Τι κόσμος είναι αυτός;
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Πολλές φορές αναρωτιόμαστε αν είναι στραβός ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε. Κατά βάθος, όλοι γνωρίζουμε ότι αν δεν ισχύουν, ως ένα βαθμό, και το δυο ταυτόχρονα, τίποτε κακό δεν μπορεί να πάρει μεγάλη έκταση.
Επίσης, απορούμε για το κατά πόσο είναι η εποχή και οι συνθήκες της που γεννούν ακραία κοινωνικά φαινόμενα ή αν παρόμοια συμβάντα υπήρχαν σε αντίστοιχη έκταση και στο παρελθόν, κι απλώς δεν γινόμασταν κοινωνοί τους. Κι εδώ, βαθιά μέσα μας ξέρουμε ότι οι εκάστοτε συνθήκες επιτείνουν την ακρότητα των συμπεριφορών αλλά αυτές προϋπάρχουν κι εκδηλώνονται με διαφορετικούς τρόπους σε κάθε περίοδο.
Όλη αυτή η συζήτηση, αναδείχθηκε ξανά με τα αποτρόπαια γεγονότα των τελευταίων ημερών. Η έξαρση καταγγελιών κακοποίησης γυναικών, έδωσε τη θέση της σε τρία απανωτά περιστατικά ενδοοικογενειακής δολοφονικής βίας και όχι μόνο. Στα δυο με θύματα μικρά παιδιά, στο τρίτο με θύμα τον αδύναμο, να αντιμετωπίσει τον κοινωνικό σκοταδισμό, πατέρα.
Δεν χωρά το μυαλό μας πώς μπορεί ένα γονιός να αποδεχτεί τη θανάτωση του παιδιού του και να τριγυρνά αμέριμνος στους δρόμους κουβαλώντας τα κόκκαλα του σε μια εργαλειοθήκη. Μας είναι αδιανόητη, η πιθανότητα να έχει υπάρξει οικογενειακή παρέμβαση για τον αποσυντονισμό του βηματοδότη και το θάνατο ενός ή και περισσοτέρων παιδιών. Βρίσκουμε αναχρονιστικό το ότι η ομοφυλοφιλία χλευάζεται ακόμη με τόσο αγοραίο τρόπο που μπορεί να οδηγήσει κάποιον στην αυτοκτονία.
Οι ψυχικές ασθένειες, όταν μάλιστα κουκουλώνονται μέσα στην οικογενειακή θαλπωρή, μετατρέπονται στο σίγουρο μονοπάτι για το έγκλημα. Ξορκίζουμε, δήθεν, το στίγμα κι αφήνουμε ανεξέλεγκτες τις σκοτεινές διαδρομές του μυαλού να βρίσκουν διέξοδο στις πιο βίαιες δράσεις. Παριστάνουν τους γονείς, άτομα που δεν έχουν κατορθώσει ακόμη να ανακαλύψουν τις δικές τους ισορροπίες. Κι όλος ο περίγυρος, αδιαφορεί, επαινεί, συναινεί στο διαρκές “έγκλημα” για να δηλώσει έκπληκτο όταν έρθει η τραγική κορύφωση.
Όσο λοιπόν κι αν επιδεινώνονται οι οικονομικοί και άλλοι παράγοντες και αυξάνουν την ψυχολογική πίεση και την τάση προς βιαιότητα, όσο κι αν οι οικογενειακοί και συναισθηματικοί δεσμοί έχουν χαλαρώσει δίνοντας χώρο στην αποστασιοποίηση και τη συνήθεια της βαρβαρότητας και της ηθικής κατάπτωσης, πάντα υπάρχει ένα “κουμπί” εσωτερικής ταυτοποίησης που καθένας μας οφείλει να αναζητήσει.
Υ. Γ. Από χθες σχολιάζεται έντονα και η κλοπή τροφής από μια ηλικιωμένη κι αν υπήρξε υπερβολική η τυπολατρική εμμονή των υπευθύνων του σούπερ μάρκετ για τη δίωξη της. Κλοπές που είναι συνηθισμένες εδώ και πολλά χρόνια αλλά αυξήθηκαν την τελευταία δεκαετία της κρίσης.
Η παρανομία παραμένει παρανομία, όσο κι αν η εικόνα ενός υπέργηρου που διώκεται, μας ενοχλεί συναισθηματικά. Υπάρχουν κι άτομα, ανεξαρτήτως ηλικίας, που επιδίδονται κατ’ επάγγελμα στην κλοπή από πολυκαταστήματα. Υπάρχουν κι αυτοί που πριν εξαντλήσουν όλες τις πηγές κοινωνικής αλληλεγγύης καταφεύγουν απευθείας στην κλοπή.
Όμως, πέρα από τη συγκεκριμένη περίπτωση, η δίωξη ατόμων για μικροκλοπές συνήθως αποφεύγεται από τα καταστήματα για να μη διαταραχθεί η απρόσκοπτη λειτουργία τους. Κυρίως γιατί γνωρίζουν την αρνητική θυμική αντίδραση των υπολοίπων πελατών και στην περίπτωση που όντως αποδειχθεί ότι πρόκειται για εξαθλιωμένο άνθρωπο θα στιγματιστούν ως ανάλγητοι.