Όταν οι σύμμαχοι γυρίζουν την πλάτη: ο παραλληλισμός Ουκρανίας – Ελλάδας και η απομόνωση Μητσοτάκη
Γράφει ο Γιάννης Κίτσος, οικονομολόγος – σύμβουλος χρηματοοικονομικού και στρατηγικού σχεδιασμού
Οι τελευταίοι μήνες αποκάλυψαν κάτι βαθύτερο από ένα ακόμη σκάνδαλο διαφθοράς στην Ουκρανία. Ξεγύμνωσαν το πολιτικό σύστημα ενός προέδρου που μέχρι χθες παρουσιαζόταν ως σύμβολο αντίστασης, αλλά σήμερα κατηγορείται ότι επέτρεψε σε στενούς συνεργάτες του να μετατρέψουν τη δυτική βοήθεια σε χρυσές λεκάνες τουαλέτας και σακιά με δολάρια. Από την άλλη πλευρά της Ευρώπης, η Ελλάδα ζει μια παράλληλη πραγματικότητα. Μια κυβέρνηση που βυθίζεται σε διαδοχικά σκάνδαλα, χωρίς θεσμικά αντανακλαστικά, αλλά με την ίδια εμμονή να παρουσιάζει μια εικόνα κανονικότητας προς τους διεθνείς εταίρους.
Ο παραλληλισμός δεν είναι υπερβολικός. Στην Ουκρανία, οι έρευνες της NABU αποκάλυψαν ένα δίκτυο δωροδοκιών στην καρδιά του ενεργειακού συστήματος, με μίζες σε συμβάσεις που αφορούσαν την προστασία κρίσιμων υποδομών, την ώρα που οι πολίτες έμεναν στο σκοτάδι λόγω ρωσικών βομβαρδισμών. Οι πρωταγωνιστές δεν ήταν περιθωριακοί, αλλά πρόσωπα άμεσα συνδεδεμένα με τον Βολοντιμίρ Ζελένσκι. Φίλοι, συνεργάτες, υπουργοί. Το ερώτημα προέκυψε αναπόφευκτα: γνώριζε; Και αν γνώριζε, γιατί προσπάθησε πέρυσι να μπλοκάρει τις έρευνες;
Στην Ελλάδα, τα συμφραζόμενα διαφέρουν, αλλά ο πυρήνας είναι ανατριχιαστικά οικείος. Υποκλοπές, παρακρατικές δομές, αδιαφανείς αναθέσεις, σκάνδαλα του Ταμείου Ανάκαμψης, κυβερνητικό περιβάλλον που εμπλέκεται σε υποθέσεις διαπλοκής, ΜΜΕ πλήρως εξαρτημένα από την κρατική χρηματοδότηση. Και κάθε φορά που ένα σκάνδαλο αγγίζει τον στενό κύκλο Μητσοτάκη, η απάντηση είναι η ίδια. Αρνηση, μετάθεση ευθυνών, σιωπή. Στο εξωτερικό, το αφήγημα έχει πλέον παγιωθεί: ο Έλληνας πρωθυπουργός «πούλησε» ως ευρωπαϊκή κανονικότητα μια πραγματικότητα που θυμίζει περισσότερο καθεστώτα με αυταρχικές μεθόδους.
Εκεί όμως που οι δύο διαδρομές συγκλίνουν επικίνδυνα είναι στο ενεργειακό. Η Ουκρανία βρίσκεται στο επίκεντρο ενός δικτύου διαφθοράς πάνω στις συμβάσεις ενέργειας. Η Ελλάδα, από την άλλη, έχει καταστεί απόλυτα εξαρτημένη από το αμερικανικό LNG, έχοντας συνάψει δεσμευτικές συμφωνίες που επανακαθορίζουν τη γεωπολιτική της θέση. Και στις δύο περιπτώσεις, κολοσσιαία οικονομικά συμφέροντα χτίζονται πάνω σε κυβερνήσεις βαριές από σκάνδαλα ή κατηγορίες για θεσμική εκτροπή.
Το κρίσιμο ερώτημα που πλανάται πάνω από το Κίεβο σήμερα είναι, τι κάνει η Ουάσιγκτον όταν ο εκλεκτός της χάνει τη νομιμοποίησή του; Η εικόνα είναι σαφής. Ο Ζελένσκι θεωρείται πλέον βάρος. Η έρευνα κινείται με ρυθμούς αδύνατους χωρίς αμερικανική ανοχή. Η συζήτηση για αντικατάσταση του προέδρου δεν είναι πια περιθωριακή, αλλά κυρίαρχη σε διπλωματικούς κύκλους.
