“Δημοσιογράφοι” εκτελούντες συμβόλαια
Γράφει ο Ευπατρίδης
Δε θα μασήσω τα λόγια μου. Η αλήθεια είναι ότι με την εξέλιξη στην υπόθεση της σκευωρίας Novartis είχα χάσει καιρό τώρα την υπομονή μου. Υπάρχει μια αδικαιολόγητη στασιμότητα που μόνο σε συνάρτηση με πολιτικές επιδιώξεις και επιλογές μπορεί να ερμηνευθεί. Την εβδομάδα που μας πέρασε έγινε ένα τεράστιο βήμα που μας φέρνει πιο κοντά στο τέλος που τόσες φορές έχει προαναγγείλει ο Αντώνης Σαμαράς. Το οποίο όμως ακόμα απέχει πολύ.
Για όσους δεν το γνωρίζουν, η εξέλιξη χάριν της οποίας γράφεται το παρόν κείμενο είναι η κλήση σε απολογία τριών δημοσιογράφων από την ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου στον Άρειο Πάγο, Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου. Συγκεκριμένα, οι τρεις δημοσιογράφοι που κλήθηκαν είναι οι Κώστας Βαξεβάνης, Αλέξανδρος Τάρκας και Ιωάννα Παπαδάκου, και η κλήση τους σε απολογία, που στην πράξη ισοδυναμεί με άσκηση ποινικής δίωξης, ήτοι με τη συλλογή σοβαρών ενδείξεων περί διάπραξης εγκληματικών πράξεων, αφορά το ενδεχόμενο εμπλοκής τους στη σκευωρία Novartis.
Η ανακρίτρια απήγγειλε κατηγορίες για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση–συμμορία, για συνέργεια σε παράβαση καθήκοντος και για συνέργεια σε κατάχρηση εξουσίας. Με απλά λόγια, οι κατηγορίες αφορούν την ένταξη και τη συμμετοχή στη δραστηριότητα μιας ομάδας ανθρώπων που είχε σκοπό τη διάπραξη εγκληματικών πράξεων και την παροχή συνδρομής σε κρατικούς λειτουργούς προκειμένου να παρανομήσουν κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας τους.
Είναι πολύ απλά τα πράγματα. Η σκευωρία της Novartis δε θα μπορούσε ποτέ να στηθεί χωρίς τη συνέργεια δημοσιογράφων και ΜΜΕ. Όχι απαραίτητα μεγάλων και ισχυρών. Έστω μικρών. Ένα υπαρκτό σκάνδαλο, μια αληθινή ιστορία διαφθοράς, καθίσταται σοβαρή μόνο αν δημοσιευθεί, εάν δηλαδή κοινοποιηθεί με τέτοιο τρόπο που θα είναι δυνατό θεωρητικά να το μάθουν οι πάντες. Η δημοσίευση είναι χρήσιμη για δύο λόγους. Πρώτον, για την πρόκληση κοινωνικής αναταραχής, που συνήθως είναι απαραίτητη για να δημιουργήσει ανησυχία στους υπευθύνους. Δεύτερον, επειδή είναι το ασφαλέστερο μέσο για να φτάσει η ιστορία στα αυτιά των υπευθύνων αρχών (δικαστικών ή διοικητικών). Συχνά οι άνθρωποι που ξέρουν μια ιστορία φοβούνται να προσφύγουν οι ίδιοι απευθείας στη δικαιοσύνη, μήπως αποκαλυφθούν, ενώ υπάρχει πάντα και το ενδεχόμενο να μην τους πάρουν στα σοβαρά. Με τη δημοσίευση της ιστορίας εξασφαλίζεται αφενός ότι οι αρμόδιοι θα την πληροφορηθούν, αφετέρου ότι αν ακολουθήσει κοινωνική κατακραυγή θα πιεστούν να κινηθούν αναλόγως.
Από την άποψη αυτή, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι μπορούν να γίνουν οι μεγαλύτεροι σύμμαχοι των ανθρώπων που θέλουν να διερευνηθεί μια τέτοια ιστορία διαφθοράς ή σκανδάλου. Μπορούν όμως να κάνουν και ακριβώς το ανάποδο. Να δημιουργήσουν μια τέτοια ιστορία χωρίς να έχει πραγματική βάση, και να τη δημοσιεύσουν. Τα αποτελέσματα της δημοσίευσης είναι ίδια ανεξαρτήτως αν η ιστορία είναι ή όχι αληθινή.
