Η ζωή των ανθρώπων είναι φθηνή κατά τη διάρκεια των επαναστάσεων

Γράφει ο Γιάννης Κίτσος, Οικονομολόγος – Σύμβουλος χρηματοοικονομικού και στρατηγικού σχεδιασμού

Πρόσφατα η πλειοψηφία της Προανακριτικής Επιτροπής της Βουλής αποφάσισε για παραπομπή του πρώην Υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκου Παππά, σε Ειδικό Δικαστήριο για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, κρίνοντας ότι ο κ. Παππάς μεθόδευσε τη χειραγώγηση του διαγωνισμού των τηλεοπτικών αδειών την περίοδο 2015-2016, καθοδηγώντας έναν εκ των υποψηφίων για την απόκτηση του αποκαλούμενου ΣΥΡΙΖΑ Channel και εμπλεκόμενος στην αναζήτηση των απαραίτητων κεφαλαίων.

Η απόφαση αυτή έτυχε να συμπέσει με την ημέρα διεξαγωγής του δημοψηφίσματος το 2015, ημέρα που κάνει την σύζυγο του πρώην πρωθυπουργό αλλά και τον ελληνικό λαό – για άλλους λόγους από αυτόν της κ. Μπαζιάνα – κάθε χρόνο να κλαίει. Συνέπεσε, όμως, και με το αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα για τον Σταύρο Παπασταύρου. Ένας άνθρωπος ο οποίος διασύρθηκε και ταλαιπωρήθηκε από το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ, του δέσμευσαν τους λογαριασμούς, του ίδιου και της οικογένειάς του, και του έβαλαν και υπέρογκο πρόστιμο (που το επέστρεψαν με μεγάλη καθυστέρηση κι αυτό) και γενικά τον ταλαιπώρησαν αφάνταστα επί 6 ατέλειωτα χρόνια.

Φυσικά, δεν ξεχνάμε ότι με την υπόθεση Novartis για τον διασυρμό που υπέστησαν 10 πολιτικά στελέχη πρώτης γραμμής, μεταξύ των οποίων και δυο πρώην Πρωθυπουργοί… για τον διασυρμό που υπέστησαν τόσο αυτοί όσο και μέλη των οικογενειών τους και τους συνεργάτες τους, δεν έχει υπάρξει ακόμα καταδίκη.

Τα τρία συν ένα αυτά γεγονότα μου έφεραν στο μυαλό το εμβληματικό σύγγραμμα του Ευάγγελου Αβέρωφ, Φωτιά και Τσεκούρι. Ο τίτλος του έργου προέρχεται από την επικρατέστερη πολεμική κραυγή του «Δημοκρατικού Στρατού», που ήταν: «Φωτιά και τσεκούρι». Ο Αβέρωφ στο σύγγραμμα του αυτό κάνει μια διεξοδική ιστορική ανάλυση του ανταρτοπόλεμου των ετών 1946-1949. Για όποιον δεν το έχει διαβάσει θεωρώ ότι θα πρέπει να το κάνει. Αφενός προπαγανδιστικά έχει επικρατήσει η μονοδιάστατη αποτύπωση – και έως ένα μεγάλο βαθμό διαστρέβλωση με τη λογική της προπαγάνδας – των τότε γεγονότων από την αριστερά, αφετέρου για να μπορεί να καταλάβει κανείς πολλές από τις σημερινές παθογένειες της χώρας θα πρέπει να γνωρίζει την ιστορία της.

Ο Αβέρωφ ξεκινάει την ιστορική του περιγραφή από το πως ήταν η χώρα την εποχή κατά την οποία άρχιζε να σχηματίζεται το ΚΚΕ, δηλαδή αμέσως μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως αναφέρει, συνοπτικά μιλάμε για μια χώρα με υποτυπώδες οδικό δίκτυο, κατάλληλο μόνο για ημιονικές επικοινωνίες στην μεγαλύτερη έκταση του. Οι πεδιάδες μαστίζονταν από την ελονοσία, οι αρδεύσεις ήταν πάρα πολύ περιορισμένες, τα μέσα καλλιέργειας ήταν κατά το πλείστον απηρχαιωμένα και οι σοδειές βρίσκονταν στο έλεος της ξηρασίας και των πλημμυρών. Οι πεδινοί δρόμοι ήταν ελάχιστοι και σε οικτρά κατάσταση. Οι σιδηροδρομικές γραμμές – μονής πάντοτε κατεύθυνσης – είχαν το διεθνές πλάτος μόνον στη γραμμή Αθηνών-Θεσσαλονίκης-Δυτικής Ευρώπης. Οι θαλάσσιες επικοινωνίες μεταξύ του Πειραιώς και των λίγων αξιόλογων λιμένων ήταν ανεκτές και τακτικές. Όλες όμως οι άλλες ήταν πάντοτε ελλιπείς και αραιές.

