Οι φόροι και η ακρίβεια

Υστερα από αρκετά χρόνια πτώσης τιμών, όχι λόγω βελτίωσης των συνθηκών ανταγωνισμού στην αγορά αλλά εξαιτίας του δραματικού σπιράλ ύφεσης, μείωσης εισοδημάτων και κατ’ επέκταση ζήτησης, οι πληθωριστικές πιέσεις επιστρέφουν στην ελληνική οικονομία.

Γράφει ο Πάνος Αμυράς

Στη διάρκεια της δεκαετούς μνημονιακής περιόδου αυξήθηκαν υπέρμετρα τα φορολογικά βάρη, με τα εισοδήματα να έχουν βυθιστεί για την πλειονότητα των νοικοκυριών. Η κατάσταση επιδεινώθηκε στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ όταν με την περήφανη διαπραγμάτευση οδηγηθήκαμε σε ένα τρίτο Mνημόνιο με τις τράπεζες κλειστές και την οικονομία να μπαίνει ξανά στο τούνελ της ύφεσης μετά το διάλειμμα ανάκαμψης του 2014.

Ο ΦΠΑ αυξήθηκε από το 13% στο 24% για τα περισσότερα τρόφιμα, ακόμη θυμόμαστε το ξέσπασμα υπουργού της Αριστεράς ότι «δεν θα πέσει και η κυβέρνηση για 10 λεπτά στο πακέτο μακαρόνια», ενώ οι φόροι και οι εισφορές αυξήθηκαν για μισθωτούς και κυρίως μικρομεσαίους και ελεύθερους επαγγελματίες. Οι ειδικοί φόροι αυξήθηκαν στα καύσιμα μέσω της γενικής αύξησης του ΦΠΑ από 23% σε 24% ή εισήχθησαν σε νέα προϊόντα όπως ο καφές, το κρασί, από τη φορολογική λαίλαπα δεν ξέφυγαν η σταθερή τηλεφωνία ή και η συνδρομητική τηλεόραση.

Η σημερινή κυβέρνηση πιστεύει στη μείωση των φόρων ως μέσο πολιτικής για την προσέλκυση επενδύσεων και τη μεγέθυνση της οικονομίας. Εχει μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές και τις εισφορές ενώ ακύρωσε την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης για φέτος και για το 2022. Αναμένουμε με ενδιαφέρον τις εξαγγελίες Μητσοτάκη στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, μετά την εκρηκτική άνοδο του ΑΕΠ κατά 16,2% στο δεύτερο τρίμηνο του έτους.

Η μείωση του ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής όπως το ψωμί (από το 13% που είναι σήμερα στο 6%) θα μπορούσε να δώσει μία ανάσα στα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα, αρκεί η αλλαγή αυτή να περάσει στην κατανάλωση. Για παράδειγμα, σε μία φρατζόλα αξίας 70 λεπτών η νέα τιμή με χαμηλότερο ΦΠΑ θα πρέπει να είναι 65 λεπτά, αρκεί η ελάφρυνση να μην «απορροφηθεί» από τα λειτουργικά κόστη των αρτοποιείων. Ομως η κυβέρνηση, εκτός από τις αποφάσεις που θα κληθεί να λάβει στο μέτωπο των φόρων, πρέπει να εστιάσει το ενδιαφέρον της στον τρόπο λειτουργίας της αγοράς. Οι τιμές στην κινητή τηλεφωνία και συνολικά στις τηλεπικοινωνίες, που απορροφούν πλέον σημαντικό κονδύλι του οικογενειακού προϋπολογισμού, είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Το ίδιο ισχύει με τραπεζικές χρεώσεις που είναι υψηλές σε περίοδο τεχνολογικής αιχμής. Οι θύλακες της ακρίβειας πρέπει να αντιμετωπισθούν παράλληλα με τη φορολογική πολιτική ώστε το αποτέλεσμα να είναι το καλύτερο δυνατό για τη μέση οικογένεια.

Ελεύθερος Τύπος 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.