Η φωνή των «λαϊκών δικαστών»
Γράφει ο Διονύσης Κ. Καραχάλιος
Μετά την δίκη της «Χρυσής Αυγής», μια άλλη δίκη έρχεται να δώσει την ευκαιρία στους «λαϊκούς δικαστές», που εννοούν να υποκαθιστούν την Δικαιοσύνη και να καταδικάζουν, πριν δικάσουν οι εντεταλμένοι δικαστές, τους ενόχους, για τους οποίους το «αλάνθαστο λαϊκό αίσθημά» τους έχει, ήδη, εκδώσει την αμετάκλητη ετυμηγορία τους: Είναι η δίκη για τον φόνο «ενός εμβληματικού νεκρού»… «του γεννημένου στην Αμερική ακτιβιστή για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ» Ζακ (Ζακί για τους φίλους του) Κωστόπουλου…
Διαβάζω, λοιπόν, στην καθημερινή στήλη ενός περισπούδαστου διαμορφωτή της κοινής γνώμης, που στηλιτεύει, σχεδόν καθημερινά, τον «φασισμό», την «δεξιά», την «αντίδραση» και γενικά ό,τι, κατά την άποψή του, δεν εντάσσεται στην «πρόοδο» όπως ο ίδιος την εννοεί, την διακηρύττει και την «αγιογραφεί», με την επιδέξια και γλαφυρή του πένα («ΤΑ ΝΕΑ, 21.10.2020):
«Αντίθετα με τον Φύσσα, ο Ζακ Κωστόπουλος άργησε να «δικαιωθεί» – αν υποθέσουμε ότι είναι σήμερα δικαιωμένος. Για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την δολοφονία του, με ευθύνη των αρχών, της αστυνομίας και των μέσων ενημέρωσης, ήταν ένας τοξικοεξαρτημένος ληστής που εγκλωβίστηκε σε ένα κοσμηματοπωλείο και τραυματίστηκε θανάσιμα ενώ προσπαθούσε να βγει από την σπασμένη τζαμαρία. Μια εκδοχή βολική για τη συλλογική συνείδηση – αλλά εντελώς ψευδής. Ο Ζακ δεν είχε πάρει ναρκωτικά. Δεν είχε σκοπό να ληστέψει. Δεν είχε μαχαίρι ούτε επιτέθηκε σε κανέναν. Πρώτα έπεσε θύμα τραμπουκισμού. Και ύστερα τον λιντσάρισαν μανιασμένοι άνθρωποι εν μέσω της απάθεια του πλήθους».
Κάπως αλλιώς περιγράφονται τα γεγονότα, με βάση την σχετική δικογραφία και το παραπεμπτικό των κατηγορουμένων βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, όπως τα αναφέρει το σχετικό ρεπορτάζ της «Καθημερινής» (21.10.2020):
[«Είδα ένα παλικάρι μέσα στο μαγαζί να παίρνει έναν πυροσβεστήρα για να σπάσει την πόρτα. Αυτή δεν έσπαγε. Είδα με τα μάτια μου ότι κρατούσε μαχαίρι. Εφόσον δεν μπορούσε να βρει άλλη λύση πήρε τον πυροσβεστήρα και έσπασε το κάτω μέρος της βιτρίνας. Φαινόταν υπό την επήρεια ναρκωτικών. Κάποιοι περαστικοί τον βαρούσαν και προσπαθούσαν να του πάρουν το μαχαίρι», κατέθεσε ένα μάρτυρας. «Είδαμε ένα νεαρό, ο οποίος δεν ήταν καλά. Φώναζε βοήθεια χωρίς να υπάρχει εμφανής λόγος. Υποθέσαμε ότι ήταν υπό την επήρεια ουσιών», κατέθεσε εργαζόμενη που από το γραφείο της είχε θέα στην οδό Γλάδστωνος. «Πήγα να πάρω καφέ από τον Βενέτη και τον είδα σε αλλόφρονα κατάσταση, νόμιζα ότι είχε πάθει επιληψία. Μου έδωσε την εντύπωση ανθρώπου υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, ήταν σε υπερδιέγερση και φώναζε “Μην κλείνετε τα μάτια”» κατέθεσε Τούρκος, αυτόπτης μάρτυρας του γεγονότος. Από τις καταθέσεις των περισσοτέρων μαρτύρων προκύπτει ότι, τη στιγμή του επεισοδίου, ο Ζακ Κωστόπουλος έδινε την εντύπωση ατόμου που, είτε αντιμετώπιζε κρίση πανικού, είτε είχε κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών. Το τελευταίο πάντως δεν επιβεβαιώθηκε από τις τοξικολογικές εξετάσεις. Από το υλικό της δικογραφίας προκύπτει ότι ο Ζακ Κωστόπουλος μπήκε και εγκλωβίστηκε στο κοσμηματοπωλείο ενόσω ο ιδιοκτήτης του βρισκόταν σε κοντινό περίπτερο. «Ο θανών ασκώντας πίεση κατόρθωσε να εισέλθει στον χώρο του κοσμηματοπωλείου (…) αφ’ ης στιγμής η πόρτα του καταστήματος έκλεισε δεν ήταν δυνατόν να ανοίξει παρά μόνο με τη χρήση τηλεχειριστηρίου», αναφέρεται στα επίσημα δικαστικά έγγραφα].