Το σύνολο των αναλφάβητων υπερέβαινε πιθανότατα το 40% του πληθυσμού. Η λιτότητα της ζωής τους ήταν γενική και μεγάλη. Στους ορεσίβιους η λιτότητα έφθανε στα ακρότατα δυνατά όρια. Η διάρθρωση της χώρας, η οποία ως ένα σημείο θύμιζε τη Δύση των αρχών του 19ου αιώνος, άλλαξε μεταξύ των ετών 1920 και 1940. Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1920 και η άφιξη ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων προσφύγων, διπλασίασε τον πληθυσμό των τριών σημαντικών πόλεων της χώρας, δημιούργησε μια πραγματική εργατική-προλεταριακή τάξη, και τελικά δημιούργησε μια σχετικώς σημαντική βιομηχανία. Για να πει κανείς τα πάντα με λίγες λέξεις και τέσσερις αριθμούς, το κατά κεφαλήν ετήσιο εθνικό εισόδημα το 1974, όταν εκδόθηκε το σύγγραμμα, ήταν μεγαλύτερο από 1.000 δολάρια, ενώ το 1940 ήταν χαμηλότερο από 150 δολάρια και το 1920 χαμηλότερο από 100 δολάρια. Σήμερα είναι 18.500 δολάρια.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος (ΚΚΕ) γεννήθηκε στον Πειραιά το 1918. Κατά τη διάρκεια του πολέμου αυτού (1920-1922), το ΚΚΕ έκαμε μέσα στο Στρατό – όπου είχε προσηλυτίσει λίγες εκατοντάδες οπαδών – μια μεγάλη εκστρατεία ηττοπάθειας. Όλα τα στελέχη, ενισχυμένα από εκατοντάδες οπαδών που είχαν επιστρέψει από το μέτωπο, όπου είχαν καλά εκπαιδευθεί στην παράνομη δράση, επεδόθησαν σε έντονη εκστρατεία προσηλυτισμού των προσφύγων. Σας θυμίζει κάτι αυτό;;; Τότε επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν τον πόνο τον ελλήνων προσφύγων, σήμερα επιχειρούν να κάνουν το ίδιο με τον πόνο των λαθρομεταναστών.

Πέραν του ανωτέρω ιστορικού πλαισίου η κατάληξη σε ένα εμφύλιο κατά τον Αβέρωφ στηρίζεται στο γεγονός ότι σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία υπάρχουν πάντοτε άνθρωποι έτοιμοι να κάμουν πόλεμο, απλώς και μόνο για να τον κάνουν (έλξη της περιπέτειας), ή και για να ικανοποιήσουν συμφέροντα (έλξη της εξουσίας ή των υλικών οφελημάτων). Οι άνθρωποι αυτοί πιθανόν να είναι χρήσιμοι για τη διεξαγωγή ενός αγώνος: με κατάλληλο χειρισμό μπορούν να αρχίσουν την πιο ακαταλόγιστη περιπέτεια, μπορούν να θυσιάσουν και αυτήν ακόμη τη ζωή τους. Εκείνο που αδυνατούν να κάνουν είναι να διαρκέσουν. Η μακριά περιπέτεια καταπονεί, το συνεχώς διαφεύγον κέρδος ωθεί στην απόγνωση. Ο καταναγκασμός που πιθανόν θα επακολουθήσει, και συνήθως επακολουθεί, δεν αρκεί.

Για να αρχίσει μια περιπέτεια ευρείας εκτάσεως, και ιδίως για να διαρκέσει, απαιτούνται οι κατάλληλες ψυχολογικές συνθήκες. Πρέπει ακόμη τα γεγονότα που προηγούνται να είναι ευνοϊκά, και ιδίως πρέπει να υπάρχει μια αποφασισμένη και φανατισμένη «δύναμη κρούσης». Στην παρούσα περίπτωση, η «δύναμη κρούσεως» ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος.

