Η ευθύνη των κομμάτων για τον ευτελισμό του Πρύτανη…
Εκτιμώ ότι δεν πρέπει να ξεχαστεί το περιστατικό της διαπόμπευσης του Πρύτανη ούτε να θεωρηθεί ως ένα μεμονωμένο περιστατικό από μια ομάδα περιθωριακών.
Γράφει ο Χάρης Λεονταρής
Αντίθετα, οφείλουν όλοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους, αφού για τόσα χρόνια ανέχτηκαν ή στήριξαν την αντικοινωνική βία από λίγους νοσταλγούς της αναρχίας και της κρατικής διάλυσης. Γιατί όλοι παρακολουθούμε εδώ και πολλά χρόνια ειδικά στον Πανεπιστημιακό
χώρο κάποιοι να μην επιτρέπουν τη διαφορετική άποψη, τη διακίνηση των ιδεών και την νομιμότητα κάθε μορφής.
Και όλα τα κόμματα έχουν μεγάλη ευθύνη για τη διαχρονική τους στάση προς τις ανορθόδοξες και αντιδημοκρατικές πρακτικές που επέβαλλαν στα Πανεπιστήμια ομάδες νέων χωρίς ταυτότητα και με μοναδικά τους όπλα την απόρριψη της κρατικής οντότητας, την αμφισβήτηση κάθε νόμου και την άσκηση κάθε βίας στη διαφορετική άποψη.
Αποτέλεσμα αυτής της ιδεοληπτικής κυριαρχίας ήταν το κράτος να παραμένει θεατής, οι πολίτες να αρκούνται σε φραστική καταδίκη και ο διάλογος των ιδεών να έχει ξεχαστεί παντελώς από τους φοιτητές.
Και να υπενθυμίσω ότι ποτέ εδώ και πολλά χρόνια δεν μπόρεσε ή δεν τόλμησε να μιλήσει σε αίθουσα Πανεπιστημίου στοχαστής, αναλυτής, συγγραφέας, πολιτικός ή και Υπουργός, ο οποίος έδειχνε ιδεολογική προσέγγιση των πραγμάτων ή των γεγονότων, η οποία δεν κινούνταν στα μονοπάτια της ιδεοληψίας και του φανατισμού αυτών των μη ελεγχόμενων μειοψηφιών.
Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι οι Πανεπιστημιακοί όλο και πιο σπάνια εξέφραζαν δημόσια τον προβληματισμό τους για σοβαρά επίκαιρα θέματα ή για γενικότερα πολιτικά ζητήματα του τόπου. Ήταν ορατό σε όλους το έλλειμμα της άποψης και της πρότασης των καθηγητών, οι οποίοι, θεωρώ ότι είναι και οι πιο κατάλληλοι για να πληροφορούν και να προβληματίζουν τον κόσμο για κάθε κατάσταση και πρόβλημα που απασχολεί γενικότερα την κοινωνία.
Και όμως, τα μεν κυβερνητικά κόμματα συνήθως συμβιβάζονταν με την κατάσταση και απέφευγαν τη σύγκρουση με τις μειοψηφίες και την επιβολή της δημοκρατικής λειτουργίας στο χώρο των Πανεπιστημίων. Ενώ τα μικρότερα κόμματα, από την Ακροδεξιά και την «Αριστερά» συνήθως «έτριβαν τα χέρια τους» από τις βίαιες πρακτικές των ολίγων, μιλώντας πάντα για «προστασία των δημοκρατικών δικαιωμάτων» των φοιτητών και γενικότερα της νεολαίας. Ως διαπίστωση με τη βοήθεια του ορθού λόγου βγαίνει ότι τα κόμματα βολεύονταν ανάλογα με το πώς εξυπηρετείται το στενό τους κομματικό συμφέρον.
Εξαίρεση και μάλιστα σημαντικό δημοκρατικό – πολιτικό γεγονός, υπήρξε η ψήφιση του «Ν. Διαμαντοπούλου» από 270 περίπου βουλευτές, με τον οποίο τότε τα μεγάλα κόμματα έδειξαν ότι θα άλλαζαν την πραγματικότητα. Δυστυχώς «πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις» ήρθε ο Τσίπρας, κατάργησε τον Νόμο και επανέφερε το Άσυλο. Γι’ αυτό και συνεχίστηκε η βία, η παρανομία και η ασέβεια προς κάθε δημοκρατικό δικαίωμα των νέων.
Και σαν να μην έφταναν αυτές οι πρωτοτυπίες σε παγκόσμιο επίπεδο, οι λεγόμενοι φοιτητές της αναρχίας και του μηδενισμού ταπείνωσαν τον Πρύτανη με την αισχρότερη φασιστική μέθοδο. Ζήλεψαν τους κατακτητές του λαού μας, Γερμανούς και Ιταλούς, και αντέγραψαν τις απάνθρωπες τακτικές τους: κρεμούσαν τότε τους πατριώτες σε δέντρα πόλεων με ταμπέλες στο λαιμό για να βλέπουν οι Έλληνες και να μη σκέφτονται ούτε πατρίδα ούτε ελευθερία.
Νομίζω ότι ύστερα απ’ αυτή τη βάρβαρη πράξη δεν έχει δικαίωμα ούτε κόμμα ούτε Πρύτανης ούτε συμπολίτης να διαφωνήσει στην επιβολή των πιο αυστηρών μέτρων με το υποκριτικό επιχείρημα ότι τάχα υπάρχει κίνδυνος να θιγούν δημοκρατικά δικαιώματα στο χώρο του Πανεπιστημίου. Γιατί το Πανεπιστήμιο είναι ο πλέον κατάλληλος χώρος όπου ευδοκιμούν οι γνώσεις, οι ιδέες, ο διάλογος και προπαντός το δημοκρατικό πνεύμα.
Τώρα το κάθε κόμμα οφείλει να κάνει την αυτοκριτική του και να συμβάλει ώστε και στην Ελλάδα, τη χώρα της γνώσης και του πολιτισμού, να λειτουργήσουν τα δημοκρατικά Πανεπιστήμια, όπως σε όλον τον ελεύθερο και δημοκρατικό κόσμο.