Τα διαχρονικά λάθη της Γαλλικής Κεντροδεξιάς
Γράφει ο Γιάννης Πήλιουρας, Διεθνολόγος
Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των Γαλλικών εκλογών ήταν περίπου αναμενόμενο βάσει των δημοσκοπήσεων που είχαν δει το φως της δημοσιότητας λίγες μέρες πριν ανοίξουν οι κάλπες στη Γαλλία. Ο Emmanuel Macron βρέθηκε πρώτος και κερδισμένος για τις επιλογές του, αφήνοντας δεύτερη την Marine LePen που για πολλές εβδομάδες φάνταζε να μπορεί να χτυπήσει την πρωτιά. Μεταξύ των χαμένων, ο Fillon, ένας γνήσιος κεντροδεξιός πολιτικός από τα σπλάχνα της συντηρητικής παράταξης, πρωθυπουργός την περίοδο της προεδρίας του Sarkozy, παραιτείται από την προεδρία του κόμματος του, λαβωμένος πολιτικά και ηθικά από την γνωστή υπόθεση του οικογενειακού του σκανδάλου. Ενόψει όμως του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών αλλά κυρίως των κοινοβουλευτικών εκλογών του Ιουνίου, θα κάνουμε μια σύντομη αποτίμηση για την Γαλλική Κεντροδεξιά και τα διαχρονικά της λάθη που έκριναν και το πρόσφατο αποτέλεσμα των εκλογών.
Μια διχασμένη παράταξη
Τα προβλήματα για τη Γαλλική Κεντροδεξιά δεν είναι καινούργια. Φατριασμοί, ίντριγκες, χτυπήματα κάτω από τη μέση και διχόνοια είναι τα μόνιμα χαρακτηριστικά για τους Γάλλους Κεντροδεξιούς πολιτικούς, σε περιόδους που ο χώρος δεν αναδεικνύει κάποια μεγάλη ηγετική προσωπικότητα. Κι αυτό συνέβαινε καθώς η Γαλλική Κεντροδεξιά δεν αποτελούσε ένα ενιαίο κομματικά σύνολο, λόγω και της ιδιαίτερης φύσεως του γαλλικού εκλογικού συστήματος.
Από την εποχή του γκωλικού UNR (L’Union pour la nouvelle République), του UDR και του μεταγκωλικού RPR μέχρι την εσωπαραταξιακή αντιπαλότητα του Jacques Chirac έναντι του Balladur (με τον οποίο είχαν συνασπιστεί το μακρινό 1995 οι Sarkozy και Fillon), η Γαλλική Κεντροδεξιά αναλώθηκε σε πρόσωπα και καταστάσεις του παρελθόντος. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει την τραγική επίδοση του RPR στις ευρωεκλογές του 1999, υπό την προεδρία του Sarkozy, όταν κατετάγη τρίτο στις εκλογές με ποσοστό 12,82% πίσω ακόμα και από το νεοσύστατο ευρωσκεπτικιστικό κόμμα του Pasqua!
Η προεδρική αύρα του Jacques Chirac, που παρά τα σκάνδαλα και τις λανθασμένες επιλογές επιδείνωσε την φυσιογνωμία του κόμματος του, ένωσε πρόσκαιρα την κεντροδεξιά και μαζί όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις μετά την ανέλπιστη δεύτερη θέση που κατέκτησε ο Ζαν Μαρί Λεπέν στις προεδρικές εκλογές του 2002. Με ένα συντριπτικό τότε ποσοστό πάνω από 80%, ο Chirac κέρδισε μια ακόμη θητεία με την ανοχή σχεδόν όλου του πολιτικού συστήματος της χώρας.