Ευτυχώς το ΚΚΕ δεν κατάφερε ποτέ να επικρατήσει πολιτικά στην χώρα. Ο Αβέρωφ πάνω σε αυτό αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όλα αυτά όμως δεν απέδωσαν σχεδόν τίποτε για το ΚΚΕ… ο ιστορικός υλισμός διαψεύδεται και ηττάται… Το υλικό στοιχείο ωθούσε προς την επανάσταση. Το συναισθηματικό στοιχείο συγκρατούσε στην παράδοση… Νικητής ανεδείχθη το δεύτερο… Η μάζα είναι περισσότερο συναισθηματική από ό,τι πιστεύεται συνήθως. Πάντως, είναι περισσότερο συναισθηματική παρά λογική. Μόνο που για να οδηγηθεί από τα συναισθήματα της, πρέπει τα συναισθήματα αυτά να είναι συμπυκνωμένα και απλοποιημένα, και κυρίως πρέπει να εκφράζονται από τη δραστηριότητα ορισμένων ανθρώπων· όταν τούτο συμβαίνει, οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να οδηγήσουν τη μάζα εκεί περίπου όπου οι ίδιοι επιθυμούν. Για το καλό ή για το κακό. Στην Ιστορία το είδαμε πολλές φορές».

Βάσει των στοιχείων που παραθέτει ο Αβέρωφ για τις συνέπειες και ερείπια του ανταρτοπόλεμου είναι καλό να αναφέρουμε την απαγωγή παιδιών ηλικίας 3 έως 14 ετών από τον Δημοκρατικό Στρατό. Τέλος Μαρτίου του 1948, η αλβανική πρωτεύουσα ανήγγειλε ότι είχε μόλις δεχθεί 300 Ελληνόπουλα, η βουλγαρική 600, η γιουγκοσλαβική 400. Κατά το 1949 ο συνολικός αριθμός θα έφθανε τις 28.000. Στην μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων επρόκειτο περί απαγωγών.

Μια ακόμα κατάρα που μας κυνηγάει από τότε και που μερικώς βρήκε την εφαρμογή της με την πρόσφατη συμφωνία των Πρεσπών προκλήθηκε από τον Δεκέμβριο του 1931. Τότε, όπως μνημονεύει ο Αβέρωφ, ενεκρίθη ομοφώνως από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ η απόφαση και με αυτήν το Κόμμα διακήρυξε τα ακόλουθα: «Η Ελλάδα είναι μια χώρα “ιμπεριαλιστική” που κατέκτησε δια της βίας ολόκληρες περιοχές κατοικημένες από άλλες εθνότητες. Εν ονόματι των πιο βασικών αρχών του μπολσεβικισμού, το ΚΚΕ διακηρύσσει για τη Μακεδονία και τη Θράκη την αρχή της αυτοδιάθεσης μέχρι και του δικαιώματος της αποχώρησης από το Ελληνικό Κράτος και υποστηρίζει ενεργά τις επαναστατικές προσπάθειες των πληθυσμών των περιοχών αυτών για την εθνική τους απελευθέρωση». Αυτή την περιοχή, το ΚΚΕ, έπαιρνε την εντολή να τη διεκδικήσει από την Ελλάδα, για να γίνει ανεξάρτητο κράτος που θα ήταν δορυφόρος της Βουλγαρίας. Από τότε κάποιοι μεθόδευαν την δορυφοριοποίηση της χώρας.

Η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία και η Αλβανία, έχοντας κοινή ιδεολογία, βρισκόμενες σε άριστες σχέσεις μεταξύ τους και με τη Σοβιετική Ένωση, είχαν κάθε λόγο να θέλουν μα γειτνιάζουν προς νότο με μια κομμουνιστική χώρα. Οι τρεις γείτονες δεν επέτρεψαν μόνο τη διέλευση των συνόρων τους, τα οποία η Ελλάς – λόγω του μήκους των – ήταν αδύνατο να φρουρήσει: τη διευκόλυναν. Κέντρα ανεφοδιασμού και εκπαιδεύσεως δημιουργήθηκαν, μικρές βάσεις εγκαταστάθηκαν κοντά στα σύνορα, μεταφορικά μέσα ετέθησαν στη διάθεση των Ελλήνων επαναστατών.
Επίσης, είναι σημαντικό να δούμε τα παρακάτω στατιστικά δεδομένα τα οποία δίνει ο Αβέρωφ για τα ερείπια που άφησε ο ανταρτοπόλεμος των ετών 1946-1949:

«Οι νεκροί των κομμουνιστών που ανευρέθησαν στα πεδία των μαχών ανήλθαν σε 36.839. Ο συνολικός αριθμός τους θα πρέπει να πλησιάζει τους 50.000, δεδομένου ότι κατεβάλλετο συστηματική προσπάθεια να εξαφανίζονται.

