Ανάμεσα στην οικονομική αισιοδοξία και τον ρεαλισμό
Ωρράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Έχουμε λόγους να είμαστε οικονομικά αισιόδοξοι στην Ελλάδα, εν μέσω ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης, πληθωριστικής έξαρσης και άνοδο των επιτοκίων;
Το γενικότερο πλαίσιο δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια για ενθουσιασμό, όμως πάρα τις τεράστιες δυσκολίες και τα απανωτά, απρόβλεπτα αρνητικά γεγονότα, υπάρχουν εστίες θετικών μηνυμάτων που, υπό προϋποθέσεις, μπορούν επιτέλους να σηματοδοτήσουν την οριστική ανοδική ανατροπή.
Η πορεία του τουρισμού ξεπερνά κάθε θετική πρόβλεψη. Το τεράστιο κύμα αφίξεων δείχνει να συνδυάζεται με αύξηση και της κατά κεφαλήν κατανάλωσης, ενώ ταυτόχρονα αξιοποιούνται, καλύτερα από κάθε φορά, οι δυνατότητες επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου και ανάδειξης όλων των εναλλακτικών μορφών τουρισμού.
Το επενδυτικό κλίμα βρίσκεται σε εξαιρετική φάση κι όσο οι μεταρρυθμίσεις εντείνονται, καλύπτοντας βασικούς, απαραίτητους όρους για κάθε σοβαρό επενδυτή, τόσο θα προκύπτουν νέο διεθνές ενδιαφέρον, νέα ενδιαφέροντα επενδυτικά σχέδια. Σε συνδυασμό με τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, αυσσωρεύεται ένα ισχυρό έναυσμα επενδυτικής ώθησης.
Δημοσιονομικά, παρά την έντονη επιδοματική πολιτική, η κατάσταση είναι ελεγχόμενη και η ένταξη μας στην επενδυτική βαθμίδα μέσα στο 2023, σε συνδυασμό με την ενεργοποίηση του μηχανισμού TPI από την ΕΚΤ, κλείνουν οριστικά την οικονομική απομόνωση των τελευταίων 13 ετών.
Αρκούν όλα αυτά για να υπάρξει εφησυχασμός; Φυσικά, όχι. Βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον που επιμένει να θυμίζει κινούμενη άμμο. Η αύξηση των επιτοκίων δεν είναι τόσο απλή υπόθεση. Ούτε μπορούσε, ελαφρά τη καρδία, να θεωρούμε ότι δεν μας επηρεάζει ιδιαίτερα μια συνολική αύξηση γύρω στο 1% κι ότι μπορεί να υπάρξει η αντίστροφη, καθοδική πορεία το 2023, εάν προκύψει… ύφεση στην Ευρώπη!
Η αύξηση των επιτοκίων σε συνθήκες οικονομικής αστάθειας, θέτουν σε κίνδυνο τη συνολική πορεία ανάκαμψης. Επιβαρύνουν το δανεισμό επιχειρήσεων και νοικοκυριών, δυσκολεύουν τις επενδύσεις, θέτουν σε αμφισβήτηση την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους. Ο νέος μηχανισμός TPI είναι ένα εν δυνάμει ισχυρό όπλο αλλά οι δημοσιονομικές κι άλλες προϋποθέσεις που τον συνοδεύουν δεν τον καθιστούν ένα εύχρηστο, καθηστχαστικό εργαλείο για όσους δεν κινούνται πάνω στις δεδομένες περιοριστικές γραμμές.
Ο πληθωρισμός, ένα φαινόμενο απότοκο των ανιαοροπιών προσφοράς και ζήτησης την περίοδο της πανδημίας, που εντάθηκε με τον ουκρανικό πόλεμο και τον περιορισμό των ενεργειακών ροών, ήρθε για να μείνει και λόγω της κερδοσκοπικής ουράς που ακολουθεί κάθε σχετικό φαινόμενο.
Η Ε.Ε. και η ΕΚΤ ελπίζουν σε εξελίξεις που θα περιορίσουν τις συνέπειες του. Η συμφωνία Ρωσίας – Ουκρανίας για τον εφοδιασμό σιτηρών, εφόσον λειτουργήσει, η μείωση των ενεργειακών αναγκών και η αξιοποίηση εναλλακτικών πόρων, αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας για μερική αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Αν όμως δεν λειτουργήσουν όλα με βάση το σχεδιασμό, το υφεσιακό κύμα κι ο στασιμοπληθωρισμός είναι επί θύρας, απαιτώντας πιο αντισυμβατικές λύσεις από την αύξηση των επιτοκίων.
Το 2023 μπορεί ιδανικά να αποδεχτεί η πρώτη χρονιά πλήρους οικονομικής νηνεμίας, εδώ και πολύ καιρό. Όμως η πιθανότητα να μη πραγματοποιηθεί πλήρως η εντελώς αισιόδοξη οπτική, κι ο ρεαλισμός να αποδεχτεί πιο σαρωτικός από όσο θα θέλαμε, οφείλει να μας κράτα σε εγρήγορση και μας βάζει σε διαδικασία αναζήτησης αντιμετώπισης του χειρότερου σεναρίου.