Αυτή η νίκη επέφερε την τελική διαμόρφωση του νέου κόμματος της Κεντροδεξιάς, του UMP (Union pour un mouvement populaire) το οποίο ήταν διαρθρωμένο στη βάση της συνεργασίας των συντηρητικών και φιλελεύθερων δυνάμεων της χώρας. Πρώτος πρόεδρος του νέου κόμματος, ο πολιτικός φίλος του προέδρου της χώρας (τον είχε στηρίξει ανοικτά το 1995), Alain Juppe. Οι ήττες και τα σκάνδαλα που τον βάρυναν (βρέθηκε κατηγορούμενος για διαφθορά λόγω παράνομης χρηματοδότησης προσωπικού του κόμματος από το Δήμου του Παρισιού) τον οδήγησαν στην έξοδο, αφήνοντας ανοικτό το πεδίο για τον χαρισματικό Nicholas Sarkozy. Η άνετη επικράτηση του και η απομάκρυνση του από την καταρρακωμένη κυβέρνηση του προέδρου Chirac του προσέφερε το κατάλληλο χώρο και χρόνο προκειμένου να προετοιμαστεί για τις προεδρικές εκλογές του 2007.
Η επικράτηση του Sarkozy έναντι των Σοσιαλιστών και η τοποθέτηση του Fillon ως πρωθυπουργού, άφησε ανοικτό το θέμα ανάληψης της προεδρίας του UMP. Η παρασκηνιακή μετάβαση του κόμματος σε μια ιδιότυπη συλλογική ηγεσία, δεν επέτρεψε την ανάδειξει άλλου ικανού ηγέτη. Το διαίρει και βασίλευε του Sarkozy στο κόμμα και οι πολιτικές εξελίξεις, οδήγησαν μαθηματικά στην εκ νέου υποστήριξη του Προέδρου, χωρίς διαδικασία προκριματικών εκλογών.
Η ήττα του Sarkozy από τον Francois Hollande το 2012, προδιαγεγραμμένη από τις προηγούμενες καλές επιδόσεις του Hollande στις αυτοδιοικητικές εκλογές, οδήγησε τις εξελίξεις στην Κεντροδεξιά παράταξη. Επικρατέστεροι για την προεδρία ο σημερινός μας γνώριμος Francois Fillon και ο Jean Francois Cope. Η διαδικασία εξελίχτηκε σε θρίλερ, με μεγάλη συμμετοχή των Γάλλων ψηφοφόρων και τις εφορευτικές επιτροπές να μην μπορούν να μεταδώσουν αποτελέσματα. Και οι δυο υποψήφιοι δήλωσαν ότι βγήκαν νικητές με μικρή διαφορά, με την τελική καταμέτρηση να μην κλείνει ομαλά.
Η μαύρη νύχτα για το UMP και ο διχασμός των υποστηρικτών του Fillon και του επίσημου τότε προέδρου του κόμματος κράτησε για αρκετό διάστημα την γαλλική κεντροδεξιά στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων και πολύ κοντά στη διάσπαση. Η διαιτητική επέμβαση του Nicholas Sarkozy απέτρεψε το μοιραίο και επέφερε μια ακόμα πολυαρχία.
Τα σκάνδαλα που έπληξαν εκ νέου την κεντροδεξιά παράταξη είχαν ως στόχο πλέον τον Cope, οδηγώντας τον σε παραίτηση, τον Sarkozy αλλά και το ίδιο το κόμμα του οποίου αποκαλύφθηκε το κρυφό παράτυπο χρέος του και τα πλαστά τιμολόγια που εκδόθηκαν για τη συγκάλυψη του.
Η εκ νέου επικράτηση του Sarkozy με 64,5% αυτή τη φορά στις εκλογές για ανάδειξη νέου προέδρου στο UMP το 2014, δεν προεξόφλησαν την επιρροή του στους ψηφοφόρους της Κεντροδεξιάς για την υποψηφιότητα του ως Προέδρου της Γαλλίας. Κι αυτό γιατί ένας εξίσου παλιός γνώριμος, ο Alain Juppe φάνηκε ανυποχώρητος στην άποψη του να διεκδικήσει κι εκείνος το χρίσμα για τις προεδρικές εκλογές του 2017.