Η συγκριτική ανάγνωση των δύο κειμένων, δίνει την εντύπωση ότι γίνεται λόγος για δύο διαφορετικά περιστατικά, αφού σε σχέση με το περιεχόμενο της δικογραφίας, ο «αγιογράφος» του Ζακ μας δίνει μια δική του εκδοχή, υποστηρίζοντας, περίπου, ότι, ο νεαρός πρώτα έπεσε θύμα τραμπουκισμού, χωρίς λόγο και μετά εισήλθε στο κατάστημα!.. Εντυπωσιάζει, ασφαλώς, η βεβαιότητα του αρθρογράφου, για την «εντελώς ψευδή εκδοχή», αφού δεν συμφωνεί με την «ακριβοδίκαιη» δική του, και για το απόλυτη πεποίθησή του ότι «Δεν είχε σκοπό να ληστέψει»! Ο «δικαστής» δίκασε, αποφάσισε και καταδίκασε!!!…Αλλά τότε, γιατί δεν μας διευκρινίζει τι πήγε να κάνει και εγκλωβίστηκε μέσα στο κατάστημα ο «ακτιβιστής», την στιγμή που ο καταστηματάρχης βρισκόταν εκτός; Είχε πάει να ψωνίσει; Και αν αυτή ήταν η αγαθή πρόθεσή του, εφ’ όσον δεν είχε πάει να ληστέψει, γιατί εγκλωβίστηκε και, ακόμη, χειρότερα, γιατί επιχειρούσε να εξέλθει βιαίως από το κατάστημα; Οι πελάτες ενός κοσμηματοπωλείου συνηθίζουν να «μπουκάρουν» σ’ αυτό, ενώ απουσιάζει ο καταστηματάρχης και αφού προηγουμένως «τις έχουν αρπάξει» από άγνωστους τραμπούκους; Και αφού βρεθούν εντός του καταστήματος αγωνίζονται αλλόφρονες να εξέλθουν, παραβιάζοντας την ασφαλισμένη πόρτα του καταστήματος: Τι έχουν να φοβηθούν οι αληθινοί πελάτες, που «τρομοκράτησε» τον Ζακ, ώστε να μην περιμένει να του ανοίξει την πόρτα ο καταστηματάρχης;
Τα εύλογα αυτά ερωτήματα δεν επιδιώκουν να υποκαταστήσουν τη Δικαιοσύνη, που ασφαλώς και θα τα θέσει, αλλά να καταδείξουν την ευκολία με την οποία οι «λαϊκοί δικαστές» δικάζουν και καταδικάζουν όποιον δεν τους αρέσει, όποιον τους ενοχλεί ή (και κυρίως) όποιον δεν συμβαδίζει με τις «προοδευτικές» ιδέες τους… Αφού ήταν ακτιβιστής της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας ο Ζακ, δεν μπορεί παρά να ήταν «γλυκούλης» (έχει γραφτεί και αυτό…), πράος, φιλήσυχος ευγενικός, ένα πραγματικός «άγιος που θέλησαν να εξοντώσουν οι «φασίστες»… Εξ ου και η αναφορά στον Παύλο Φύσσα, προφανώς ως υπόμνηση των «αιωνίων αγώνων» για την «δικαιοσύνη» και την «δημοκρατία», ενάντια στον «φασισμό» και τον «νεοφιλελευθερισμό» (κολλάει παντού!)… Σε επιστέγασμα των απόψεών του ο «αγιογράφος» καταλήγει, στο άρθρο του, με την εξής φράση: «Εκτός από τους δράστες θα δικαστούν μοιραία και οι ευαισθησίες μας. ‘Μην κλείνετε τα μάτια’ μας ζητούν με κοινό τους κείμενο οκτώ ΛΟΑΤΚΙ οργανώσεις. Καταλαβαίνουμε άραγε τι εννοούν;»
Ασφαλώς και καταλαβαίνουμε!… ΟΙ ΛΟΑΤΚΙ οργανώσεις έχουν ήδη εκδώσει την απόφασή τους!… Τι το θέλουμε το Δικαστήριο, όταν «ο λαός» απαιτεί; Αν υπήρχε ακόμη η «γκιλοτίνα» θα έπρεπε ήδη να έχουν οδηγηθεί σ’ αυτήν οι «δράστες»…. Χωρίς δίκη, η, τέλος πάντων, με δίκη, αλλά από «λαϊκούς δικαστές», που διαθέτουν το «αλάνθαστο κοινό περί δικαίου αίσθημα» και αποφασίζουν, με «συνοπτικές διαδικασίες», χωρίς να δικάσουν, αλλά κατ’ εντολή και με τυφλή υπακοή στις εντολές των «καπεταναίων»… Αυτό είναι το «κοινό περί δικαίου αίσθημα», που έχουν όλοι όσοι μισούν εμάς τους υπόλοιπους, επειδή δεν κατανοούμε τις «δημοκρατικές» τους ευαισθησίες και θέλουμε Δικαιοσύνη και όχι τον γιακωβινισμό του Ροβεσπιέρου ή της ΟΠΛΑ…