Από το “Ζήτω η Ένωσις” στην εθνική προδοσία και το “Quo vadis, Κύπρος” …

Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου

Είχα καιρό να νιώσω την παράξενη, μαγνητική δύναμη που με σπρώχνει κάθε φορά να ανέβω στο γραφείο του, στη μικρή σοφίτα του πατρικού μας σπιτιού, όπου έμειναν όλα άθικτα να τον περιμένουν να γυρίσει, για να διαψεύσει το τετελεσμένο.

Μπήκα συγκινημένη έχοντας πλήρη επίγνωση ότι το σύνολο των συναισθημάτων και των ιδεών του πατέρα μου ήταν εγκιβωτισμένα στα ράφια της παλιάς βιβλιοθήκης, στη μικρή κασέλα όπου φύλαγε σπάνιες εκδόσεις για τα εθνικά θέματα και στα συρτάρια του γραφείου του, φορτωμένα όλα με ημερολόγια, επετειακές ομιλίες και σημειώσεις κιτρινισμένες πάνω στη ύλη των σχολικών μαθημάτων της εποχής του.

Αγκάλιασα με το βλέμμα μου το φθαρμένο απ’ τον χρόνο μικρό έπιπλο και κάθισα ανακούρκουδα, για να το ”ψάξω” με την ησυχία μου αγκαλιά με τις αναμνήσεις και τις λειψές γνώσεις μου γύρω από το Κυπριακό.

Όλα όσα αποκαλύπτονταν μπροστά μου είχαν άρωμα Κύπρου. Της Κύπρου του παρελθόντος που συνέκλινε με την εποχή του πατέρα μου και φάνταζε στα μάτια μου σαν σπάνιο εύρημα, ανεξερεύνητο και γι’ αυτό ελκυστικό.

Σχεδόν το ίδιο ελκυστικό με το σύστημα γραφής της αρχαίας Κύπρου (τη συλλαβικής του 15οο πΧ την οποία χρησιμοποιούσαν οι πιο παλιοί Κύπριοι, οι ”Ετεοκύπριοι”), που με είχε γοητεύσει και το μελετούσα για έναν καιρό στα φοιτητικά μου χρόνια.

Τα μικρά βιβλία-κειμήλια με το φθαρμένο εξώφυλλο εξιστορούσαν στην πλειοψηφία τους τη δύσκολη αποικιοκρατική περίοδο της Βρετανικής κατοχής στην Κύπρο (1878-1960) και άγνωστες πτυχές του Κυπριακού τις οποίες συμπλήρωναν ξεθωριασμένα χειρόγραφα του πατέρα μου, που σκιαγραφούσαν γεγονότα, ήρωες, αντιήρωες και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της εποχής του.

Συνδετικοί κρίκοι όλων αυτών ήταν μια λέξη (”ΕΝΩΣΙΣ”) και δυο Κύπριοι με αμφιλεγόμενο ρόλο στη διεθνή διάσταση του Κυπριακού: Ο θιασώτης της δύναμης της διπλωματίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος 3ος (πρώτος ΠτΚΔ και Εθνάρχης της εκστρατείας για Ένωση με την Ελλάδα, κάτι που αγνοούσαν οι Ελλαδίτες και γι’ αυτό έπνεαν μένεα εναντίον του λόγω επηρεασμού τους από την χουντική προπαγάνδα) και ο θιασώτης της ένοπλης πάλης με τους δυνάστες της Κύπρου Γεώργιος Γρίβας.