Από την πλευρά των εθνικιστών, οι απώλειες ήταν:
4.123 εκτελεσθέντες πολίτες, 165 εκτελεσθέντες ιερείς, 931 πολίτες φονευθέντες από νάρκες, 1.579 τραυματισθέντες αξιωματικοί και άνδρες της χωροφυλακής, 12.777 φονευθέντες αξιωματικοί και άνδρες του στρατού, 37.732 τραυματισθέντες αξιωματικοί και άνδρες του στρατού.

Ως προς τα εγχειρήματα τα οποία ανέλαβε ο ΔΣΕ από τον Απρίλιο του 1946 εώς τον Δεκέμβριο του 1949, μπορούν μέρα βεβαιότητας να μνημονευθούν τα εξής:

2.030 εισβολές συμμοριών σε οικισμούς, 1.446 επιθέσεις κατά καταυλισμών στρατού και χωροφυλακής, 3.150 βολές όπλων γενικώς κατά οικισμών, 510 βολές βαρέων ή μέσων όπλων κατά καταυλισμών στρατού και χωροφυλακής, 525 δολιοφθορές κατά σιδηροδρομικών γραμμών, 330 καταστροφές γεφυρών σιδηροδρόμων, 476 καταστροφές γεφυρών αμαξιτών οδών.

Η αξία των ζημιών που προεκλήθησαν από τον συμμοριτοπόλεμο υπολογίσθηκε επακριβώς κατά τα έτη 1950-1951 από το Υπουργείο Συντονισμού της Ελλάδας μόνο ως προς τα αγαθά τα ολικώς καταστραφέντα: ανέρχεται σε 250 εκατομμύρια δολάρια αγοραστικής αξίας 1948. Εάν προσθέσει κανείς την αξία των οικείων που υπέστησαν ζημιές (100.000 περίπου), τη συντήρηση των προσφύγων (τον Μάρτιο του 1947 είχε επέλθει μια απότομη διόγκωση του αριθμού των προσφύγων, που κυμαίνονται γύρω στις 400.000 – από χωριά σε πόλεις), και την αξία των ωρών εργασίας που απωλέσθησαν, φθάνουμε στο ένα δισεκατομμύριο δολάρια του 1948.

Ο αριθμός αυτός παίρνει όλη τη σημασία του αν σκεφτεί κανείς ότι η χώρα είχε ήδη υποστεί σοβαρές καταστροφές κατά τα έτη 1940-1944, και ότι το εθνικό εισόδημα κατά κεφαλήν υπερέβαινε τότε μόλις τα 100 δολάρια ετησίως. Δηλαδή τα νέα κεφάλαια από τα οποία εξήρτατο η ανοικοδόμηση της και πρόοδος χώρας εδημιουργούντο πολύ δύσκολα και βραδύτατα. Υπό το φως αυτών των δεδομένων, ο προαναφερθείς αριθμός του ενός δισεκατομμυρίου ήταν τεράστιος.

Υπήρχε και άλλη μια απώλεια, άλλου είδους, αλλά παρά πολύ σημαντική: λόγω του ανταρτοπόλεμου, η Ελλάς υπήρξε η μόνη χώρα του Ελεύθερου Κόσμου που δεν επωφελήθη του Σχεδίου Μάρσαλ, χάρις στο οποίο η Ευρώπη αναδιοργανώθηκε μέσα σε λίγα χρόνια… οι πιστώσεις του Σχεδίου Μάρσαλ για την Ελλάδα χρησιμοποιήθηκαν για να μπορέσει ο Ελληνικός λαός να ζήσει και να ανοικοδομήσει μερικά ερείπια».

Ο Αβέρωφ κλείνει το σύγγραμμα του με μια διαπίστωση, και με αυτά τα οποία βιώσαμε την περίοδο του καθεστώτος ΣΥΡΙΖΑ, προφητική θα λέγαμε. Γράφει, λοιπόν: «Παραπλανημένες από τον όγκο τους και από την ευζωία τους, οι πλειοψηφίες δεν συνειδητοποιούν συνήθως ότι, αν παραστεί ανάγκη, πρέπει να κατέβουν οι ίδιες στον στίβο του αγώνος και να επιβληθούν δυναμικά.

