Τα ΜΜΕ για την τραγωδία των Τεμπών
Γράφει ο Ραφαήλ Μεν. Μαϊόπουλους
1. Η αντικειμενικότητα των ΜΜΕ κρίνεται κυρίως από το αν παρουσιάζουν τα γεγονότα όπως ακριβώς έχουν συμβεί, χωρίς παραλείψεις ή προσθήκες.
Με το κριτήριο αυτό, η εικόνα πολλών ΜΜΕ, κυρίως πολλών πρωινών και νυχτερινών τηλεοπτικών “ενημερωτικών εκπομπών”, είναι άκρως προβληματική όσον αφορά την τραγωδία των Τεμπών.
Ελάχιστα παραδείγματα της μεροληπτικής τους παρουσίασης στην καταγραφή των γεγονότων της τραγωδίας των Τεμπών:
(α) Ο Εφέτης ανακριτής ερωτώμενος απάντησε πως κάποια στοιχεία που φέρονταν ότι “έχουν εξαφανιστεί” τα εξέτασε και έκρινε ότι δεν συμβάλλουν στην ανάκριση, πως τα στοιχεία αυτά δεν έχουν “εξαφανιστεί” και πως των στοιχείων αυτών μπορούν να λάβουν γνώση οι αρμόδιοι δικηγόροι.
Η απάντηση αυτή αποσιωπήθηκε από τα περισσότερα ΜΜΕ, ενώ επιβεβαιώθηκε ως γεγονός αργότερα.
(β) Ο Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Γ. Φλωρίδης μιλώντας στη Βουλή είχε πει πως “Όσοι από τους πολιτικούς μιλούν για μπάζωμα είναι για τα μπάζα”.
Τα περισσότερα ΜΜΕ εξαφάνισαν το “όσοι από τους πολιτικούς” της δήλωσης Φλωρίδη, είπαν και έγραψαν ότι “ο Φλωρίδης δήλωσε πως όσοι μιλούν για μπάζωμα είναι για τα μπάζα” και κατηγόρησαν τον Υπουργό ότι με τη δήλωσή του αυτή στράφηκε κατά των συγγενών των θυμάτων!
(γ) Για την πυρόσφαιρα, τα περισσότερα ΜΜΕ έχουν δεχτεί πως αυτή προήλθε από την καύση κάποιων υλικών που μετέφερε ή εμπορική αμαξοστοιχία, όταν τέτοιο συμπέρασμα δεν προκύπτει ούτε από το, με ημερομηνία 27/2/2025, Πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ ούτε από τα πραγματολογικά στοιχεία.
(ι) Σύμφωνα με την από 9/4/2025 Ανακοίνωση του Συμβουλίου του, το Πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ έχει επισημάνει “ευθύς εξαρχής” ότι “η διερεύνηση για την πυρόσφαιρα δεν είναι οριστική” και πως “θα επιδιωχθεί περαιτέρω πιστοποίηση από ακαδημαϊκό ίδρυμα εγνωσμένου κύρους, καθώς τα στοιχεία των πραγματογνωμόνων δεν ήταν επαρκή για να καταλήξουν σε τεκμηριωμένο και ασφαλές συμπέρασμα”.
(ιι) Τα πραγματολογικά στοιχεία είναι τα ακόλουθα:
– Τα τρία βίντεο, η γνησιότητα των οποίων έχει επιβεβαιωθεί τόσο από τους δικαστικούς πραγματογνώμονες όσο και από το Εγκληματολογικό της ΕΛΑΣ, δείχνουν πως δεν υπήρξε κανένα φορτίο πέραν αυτού που ήταν δηλωμένο στις φορτωτικές.
– Οι έρευνες που διεξήχθησαν στη θέση Κουλούρι από την Πυροσβεστική δεν επιβεβαίωσαν την ύπαρξη εύφλεκτου υλικού καθώς στις δύο ηλεκτράμαξες δεν βρέθηκαν ίχνη καύσης ή έκρηξης, η αποκόλληση του πίσω μέρους της δεύτερης ηλεκτράμαξας έγινε ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης και όχι της έκρηξης που ακολούθησε, δεν λείπει τμήμα της δεύτερης ηλεκτράμαξας αφού στα συντρίμμια των δύο τρένων βρέθηκαν τα κομμάτια που είχαν αποκοπεί και συνθλιβεί κατά τη σύγκρουση…
– Οι ηλεκτράμαξες δεν βρέθηκαν καμένες, βρέθηκαν κατεστραμμένες, και όλα τα βαγόνια της εμπορικής αμαξοστοιχίας βρέθηκαν άθικτα.
(δ) Αξιοσημείωτο το ότι τα ΜΜΕ δεν είχαν κάνει γνωστό έγκαιρα ότι ο ΕΟΔΑΣΑΑΜ από τις 28 Ιανουαρίου 2025 είχε στη διάθεσή του την απάντηση του Πανεπιστημίου της Γάνδης στο ζήτημα της αξιολόγησης της εγκυρότητας χρήσης της μεθόδου υπολογιστικής προσομοίωσης και του λογισμικού Fire Dynamics Simulator (FDS) για τη διακρίβωση των αιτίων της πυρόσφαιρας, από την οποία προέκυπτε ότι οι ερευνητές του πανεπιστημίου του Βελγίου είχαν αποφανθεί πως υπάρχει υψηλός βαθμός αβεβαιότητας στην εξαγωγή συμπερασμάτων.
