Έγκλημα και τιμωρία
Γράφει ο Ηλίας Γεωργουλάκος, Δικηγόρος
Ο Νίκος δεν ζει πια. Ήλθε στην Ελλάδα για διακοπές και ήταν η τελευταία φορά που τον είδε η οικογένειά του. Η Μυρτώ ζει ακόμη. Ένα δράμα μαζί με την δική της οικογένεια.
Ένας νέος άνθρωπος που βγήκε μια βόλτα στου Φιλοπάππου με την κοπέλα του. Μια κοπέλα που βρέθηκε ένα καλοκαίρι στην Πάρο. Άνθρωποι που έχασαν το δικαίωμα στη ζωή πάνω στο άνθος της ηλικίας τους. Επειδή κάποιοι αποφάσισαν να τους το στερήσουν ετσιθελικά και ανεύθυνα.
Η οργή μιας μάνας, ο πόνος ενός πατέρα, δεν μπορούν και δεν πρέπει να γίνονται αντικείμενα μικροπολιτικής. Κι αν κάποιοι τα εργαλοιποίησαν συστηματικά, δεν θα γίνουμε το ίδιο.
Η ρίζα του προβλήματος είναι βαθιά πολιτική. Απαντήσεις στα ερωτήματα υπάρχουν, αρκεί να αντέχουμε την αλήθεια.
Τα ορθάνοιχτα σύνορα και η απουσία αστυνόμευσης και ελέγχου, οδηγούν μαθηματικά στην αύξηση της εγκληματικότητας. Όταν ανοίγεις τα σύνορα για να παριστάνεις τον ανθρωπιστή και μαζί με το 10% των προσφύγων, υποδέχεσαι και ένα 90% λαθρομεταναστών, γίνεσαι αυτόματα ο ηθικός αυτουργός για ό,τι συμβεί στο μέλλον. Γιατί είσαι αυτός που καλείς και υποδέχεσαι, ανθρώπους με τους οποίους σε χωρίζει πολιτισμικό χάσμα, ανθρώπους προερχόμενους από χώρες που έχουν δώσει αρνητικά δείγματα γραφής επανειλημμένα κατά το παρελθόν, ανθρώπους που δεν μπορείς αποδεδειγμένα να ελέγξεις.
Μα θα πει κανείς, είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο; Φυσικά και όχι. Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων, όμως, λειτουργεί με το ένστικτο της επιβίωσης, όταν βρεθεί σε αδιέξοδο. Και σε μια χώρα που δεν μπορεί να συντηρήσει τους ίδιους τους πολίτες της, δεν βρίσκω τρόπο να επιβιώσουν αξιοπρεπώς άνθρωποι που δεν προσκλήθηκαν ποτέ, άνθρωποι που δεν έχουν κάτι ιδιαίτερο να προσφέρουν εκτός από το να γίνουν, δυστυχώς, για ένα διάστημα αντικείμενο εκμετάλλευσης και αργά η γρήγορα να μπουν στα κυκλώματα παρανομίας.
Η λαθρομετανάστευση, ο επιδοτούμενος εποικισμός, για κάποιους είναι μπίζνα και για κάποιους δραματική παράμετρος της καθημερινότητας.
Όσοι έλκουν ορδές ανθρώπων στην Ελλάδα για να τα μασήσουν παρέα με τις επιλεκτικά ευαίσθητες και αλληλέγγυες ΜΚΟ, δεν ζουν προφανώς στις ίδιες γειτονιές με αυτούς που όταν πέσει το σκοτάδι φοβούνται να πάνε μέχρι το περίπτερο.
Άραγε, πόσοι από αυτούς που δίνουν καθημερινά μαθήματα δήθεν ανθρωπισμού από την ασφάλεια του πληκτρολογίου, έχουν κατέβει ένα βράδυ στην Ομόνοια ή στο Μεταξουργείο; Πόσοι έχουν πάει μια βόλτα στον Άγιο Παντελεήμονα;
Η Ελλάδα γίνεται σταδιακά και σταθερά σκουπιδότοπος της Ευρώπης. Ναι, σκουπιδότοπος. Το κέντρο μιας πανέμορφης ιστορικής ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, μεταβάλλεται σε παρηκμασμένο μεσανατολίτικο γκέτο.
Δεν υποδεχόμαστε Ινδούς επενδυτές που πετυχαίνουν αξιοθαύμαστα πράγματα στον χώρο της τεχνολογίας. Δεν συνεργαζόμαστε με μυαλά από το Νέο Δελχί ή το Μουμπάι. Παραδίδουμε την χώρα σε εγκληματίες ή εν δυνάμει εγκληματίες από το Πακιστάν, την Αλγερία, το Μαρόκο. Σε ντροπές του ανθρώπινου είδους, που δεν τρέφουν καμία εκτίμηση στην αξία της ανθρώπινης ζωής. Σε τύπους που δεν έχουν κανένα πρόβλημα να σκοτώσουν για ένα κινητό, να βιάσουν επειδή στην χώρα τους θεωρείται συνηθισμένο. Ναι, και Έλληνες υπάρχουν, δυστυχώς, τέτοιου επιπέδου. Για αυτόν τον λόγο ακριβώς, δεν χρειάζεται να προσθέτουμε κι άλλους στην πλάτη μιας κοινωνίας που βράζει.
Χωρίς λαϊκισμούς, ένας τρόπος υπάρχει να ανακουφιστούν οι γειτονιές και να μη γιγαντωθουν τα άκρα. Σύλληψη-κράτηση-απέλαση. Χθες. Όλα τα άλλα είναι κοροϊδίες και λόγια παρηγοριάς.
Σε μια Ευρώπη που κάνει ολοφάνερα δεξιά στροφή προς τον ρεαλισμό, εμείς παριστάνουμε για άλλη μια φορά τον τρελό του χωριού. Το έγκλημα συντελείται αλλά η τιμωρία χτυπάει την πόρτα του Έλληνα της λαϊκής συνοικίας. Πριν ξυπνήσουμε στην Ισλαμαμπάντ του βαλκανικού Νότου, πριν ξυπνήσουμε τα ακραία ένστικτα της ελληνικής μάζας, ας ξυπνήσουμε γενικώς. Όσοι είμαστε ακόμη εν ζωή.