Οι πλειοψηφίες που, όταν υφίστανται επίθεση, δεν είναι αποφασισμένες να δράσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, και να δράσουν εγκαίρως, είναι καταδικασμένες να υποδουλωθούν στις τολμηρές μειοψηφίες. Ούτε ο αριθμός, ούτε η αφθονία των μέσων παίζουν κύριο ρόλο. Τον παίζει η θέληση, η έγκαιρη δράση, η τακτική που θα ακολουθηθεί.
Η Ιστορία το απέδειξε επανειλημμένως. Ιδίως κατά τον εικοστό αιώνα.

Ο Ελληνικός λαός κατά τη μεγάλη πλειοψηφία είχε οδυνηρή και πρόσφατη πείρα μιας τέτοια περιπτώσεως. Γι’ αυτό, χωρίς δισταγμό και εγκαίρως, απεδέχθη την πρόκληση».

Γράφει, όμως, και κάτι άλλο σχετικό: «… η νεολαία, στην οποία προσφέρεται μια καλοζωία άγνωστη εώς τώρα, χωρίς να έχει κάμει τίποτα για να τη δικαιούται, δεν γνωρίζει και η ίδια τι θέλει.

Ένα μεγάλο μέρος της φαίνεται απλώς να θέλει να είναι διαφορετική από τις προηγούμενες γενεές, αλλά χωρίς να μπορεί να καθορίσει πως και πόσο διαφορετική θα ήθελε να είναι.

Ένα άλλο μέρος της διακηρύσσει ότι είναι αναρχική, χωρίς να σκεφτεί καν να καθορίσει τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Φαίνεται να θέλει να γκρεμίσει το παρελθόν, χωρίς να γνωρίζει τι θα οικοδομήσει στη θέση του, χωρίς να σκοτίζεται για τις στερήσεις που αυτή η κατεδάφιση θα προκαλέσει. Θα το σκεφτεί μετά την καταστροφή, καθισμένη μέσα στα ερείπια.

Σε αυτό το χάος των ιδεών και των κάθε είδους συγκρούσεων, πολλοί είναι εκείνοι που κηρύσσονται υπέρ της θεραπείας δια του ολοκληρωτικού κράτους: μαύρου, κόκκινου ή λευκού, αναλόγως των τάσεων… εκείνο που μπορεί να επιβληθεί. Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι η τάξη του ολοκληρωτικού κράτους».

Τόσο τότε όσο και πρόσφατα με τον καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ αποδείχτηκε ότι το πολιτικό σύστημα προσφέρει μεγάλα προνόμια σε εκείνους που θέλουν να το καταργήσουν οπωσδήποτε και με οποιαδήποτε μέσα. Τόσο η υπόθεση Παπασταύρου, η υπόθεση Novartis όσο και οι άλλες δυο υποθέσεις – δημοψήφισμα 2015 και μεθόδευση χειραγώγησης των θεσμών – πρέπει να γίνουν η αφορμή διαμόρφωσης ενός σκληρού πλαισίου που να καθιστά απαγορευτικό σε δημόσια πρόσωπα να κάνουν χρήση των πλεονεκτημάτων του ρόλου τους, προκειμένου να καταστρέφουν πολίτες για μικροκομματικά οφέλη και με μόνο κριτήριο τις πολιτικές τους προτιμήσεις. Προκειμένου για μικροκομματικά οφέλη και με μόνο κριτήριο τις πολιτικές τους προτιμήσεις να καταστρέφουν την ίδια την χώρα!

Ήδη έχει γίνει σε ένα βαθμό αλλά ο ιστορικός του μέλλοντος θα μπορέσει να καταγράψει με μεγαλύτερη βεβαιότητα και ακρίβεια το κόστος για την χώρα του καθεστώτος ΣΥΡΙΖΑ. Το μόνο σίγουρο είναι ότι μάθαμε με τον χειρότερο τρόπο τόσο με τον συμμοριτοπόλεμο όσο και με το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ ότι η ζωή των ανθρώπων είναι φθηνή κατά τη διάρκεια των επαναστάσεων. Ας φροντίσουμε, λοιπόν, να μην το επαναλάβουμε.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.