Η αλλαγή του ονόματος του UMP σε les Republicains, μια πρωτοβουλία του Sarkozy με προφανή στόχο την ανανέωση των συμβόλων της Κεντροδεξιάς, οικειοποιούμενος τη νέα κομματική ταυτότητα, δεν τον οδήγησε στην τελική επικράτηση στις προκριματικές για το χρίσμα του υποψηφίου προέδρου του κόμματος. Παρά τις δημοσκοπικές τάσεις επικράτησης του Alain Juppe, o Francois Fillon με τη βοήθεια του πολιτικού του φίλου Sarkozy, επικράτησε στο 2ο γύρο και διεκδίκησε την προεδρία εν μέσω του γνωστού οικογενειακού σκανδάλου (Penelopegate). Η συζήτηση στο κόμμα για πρόωρη παραίτηση του δεν ευοδώθηκε ενώ ο Alain Juppe δεν δέχτηκε να αντικαταστήσει τον Fillon. Η τρίτη θέση, πίσω από τον Macron και τη Lepen οδήγησε και ουσιαστικά τον Fillon στην παραίτηση.
Τα κρίσιμα συμπεράσματα
Η παραπάνω – πραγματικά συνοπτική – αφήγηση των πιο γνωστών γεγονότων στη σύγχρονη Γαλλική Κεντροδεξιά μας επιτρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής:
α) Κάθε φορά που ο υποψήφιος της Γαλλικής Κεντροδεξιάς δεν αποτελούσε επιλογή τόσο των συντηρητικών όσο και των πιο κεντρογενών συνιστωσών του κόμματος, δεν είχε πολλές ελπίδες στη διεκδίκηση της Γαλλικής προεδρίας.
β) Κατά κόρον οι υποψήφιοι Πρόεδροι που μονοπώλησαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για το χρίσμα της Γαλλικής Κεντροδεξιάς δεν ήταν ούτε άφθαρτα πρόσωπα ούτε νέα στην πολιτική. Η παρουσία τους στα τεκταινόμενα της τελευταίας 25ετίας, τους καθιστά παλιές φιγούρες της πολιτικής σκηνής που έχουν προσπαθήσει πολλές φορές να αναλάβουν κρίσιμα κυβερνητικά πόστα.
γ) Τα σκάνδαλα και οι κατηγορίες για διαφθορά που έχουν δει κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας εναντίον της Κεντροδεξιάς, έπληξαν το ηθικό πλεονέκτημα απέναντι στους συντηρητικούς ψηφοφόρους.
δ) Η προσπάθεια του Chirac παλαιότερα και του Sarkozy στις μέρες μας, να οικειοποιηθούν με προσωποπαγή τρόπο το κόμμα της Κεντροδεξιάς επέφερε διχασμό και δημιουργία αντίρροπων τάσεων.
Το διακύβευμα για το μέλλον
Η επικράτηση του Macron ήταν ένα ακόμα χαστούκι στην Γαλλική Κεντροδεξιά που μετά από μια καταστροφική θητεία του Francois Hollande, δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την επιδοκιμαστική ψήφο του κόσμου προς το κόμμα της. Η απουσία οργανωτικού βάθους στο νεοσύστατο πολιτικό μόρφωμα του Macron και η ευκαιρία να κερδίσουν την υποστήριξη του κόσμου οι κεντροδεξιοί υποψήφιοι στις βουλευτικές εκλογές, στο λεγόμενο τρίτο γύρο των γαλλικών εκλογών, είναι ίσως η τελευταία προσπάθεια της Γαλλικής Κεντροδεξιάς να ορθοποδήσει προτού βυθιστεί σε μια εκ νέου εσωστρέφεια.
Λείπει η ηγετική φυσιογνωμία που θα κρατήσει τα ηνία της παράταξης και θα την οδηγήσει στην ουσιαστική συγκυβέρνηση με το νέο πρόεδρο. Κι αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα στη σημερινή πολιτική συγκυρία στη Γαλλία.