Το κόλπο είναι γνωστό από παλιά, από αρχαιοτάτων χρόνων. Άπαξ και κάτι δημοσιευθεί σε ΜΜΕ, έστω και περιορισμένης απήχησης, τεκμαίρεται αληθές μέχρι πλήρους αποδείξεως του εναντίου (συνήθως δικαστικής). Για μεγάλο δε μέρος του κόσμου, παραμένει αληθές ακόμα κι αν αποδειχθεί ψευδές. Είτε επειδή δε θα πληροφορηθούν ποτέ τη δικαίωση (δικαστική ή μη) των εμπλεκομένων, είτε επειδή κι αν την πληροφορηθούν θα την ξεπεράσουν με επιχειρήματα του τύπου «τα λαμόγια καλύπτονται μεταξύ τους».
Έτσι ακριβώς και με τη σκευωρία της Novartis. Μια ιστορία διαφθοράς που γεννήθηκε από το μηδέν. Ξεκίνησε ως ιδέα από ένα υπαρκτό σκάνδαλο στις ΗΠΑ και επιχειρήθηκε μια αντιγραφή της εδώ. Τρεις μάρτυρες (αρχικά) με κρυμμένα στοιχεία και ταυτότητα, που στη φάση εκείνη παρουσιάζονταν σαν ήρωες που απειλείται η ζωή και η ασφάλειά τους και στην πορεία εξελίχθηκαν σε διεφθαρμένους και βρέθηκαν κατηγορούμενοι. Αυτοί οι τρεις κατέθεσαν ένα σύνολο από ασύστολα ψεύδη που δε μπορεί να χωρέσει ανθρώπινος νους, και πάνω στις καταθέσεις τους δομήθηκε ένα ολόκληρο οικοδόμημα, μια ιστορία διαφθοράς.
Μέχρι εδώ καλά. Αρκούσαν όμως αυτοί; Αρκούσαν οι καταθέσεις τριών ψευδομαρτύρων για να ξεκινήσει η υπόθεση; Προφανώς όχι. Χρειαζόταν και η συνεργασία δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών για να ερευνήσουν την υπόθεση. Μια υπόθεση που κανονικά έπρεπε να καταλήξει απευθείας στο αρχείο, δεδομένων των προφανώς ανεπαρκών στοιχείων. Αν συνεργάστηκαν καλόπιστα, εμφορούμενοι από την επιθυμία να πολεμήσουν τη διαφθορά, ή αν το έκαναν δολίως δεν το γνωρίζουμε, θα κριθεί από τα αρμόδια όργανα. Το αποτέλεσμα πάντως είναι ότι δημιούργησαν μια δικογραφία που τυπικά, έστω για δύο μόλις πρόσωπα, παραμένει ανοικτή και υπό διερεύνηση μέχρι και σήμερα.
Ούτε όμως η συνεργασία λειτουργών της Δικαιοσύνης αρκούσε. Αν εμφανίζονταν για πρώτη φορά ένα ωραίο πρωί τρεις μάρτυρες και κατέθεταν αυτά, ακόμα κι αν η ιστορία δημοσιευόταν η απήχηση θα ήταν πολύ περιορισμένη. Και εδώ οι σκευωροί δεν επιχειρούσαν απλά να πλήξουν τους στόχους τους. Επιχειρούσαν την πλήρη εξόντωσή τους. Για να γίνει αυτό, για να κάνει δηλαδή έναν τέτοιο πάταγο η υπόθεση που τα εμπλεκόμενα πρόσωπα να εξαφανιστούν από την πολιτική σκηνή υπό το βάρος των κατηγοριών, και οι πολιτικές τους παρατάξεις να υποστούν ένα κρίσιμο πλήγμα ενόψει εκλογών.