Ο Κύπριος στρατηγός, που με το προσωνύμιο ”Διγενής” έγινε θρύλος ως αρχηγός της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ), νεαρά μέλη της οποίας πότισαν με το αίμα τους το δέντρο της ανεξαρτησίας της Κύπρου στον αντιαποικιοκρατικό πόλεμο (1955-’59) που δεν βρήκε νικητές τους Βρετανούς, αν και λίγα χρόνια πριν είχαν αναδειχθεί πρωταγωνιστές της νίκης των Συμμάχων κατά του Άξονα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι ευοίωνες προοπτικές για την ανεξάρτητη Κύπρο του ’60 (που πατούσαν στις ζημιογόνες γι’ αυτήν Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου του ’59) άρχισαν να θολώνουν δυστυχώς απ’ την επόμενη κιόλας μέρα της ίδρυσης Ανεξάρτητου Κυπριακού Κράτους (16 Αυγούστου 1960), μαζί με τις εικόνες των ανδρείων Κυπρίων αγωνιστών οι οποίοι πέθαναν στην βρετανική αγχόνη με την κραυγή: ”ΖΗΤΩ Η ΕΝΩΣΙΣ”.

Κι αυτό γιατί, ως δια μαγείας, έπαψε να συνέχει τον Κυπριακό Ελληνισμό το βαρύ καθήκον να δημιουργήσει τους όρους που θα ολοκλήρωναν επιτακτικά την οργανική του ένωση με την Ελλάδα. Κάτι που δεν έγινε τυχαία, αφού δεν υπήρξε καμιά προπαρασκευή για την προοπτική ελληνοποίησης της κυπριακής διοίκησης.

Αντίθετα, όλα έδειχναν την επιβίωση της αποικιοκρατίας, καθώς οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι της Κύπρου εξέδιδαν εγκυκλίους στην αγγλική γλώσσα και μέσω αυτής επικοινωνούσαν με τον λαό, με αποτέλεσμα αυτός να αφελληνίζεται σταδιακά γλωσσικά.

Νοσηρό φαινόμενο ξενομανίας που φτάνει έως τις μέρες μας και το διαπιστώνω καθημερινά στην διαδικτυακή επικοινωνία μου με Ελληνοκύπριους φίλους (εγκατεστημένους στη Βρετανία, στην πλειοψηφία τους)…

”Η Κυβέρνησις της Ζυρίχης, της Πράσινης Γραμμής και των Πλαζικών Εισηγήσεων” (όπως αποκαλούσε την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ο Γ. Ρίτσος (βλ. Μάης 1965, Αθήνα &”Συντροφικά τραγούδια 1981”) είχε απήχηση σαν σύνθημα τον πρώτο καιρό, αλλά ξέφτισε μόλις έγινε αντιληπτό στον λαό πως λειτουργούσε ως προϊόν κομματικής εκμετάλλευσης.

Έπειτα, η σύσταση του ποιητή για ”Πανεθνικό Συμβούλιο Στέμματος” με εκπροσώπους τις κυβερνήσεις Αθηνών και Λευκωσίας, παρουσία των κομμάτων της Αντιπολίτευσης Ελλάδας-Κύπρου και του στρατηγού Γρίβα-”Διγενή” (”ως Εθνικού Ηγέτου”) δεν έβρισκε αντίκτυπο στην πολιτική σκηνή αμφότερων των αδελφών χωρών, καθώς ξεθώριαζε η αντίληψη ότι ”Η ηθική και φυσική λύση του Κυπριακού είναι η Ένωσις με την Μητέρα Ελλάδα”.

Έτσι, αντί για το ”ποθούμενον” που εξέφραζε το εθνικό δημοψήφισμα του ’50 στην Κύπρο (”ΕΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΕΝΩΣΙΣ”) — το οποίο αγνόησαν επιδεικτικά οι Βρετανοί — φτάσαμε σε κραυγές απελπισίας (”Ελληνικέ Λαέ στην Κύπρο και την Ελλάδα, Πάρε την τύχη του αντιιμπεριαλιστικού εθνικοαπελευθερωτικού μας κινήματος στα χέρια σου” από τους Φίλους Νέων Χωρών (1966) και στον… ”απογαλακτισμό της Ενώσεως με την Ελλάδα” με πρωτοβουλία της Χούντας.

Απογαλακτισμός που υλοποιήθηκε (προς εθνική βλάβη της Κύπρου) τον Δεκέμβριο του 1967, με την απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας λίγους μήνες μετά την κατάρρευση της δημοκρατίας και την επιβολή δικτατορίας στην Ελλάδα, τον Απρίλιο εκείνου του έτους .

