Χωρίς εθνικό σχέδιο, καμία συμμαχία δεν σε σώζει

Γράφει ο Γιάννης Κίτσος, οικονομολόγος – σύμβουλος χρηματοοικονομικού και στρατηγικού σχεδιασμού

Την ώρα που η Ανατολική Μεσόγειος μετατρέπεται εκ νέου σε πεδίο σκληρών γεωπολιτικών συγκρούσεων, η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει να επενδύσει περισσότερο στην επικοινωνία παρά στην ουσία της εξωτερικής πολιτικής. Η 10η Τριμερής Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ παρουσιάστηκε ως απόδειξη «βάθους» και «ανθεκτικότητας» της συνεργασίας, όμως πίσω από τις γενικόλογες διακηρύξεις περί ασφάλειας και σταθερότητας, αναδεικνύεται ένα επικίνδυνο κενό στρατηγικής και εθνικής στόχευσης.

Οι δηλώσεις περί εμβάθυνσης της συνεργασίας σε άμυνα, κυβερνοασφάλεια και ενέργεια δεν συνοδεύτηκαν από καμία σαφή ελληνική θέση για το πώς όλα αυτά υπηρετούν συγκεκριμένα εθνικά συμφέροντα. Αντιθέτως, η Ελλάδα εμφανίζεται για ακόμη μία φορά ως πρόθυμος συμμέτοχος σε σχήματα που αντί να εξυπηρετούν την ίδια, όπως θα έπρεπε, εξυπηρετούν πρωτίστως τρίτους, και κυρίως τη γερμανική και ευρωπαϊκή γεωπολιτική ατζέντα, όπως τουλάχιστον προωθείται και εμφανίζεται, χωρίς να διασφαλίζει τη δική της στρατηγική αυτονομία.

Η χρονική συγκυρία είναι αποκαλυπτική. Λίγες ώρες μετά τις βαρύγδουπες δηλώσεις περί θαλάσσιας ασφάλειας, ουκρανικά drones πλήττουν ρωσικό δεξαμενόπλοιο του λεγόμενου «σκιώδους στόλου» σε διεθνή ύδατα της Μεσογείου, νοτιοανατολικά της Κρήτης. Πρόκειται για ποιοτική κλιμάκωση του πολέμου, με άμεση γεωγραφική εγγύτητα στην Ελλάδα, η οποία όμως αντιμετωπίζεται σχεδόν ως υποσημείωση. Καμία σαφής ελληνική τοποθέτηση, καμία ανάδειξη του ζητήματος της ασφάλειας των θαλάσσιων οδών, καμία ανησυχία για το ενδεχόμενο γενίκευσης στρατιωτικών επιχειρήσεων σε ζωτικό για τη χώρα χώρο.

Αντί η Ελλάδα να θέσει κόκκινες γραμμές και να απαιτήσει ρόλο εγγυητή σταθερότητας με όρους εθνικού συμφέροντος, περιορίζεται σε ρόλο «πύλης LNG» και «εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας», δηλαδή σε ρόλο εργαλειακό, πλήρως εναρμονισμένο με τις ανάγκες της γερμανικής ενεργειακής στρατηγικής μετά την αποκοπή από το ρωσικό φυσικό αέριο. Η ενεργειακή ασφάλεια παρουσιάζεται ως εθνικό επίτευγμα, ενώ στην πράξη η χώρα μετατρέπεται σε εναλλακτικό και μη ανταγωνιστικό διαμετακομιστικό κόμβο χωρίς ουσιαστική γεωπολιτική υπεραξία.

Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται και στο ζήτημα της άμυνας. Η ρητορική περί «συμμαχίας τριών δημοκρατικών κρατών» αποσιωπά το γεγονός ότι η Ελλάδα εμπλέκεται όλο και βαθύτερα σε συγκρούσεις και ανταγωνισμούς που δεν ελέγχει και δεν καθορίζει. Η απουσία μιας αυτόνομης, πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής καθιστά τη χώρα ουραγό εξελίξεων, όχι διαμορφωτή τους.

Η ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται η εξωτερική πολιτική δεν είναι απλώς ζήτημα ύφους, αλλά ουσίας και ασφάλειας. Όταν drones πλήττουν πλοία λίγα μίλια από τη ζώνη ελληνικού ενδιαφέροντος και η κυβέρνηση περιορίζεται σε δηλώσεις γενικής υποστήριξης «της σταθερότητας», τότε δεν μιλάμε για στρατηγική, αλλά για επικίνδυνη αδράνεια.

Οι συμμαχίες αποδίδουν μόνο όταν στηρίζονται σε έναν σαφή εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό. Όταν ένα κράτος γνωρίζει τι θέλει, ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές του και ποια συμφέροντα επιδιώκει να προστατεύσει, τότε οι συνεργασίες λειτουργούν ως πολλαπλασιαστής ισχύος. Όταν όμως απουσιάζει η εθνική στρατηγική, οι συμμαχίες μετατρέπονται σε μηχανισμό εξυπηρέτησης συμφερόντων τρίτων.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η συμμετοχή σε σχήματα όπως η τριμερής με Κύπρο και Ισραήλ δεν συνοδεύεται από σαφές ελληνικό αφήγημα και συγκεκριμένα ανταλλάγματα. Η χώρα εμφανίζεται πρόθυμη να ενταχθεί σε ενεργειακούς και αμυντικούς σχεδιασμούς που ευθυγραμμίζονται κυρίως με τις ευρωπαϊκές, και ιδίως τις γερμανικές, προτεραιότητες, χωρίς αντίστοιχη κατοχύρωση των δικών της ζωτικών συμφερόντων.

Χωρίς αυτόνομο εθνικό δόγμα, η εξωτερική πολιτική καταντά διαχείριση εντυπώσεων. Και σε μια περίοδο αυξημένης αστάθειας στην Ανατολική Μεσόγειο, η απουσία στρατηγικής δεν είναι απλώς αδυναμία, αλλά επικίνδυνη επιλογή.

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται περισσότερες φωτογραφίες από συνόδους κορυφής ούτε επαναλαμβανόμενες διαβεβαιώσεις περί «ανθεκτικών σχημάτων συνεργασίας». Χρειάζεται εξωτερική πολιτική με πυξίδα, σαφές εθνικό αφήγημα και τη βούληση να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει απόκλιση από τις επιθυμίες ισχυρών εταίρων. Διαφορετικά, θα συνεχίσει να πληρώνει το τίμημα μιας πολιτικής που υπηρετεί πρωτίστως άλλους και όχι την ίδια την πατρίδα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.