Για να συμβεί κάτι τέτοιο, το έδαφος στην κοινωνία έπρεπε να προετοιμαστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και έτσι έγινε. Για τουλάχιστον ένα χρόνο πίσω, τα κυβερνητικά ΜΜΕ της αριστεράς δημοσίευαν για το υποτιθέμενο σκάνδαλο Novartis. Αποσπασματικά πράγματα, που έκαναν εντύπωση. Οι «μάρτυρες» μπορεί να είχαν κριθεί τόσο άξιοι προστασίας ώστε να μείνουν τα στοιχεία της ταυτότητάς τους μυστικά, το περιεχόμενο των καταθέσεών τους όμως βρέθηκε παρ’ όλα αυτά δημοσιευμένο στα τότε κυβερνητικά ΜΜΕ, έστω και αποσπασματικά. Ιστορίες περί των σχέσεων των εμπλεκομένων με στελέχη της Novartis, καταγγελίες και αναλύσεις περί δήθεν υπερκοστολόγησης φαρμάκων, και άλλες ιστορίες για αγρίους που εδράζονταν, υποτίθεται, σε αποδείξεις. Τις οποίες ακόμη ψάχνουν να βρουν, αφού δεν πρόλαβαν να τις εφεύρουν σαν τις τρεις καταθέσεις των ψευδομαρτύρων τους.
Οι σελίδες του Documento και λοιπών αριστερών εφημερίδων φιλοξενούσαν σχετικό υλικό για τουλάχιστον ένα έτος πίσω. Και μάλλον ο σχεδιασμός ήταν να συνεχίσουν να το κάνουν για αρκετό καιρό ακόμα, μέχρι να φτάσουμε κοντά στις εκλογές. Απλώς εκεί εμφανίστηκαν τα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό και η τότε κυβέρνηση βρέθηκε στην ανάγκη να απαντήσει αποκαλύπτοντας το μεγαλύτερό της όπλο.
Με τον τρόπο αυτό οι σκευωροί προετοίμαζαν το έδαφος. Διεξήγαγαν έναν διαρκή πόλεμο φθοράς κατά των στόχων τους, με σκοπό όταν τελικά η ιστορία έβγαινε στο φως να θεωρούνταν η ενοχή τους δεδομένη και οι δυνατότητες αντίδρασής τους περιορισμένες. Όταν το κοινό διαβάζει και ακούει 2-3 χρόνια για ένα σκάνδαλο και αυτό βγαίνει τελικά στη δημοσιότητα, η αποδοχή του είναι σχεδόν δεδομένη. Δεδομένη είναι επίσης και η πίεση που ασκείται μετά στους λειτουργούς της Δικαιοσύνης που θα επιληφθούν, που αν θέλουν να αποφύγουν την κριτική και την κατακραυγή είναι μονόδρομος να αντιμετωπίσουν τους εμπλεκομένους σαν ενόχους.
Οι τρεις δημοσιογράφοι είχαν έναν υπερβολικά ύποπτο και άξιο προς διερεύνηση ρόλο. Δεν είναι απλά η προνομιακή πρόσβαση στο υλικό της δικογραφίας, που ας πούμε ότι μπορεί να οφείλεται και σε καλές δημοσιογραφικές ικανότητες. Εν προκειμένω, συνέβαινε να γράφουν ιστορίες που αποτελούσαν κατάθεση ενός μάρτυρα, προτού να δώσει την κατάθεση αυτή ο μάρτυρας. Πρώτα γραφόταν κάτι στο Documento και μετά ο μάρτυρας το κατέθετε (πάντα μυστικά και κεκαλυμμένα). Αυτό μόνο με τρεις τρόπους μπορεί να εξηγηθεί. Ή ο δημοσιογράφος είχε μαντικές ικανότητες και μπορούσε να γνωρίζει τί γνώριζε ο μάρτυρας πριν το καταθέσει. Ή είχε παράνομη πρόσβαση στο μάρτυρα. Ή είχε πρόσβαση (όχι πλέον παράνομη) σε αυτόν που έφτιαχνε τις καταθέσεις του μάρτυρα (παράνομα). Καταλαβαίνετε ποιο από τα τρία είναι το πιθανότερο.
Να είμαστε ειλικρινείς. Οι δημοσιογράφοι προστατεύονται ισχυρά από την ελληνική νομοθεσία και είναι περιορισμένες οι πιθανότητες να καταδικαστούν, κυρίως επειδή είναι δύσκολο να κριθεί πως γνώριζαν την αναλήθεια όσων έγραφαν. Είναι όμως μια καλή αρχή. Η σκευωρία δε μπορούσε να στηθεί χωρίς την εμπλοκή δημοσιογράφων και ΜΜΕ. Αυτό δεν αλλάζει ακόμα κι αν αυτή ήταν καλόπιστη. Τουλάχιστον με βάση όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, είναι η αρχή της ουσιαστικής διερεύνησης της σκευωρίας. Αναμένουμε την επόμενη πράξη. Μέχρι τέλους.