”Ουδεμία δύναμις είναι ικανή να κάμψη την αντίστασιν του Κυπριακού Ελληνισμού και να επιβάλη λύσιν αντίθετον προς τους πόθους και την θέλησίν του. Εάν η Τουρκία επιχειρήση εισβολήν, ο επιδρομεύς δεν θα αντικρύση εις τας Κυπριακάς ακτάς λευκήν σημαίαν, σημείον παραδόσεως, αλλά σημαίαν Ελληνική, σύμβολον αγώνος και θυσίας”, διακήρυττε μέχρι τότε η ελληνική καρδιά της Κύπρου με το στόμα και την ψυχή του Εθνάρχη της.

Φευ! Ο αγώνας εκείνος που διαλαλούσε ο Μακάριος δεν ευοδώθηκε ποτέ και ο ασίγαστο πόθος των Κυπρίων δεν κατέληξε σε εθνική αποκατάσταση της Κύπρου, γιατί ο επικεφαλής των Συνταγματαρχών (Γεώργιος Παπαδόπουλος) προσχώρησε στις αξιώσεις της Τουρκίας αποσύροντας την Ελληνική Μεραρχία, όπως προείπα.

Λίγα χρόνια αργότερα η Χούντα του Δημήτριου Ιωαννίδη επέβαλε πραξικόπημα στην Κύπρο (15 Ιουλίου 1974) και — σε καθεστώς τρομοκρατίας της ΕΟΚΑ Β’ (συνεργάτιδας των δικτατόρων, που αντικατέστησε τον αγωνιστικό, πατριωτικό χαρακτήρα της ΕΟΚΑ με παρακρατικό) — αναγόρευσε πραξικοπηματικά (στη θέση του έκπτωτου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου) τον εκλεκτό της Νίκο Σαμψών ανοίγοντας διάπλατα την Κερκόπορτα της προδοσίας για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο (Αττίλας 1&2, Ιούλιος-Αύγουστος 1974)…

Εβδομήντα τρία χρόνια μετά το ιστορικό δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου του 1950 (το οποίο εξέφραζε το αίτημα του κυπριακού λαού για Ένωση του νησιού του με την Ελλάδα) και 49 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το ’74, είμαστε μάρτυρες σήμερα μια οδυνηρής πραγματικότητας.

Μιας πραγματικότητας που μετέτρεψε το άλυτο Κυπριακό σε διαχρονικό εφιάλτη του Κυπριακού Ελληνισμού (μετά τον οριστικό ενταφιασμό του ονείρου της Ένωσης και την τουρκική κατοχή στο 37% της Μεγαλονήσου), αφού αυτός τροχοδρομεί στις ράγες του ”Quo vadis, Κύπρος” επί μισό αιώνα σχεδόν έχοντας μπροστά του ορατό τον κίνδυνο της διχοτόμησης (βλ. τουρκική και τουρκοκυπριακή πρόταση για λύση του Κυπριακού) …

Σηκώθηκα μουδιασμένη, σαν να είχα ξυπνήσει από όνειρο που έσμιγε το παρελθόν της Κύπρου με εκείνο του πατέρα μου. Τακτοποίησα προσεκτικά στο επιπλάκι-κειμήλιο τον πνευματικό θησαυρό του και αγκάλιασα με το βλέμμα μου το λιτό γραφείο με την αγαπημένη φωτογραφία του από σχολικές επιδείξεις, το ασημένιο στυλό με το μονόγραμμά του, τα κοκάλινα γυαλιά και τη σφυρίχτρα του.

Είχα την αίσθηση ότι αιωρούνταν ακόμα στο ησυχαστήριό του το πνεύμα του. Με αυτήν την εντύπωση να με συνεπαίρνει, προχώρησα προς την έξοδο και έκλεισα απαλά την πόρτα πίσω μου, για να μην τον ενοχλήσω…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.