(ε) Αξιοσημείωτο το ότι οι 14 σελίδες του Πορίσματος του ΕΟΔΟΣΑΑΜ που αναφέρονται στην πυρόσφαιρα (σελίδες 95-108) μεταφράστηκαν μόνο από τον κ. Ανδρέα Δρυμιώτη και έγιναν γνωστές μόνο στους αναγνώστες της “Καθημερινής” στις 16.3.2025 (άρθρο του με τίτλο “Το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ για τα Τέμπη – Μέρος 1ον”).
2. Η μεροληπτική αυτή στάση έγινε φανερή από την αρχή της τραγωδίας των Τεμπών, όταν τα περισσότερα ΜΜΕ και πλήθος “κοινωνικών δικτύων” ανέθεσαν στους εαυτούς τους εισαγγελικά και δικαστικά καθήκοντα και αποφάσισαν ποιοι ήσαν οι ένοχοι του “εγκλήματος των Τεμπών” και ποια τα αδικήματά που διέπραξαν, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη “Συγκάλυψη” και το “Μπάζωμα”.
Αυτό το “αρχικό αμάρτημα” προσδιόρισε τόσο τη μέχρι σήμερα μεροληπτική ως ανωτέρω στάση των περισσότερων ΜΜΕ όσο και τη στάση τους απέναντι στους δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίοι έχουν αρμοδίως οριστεί για τη δικαστική έρευνα της Τραγωδίας των Τεμπών.
3. Για τις επικριτικές αναφορές διαφόρων ΜΜΕ για τις καθυστερήσεις “της Δικαιοσύνης”.
Γιατί ουδεμία από δημοσιογράφους-ερευνητές έρευνα έχει γίνει μέχρι σήμερα σε ένα αριθμό σοβαρών υποθέσεων δημόσιου και ιδιωτικού ενδιαφέροντος που να καταγράφει τους χρόνους καθυστέρησης “της Δικαιοσύνης” λόγω: Αμέλειας δικαστικών λειτουργών, γραφειοκρατικών νομοθετικών και διοικητικών ρυθμίσεων, απεργιών, πέρατος του καθημερινού ωραρίου των Δικαστηρίων, διαφόρων νόμιμων αιτημάτων των διαδίκων, διαφόρων νόμιμων προσωπικών αιτημάτων των δικηγόρων κ.α.;
Μήπως μια τέτοια έρευνα θα έδειχνε ότι για τις καθυστερήσεις “της Δικαιοσύνης” το κύριο φταίξιμο πέφτει σε όλα τα άλλα εκτός από την αμέλεια δικαστικών λειτουργών;
4. Για την κατηγορία πως οι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργών επηρεάζονται από, ή εκτελούν, εντολές της Κυβέρνησης “που τους επιλέγει”.
(α) Αν η κατηγορία αυτή ισχύει για τους δικαστικούς λειτουργούς, δεν θα ισχύει, κατά μείζονα λόγο, και για όλους τους υπαλλήλους του δημόσιου και ιδωτικού τομέα, που κάποιο άτομο ή όργανο τους επιλέγει;
Περιλαμβανομένων και των δημοσιογράφων, οι οποίοι επιλέγονται από τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ;
(β) Τα ΜΜΕ, με τόσους δημοσιογράφους, σχολιαστές και ερευνητές:
– Ποτέ δεν παρουσίασαν πώς επιλέγονται οι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί σε άλλες δημοκρατικές χώρες και δεν ζήτησαν από τους πολιτικούς να προτείνουν μια συγκεκριμένη διαδικασία επιλογής τους.
– Αρκούνται, όπως και πολλοί από τους πολιτικούς, στη διαπίστωση ότι “πρέπει να αλλάξει η διαδικασία επιλογής των ανώτατων δικαστικών”.
(γ) Από παλιά, αλλά και πρόσφατα, ο Ευάγγελος Βενιζέλος έχει επισημάνει πως το θέμα δεν είναι η διαδικασία επιλογής των ανώτατων δικαστικών λειτουργών.
Γράφει στο βιβίο του “Η Δημοκρατία μεταξύ συγκυρίας και Ιστορίας” (Πρώτη έκδοση Δεκέμβριος 2018, τμ. VI 1 Α).
“Η θεσμική και επίσημη παρέμβαση της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας στο ελληνικό δικαστικό σύστημα είναι μία από τις μικρότερες διεθνώς (…)
Ο δικαστής φτάνει στον ανώτατο βαθμό (…), μέσα από αμιγώς δικαστική κρίση, μέσα από την κρίση δικαστικών συμβουλίων αμιγώς δικαστικής σύνθεσης.
Το Υπουργικό Συμβούλιο επιλέγει, μεταξύ ήδη υπηρετούντων ανωτάτων δικαστικών λειτουργών που έχουν προαχθεί με κρίσεις αμιγώς δικαστικών οργάνων, τους Προέδρους και Αντιπροέδρου των ανωτάτων δικαστηρίων (…).
Συμφωνώ με τον Μιχάλη Σταθόπουλο ότι το θέμα δεν είναι η διαδικασία επιλογής, το θέμα είναι οι αρμοδιότητες”.
anthologoi