά καταδίκασε τις υποψηφιότητες Καμίνη και Θεοδωράκη αφορά το πολιτικό τους κεφάλαιο. Ο μεν Καμίνης, έχοντας θητεύσει ήδη δυο φορές ως Δήμαρχος Αθηναίων, δεν έχει την αίγλη των πρώτων ημερών της εκλογής του, αφήνοντας μια παρακαταθήκη έντονων προβλημάτων στην πρωτεύουσα. Την ίδια ώρα, ο Σταύρος Θεοδωράκης, παρά την ελπιδοφόρα έναρξη του εγχειρήματος του, απέτυχε στην προσπάθεια του να γίνει το Ποτάμι ο νέος φορέας που θα υιοθετούσε τους πολίτες που ανήκουν στην Κεντροαριστερά. Η παρουσία του στις διεργασίες του νέου φορέα στο πλάι του ΠΑΣΟΚ, επιβεβαίωσε την αποτυχία που είχε προαναγγελθεί από τα μειωμένα ποσοστά του Ποταμιού στις τελευταίες εθνικές εκλογές αλλά και από τις πρόσφατες αποχωρήσεις βουλευτών και στελεχών του κόμματος του.
Ο εγκλωβισμός των χαμένων
Το μέλλον του νέου φορέα, μετά τα αποτελέσματα, παραμένει αβέβαιο καθώς το πολιτικό διακύβευμα για την πορεία του εγχειρήματος δεν έχει ακόμη συμφωνηθεί. Με ποιους θα συνεργαστεί την επόμενη μέρα, εάν δεν προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση; Ποιος θα είναι ο πολιτικός στόχος και το πρόγραμμα με το οποίο θα κατέλθει στις επόμενες εκλογές; Ποια θα είναι η θέση των χαμένων στην επόμενη ιεραρχία του νέου φορέα; Αυτά είναι λίγα από τα ερωτήματα που καλούνται να απαντήσουν νικητές και ηττημένοι.
Η επιλογή του Σταύρου Θεοδωράκη και του Γιώργου Καμίνη να κατέλθουν ως υποψήφιοι, ενείχε μεγάλο πολιτικό ρίσκο για τους ίδιους όχι μόνο για το αποτέλεσμα το οποίο δεν δικαίωσε αμφότερους αλλά και την πολιτική τους τοποθέτηση. Πλέον καλούνται να συμμετέχουν σε έναν φορέα στον οποίο δεν έχουν παρά ελάχιστη επιρροή, εγκλωβισμένοι από τις όποιες αποφάσεις που θα λάβει στο μέλλον. Τυχόν απόσχιση τους από τις διεργασίες του νέου φορέα θα σημάνει αυτόματα το τέλος των ψευδαισθήσεων που υπήρξαν σχετικά με τη ζωτικότητα της Κεντροαριστεράς σήμερα, καθιστώντας τους άμεσα υπεύθυνους για το φιάσκο που προκάλεσαν. Σε περίπτωση που υπακούσουν στο μέλλον σε τυχόν συνεργασία του νέου φορέα με τον ΣΥΡΙΖΑ, θα βρεθούν έκθετοι στα μάτια των υποστηρικτών τους, ενταφιάζοντας το πολιτικό τους μέλλον.
Το συμπέρασμα για τη διαδικασία είναι σαφές: Το βαθύ ΠΑΣΟΚ για ακόμη μια φορά επιβεβαίωσε ότι κυριαρχεί στο συρρικνωμένο κοινό της λεγόμενης Κεντροαριστεράς, διαλύοντας τις όποιες αμφισβητήσεις από υποψηφίους που εν τέλει είχαν υποστηριχθεί στο παρελθόν από το ίδιο. Οι φούσκες έσκασαν.