Και κάπου εδώ αρχίζει ο πραγματικός παραλληλισμός για την Ελλάδα. Αν η Ουάσιγκτον δεν διστάζει να αλλάξει ηγεσία στην Ουκρανία εν μέσω πολέμου, γιατί να διστάσει σε μια χώρα μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ όταν η αξιοπιστία της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει δεχτεί σοβαρότατα πλήγματα; Τι συμβαίνει όταν μια κυβέρνηση είναι μεν χρήσιμη ενεργειακά, αλλά ταυτόχρονα πολιτικά αποδυναμωμένη και διεθνώς εκτεθειμένη;
Εδώ προστίθεται και ένας ακόμη, καθόλου αμελητέος παράγοντας. Η πλήρης απομόνωση του Μητσοτάκη από τον Ντόναλντ Τραμπ. Οι σχέσεις Τραμπ-Μητσοτάκη είναι σήμερα ουσιαστικά ανύπαρκτες. Ο Τραμπ τον έχει στο περιθώριο, από τη στιγμή που ο Έλληνας πρωθυπουργός επέλεξε να ταυτιστεί πλήρως με τα συμφέροντα των Δημοκρατικών και της woke ατζέντας. Ενώ άλλοι ηγέτες, ακόμη και από χώρες μικρότερης γεωπολιτικής βαρύτητας, βρίσκουν δίαυλους επικοινωνίας με τη νέα αμερικανική εξουσία, ο Μητσοτάκης έχει καταφέρει το αδιανόητο, δηλαδή να θεωρείται αναξιόπιστος από τη μία πλευρά και αδιάφορος από την άλλη. Και σε ένα διεθνές περιβάλλον που αλλάζει βίαια, μια χώρα δεν αντέχει πρωθυπουργό χωρίς κανάλια, χωρίς πρόσβαση, χωρίς εμπιστοσύνη.
Γιατί οι ΗΠΑ δεν έχουν πρόβλημα να συνεργαστούν με μια κυβέρνηση όσο εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους, αλλά δεν έχουν κανέναν δισταγμό να την εγκαταλείψουν όταν μετατραπεί σε βαρίδι. Η κρίσιμη στιγμή έρχεται όταν το κόστος της διαφθοράς και της αδυναμίας υπερβαίνει το όφελος της συνεργασίας. Και τότε οι εξελίξεις γίνονται αμείλικτες.
Από αυτή την οπτική, η Ελλάδα δεν βρίσκεται εκτός κινδύνου. Αν ο Μητσοτάκης παρουσιαζόταν μέχρι χθες ως «σταθερός σύμμαχος», σήμερα τα σκάνδαλα, η θεσμική φθορά, οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και η ολοκληρωτική απώλεια πολιτικών αντανακλαστικών τον καθιστούν επισφαλή. Το κενό εμπιστοσύνης που δημιουργείται δεν περνά απαρατήρητο. Και όσοι καθόρισαν τη διαδρομή του τα προηγούμενα χρόνια, είναι οι ίδιοι που μπορούν και να την τερματίσουν.
Η ιστορία διδάσκει ότι κανένα σύστημα εξουσίας δεν επιβιώνει όταν οι ίδιοι του οι σύμμαχοι το θεωρήσουν προβληματικό. Ο Ζελένσκι βρίσκεται ήδη σε αυτό το σημείο. Και η πιθανότητα μια ανάλογη συζήτηση να αγγίξει και την Ελλάδα δεν μοιάζει πλέον με θεωρητική υπερβολή, αλλά με ψυχρή γεωπολιτική πραγματικότητα. Όταν οι κυβερνήσεις βουλιάζουν στη δυσπιστία, η διαπραγματευτική τους ισχύς εξαφανίζεται. Και τις εξελίξεις δεν τις καθορίζουν οι λαοί, αλλά τα κέντρα που διαθέτουν τα μέσα, τα συμφέροντα και την επιρροή.
Ο παραλληλισμός Ουκρανίας-Ελλάδας δεν είναι ταύτιση. Είναι προειδοποίηση. Ότι στη νέα εποχή των μεγάλων ανακατατάξεων, η διαφθορά δεν είναι εσωτερική υπόθεση. Είναι παράγοντας αποσταθεροποίησης. Και οι ηγεσίες που αφήνουν τα σκάνδαλα και την αλαζονεία να τις πνίξουν, δεν πέφτουν όταν το αποφασίσουν οι αντίπαλοι τους αλλά όταν το αποφασίσουν οι σύμμαχοι τους.

