Ποιος αλήθεια σε λογοκρίνει και σε φιμώνει;
Γράφει η Ελένη-Ρεβέκκα Στάιου
Μεγάλη κουβέντα τους τελευταίους μήνες για κλεισίματα και «μπαναρίσματα» λογαριασμών στα σόσιαλ τα μίδια.
Πιο έντονο τις τελευταίες δέκα μέρες που «μπάναραν» την κα. Ακρίτα, και λίγο πιο πριν που κατέβηκαν κάποιες αναρτήσεις σε σχέση με την υπόθεση Κουφοντίνα, αν δεν κάνω λάθος.
Υπάρχουν πολλά άρθρα, πολλές απόψεις. Κάποια κατακεραυνώνουν. Κάποια ζυγίζουν. Κάποια κάνουν αναλύσεις για το πώς είναι τα social media, πώς πρέπει να «κυβερνώνται», τι πρέπει να κάνουν. Κάποιοι συνδέουν τις αποφάσεις αυτές με τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Το θέμα, για εμένα, έχει τρεις διαφορετικές ουρές.
Η πρώτη ουρά έχει να κάνει με το ότι πρέπει να αποφασίσουμε πότε συμφωνούμε με τα «μπαναρίσματα» και πότε διαφωνούμε. Συμφωνούμε με το «μπαν» του Τραμπ από το Twitter, αλλά δεν μας αρέσει της Ακρίτα από το Facebook. Η ερώτηση είναι γιατί; Το ένα είναι διαφύλαξη, το άλλο είναι λογοκρισία θα μου πείτε. Γιατί; Και δεν είναι μόνο η Ακρίτα ή ο Τραμπ. Είναι και ο Γρηγόρης Πετράκος, είναι και οι «γιατροί» που λένε την άποψή τους και η λίστα μπορεί να συνεχιστεί αιωνίως. Προφανώς κάποια «μπαν» είναι αποδεκτά, αλλά όχι αυτά «της άποψης»; Αν αυτή η άποψη προσβάλει; Αν είναι υβριστική προς κάποιους; Γιατί να μην είναι και σε αυτήν την περίπτωση αποδεκτά τα όποια «μπαν» γίνουν; Αν τον έβριζες τον άλλον στα μούτρα του, δεν θα ρίσκαρες να σου σκάσει μπουκέτο στο στόμα; Ή να σου φωνάξει την αστυνομία στην καλύτερη; Άρα θα υπήρχαν επιπτώσεις για την μπαρούφα που έχεις πει, γιατί να μην έχεις και στον διαδικτυακό κόσμο;
Η δεύτερη ουρά είναι η ιδέα του «μπαν». Κατηγορούμε την εκάστοτε πλατφόρμα γιατί κάνει ό,τι κάνει, ξεχνώντας ότι πρόκειται για μια ιδιωτική επιχείρηση που έχει δικαίωμα να κάνει Ο,ΤΙ επιθυμεί. Έχεις αποδεχτεί όρους για να μπεις και στην τελική η πόρτα είναι ανοιχτή και τα σκυλιά δεμένα για να φύγεις όποτε γουστάρεις. Τι; Δεν θες να αισθάνεσαι εκτός από τις τρέχοντες εξελίξεις; Τι; Την έχεις ψωνίσει γράφοντας ό,τι μαλακία σου κατέβει επειδή σε αποθεώνουν δέκα νοματαίοι που σκέφτονται το ίδιο με σένα; Δικά σου προβλήματα. Όπως κάποιος κάνει ό,τι επιθυμεί στον δικό του ιδιωτικό χώρο, έτσι και αυτές οι πλατφόρμες.
Ήδη υπάρχουν αρκετές συζητήσεις για «εναλλακτικά» δίκτυα, ξέρετε, επαναστατικά, χωρίς καπιταλιστικό κεφάλαιο. Αυτές οι συζητήσεις υπάρχουν χρόνια. Κυριολεκτικά χρόνια. Έχει αναρωτηθεί άλλωστε κανείς γιατί δεν έχουν ξεκινήσει, γιατί δεν έχουν εδραιωθεί, γιατί δεν έχουν χρησιμοποιηθεί; Όπως έχω ξαναπεί, οι επαναστάσεις θέλουν θυσίες. Όταν δεν είσαι διατεθειμένος να τις κάνεις, όταν δεν θέλεις να χάσεις το στάτους που έχεις δημιουργήσει σε αυτούς τους «δαίμονες», άστο να πάει. Μην ξεσηκώνεσαι.
Η τρίτη ουρά, είναι η πιο επικίνδυνη. Η πιο ύπουλη. Είναι το «φίμωμα» εκεί που δεν το περιμένεις. Είναι που πας να πεις κάτι και στην πέφτουν αυτοί που απλά φωνάζουν περισσότερο. Που δεν τολμάς να εκφράσεις μια διαφορετική άποψη από αυτή που υποστηρίζουν οι «φίλοι» σου. Γιατί φίλοι σου να ξέρεις είναι αυτοί που σε φιμώνουν. Που θεωρούν ότι αυτό που λένε είναι το μόνο σωστό και σε τραμπουκίζουν μόλις τολμήσεις να υψώσεις ανάστημα. Είναι η λογοκρισία των «πολλών», του όχλου, της μάζας, των τρολλ. Που γίνεται με φωνές, με εκφοβισμό, με βρισιές και απειλές. Που γίνεται με το «κόψιμο» της κουβέντας. Αυτή άραγε την έχει αναλογιστεί κανείς; Που γίνεται τόσο συχνά που πλέον έχει γίνει συνήθεια. Που γράφουμε κάτι και θεωρούμε σίγουρο ότι θα μας βρίσουν.
Για εμένα, αυτή η τελευταία ουρά είναι η μάστιγα της εποχής μας. Που «δίκιο» έχει ο πιο τραμπούκος, αυτός που φωνάζει πιο δυνατά. Και αν αυτή είναι η ιδέα μας για τη δημοκρατία, για τη δημόσια σφαίρα που με «πόνο και ιδρώτα» θα υπερασπιστούμε από το «ιδιωτικό κεφάλαιο», τότε μάλλον πρέπει να επιστρέψουμε σε πολύ πιο βασικές έννοιες, να τις βάλουμε κάτω και να τις ξαναμελετήσουμε.