Συλλογή αρχαίων εγγράφων και φιλολογικός ουμανισμός

Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης

Ειδικά κατά την πρώιμη περίοδο της Αναγέννησης παρατηρήθηκε το φαινόμενο της συλλογής του εντατικού σχολιασμού πέρα από τα στερεότυπα και τις μεθόδους σχολαστικισμού και ευρύτερα την ανάδειξη αρχαίων κειμένων.

Σίγουρα αυτή η τάση μόνο τυχαία δεν ήταν μέσα στην ευρύτερη πολιτισμική κοσμογονία της αναγέννησης και συνδέθηκε με το πρωτοπόρο κίνημα του Ουμανισμού.

Πρωτοπόρος στοχαστής του Ουμανισμού αλλά και της στροφής στην αρχαία γραμματεία υπήρξε ο Πετράρχης. Με στόχο να απαλλαγεί από τα ασφυκτικά διανοητικά όρια του σχολαστικισμού ανάδειξε την παραγνωρισμένη από τους σχολιαστές αρχαία ελληνική και λατινική γραμματεία με κύριους άξονες τα ομηρικά έπη και τα κείμενα του Κικέρωνα.

Ο φιλολογικός ουμανισμός σημαδεύτηκε από μία θεαματική στροφή στην κλασική αρχαιότητα και μία παράλληλη συγκρότηση των κλασικών σπουδών, που οδήγησε στην συλλογή αρχαίων εγγράφων και την μελέτη τους με στόχο την ανάδειξη νέων αξιών που συνεπαγόταν τον σχολιασμό αλλά και την έκδοση τους που οδήγησε στην γέννηση της φιλολογικής επιστήμης από τον Λορέντζο Βάλλα.

Ταυτόχρονα για την ίδρυση των γραμμάτων, αλλά και των ιδεών που απορρέουν από αυτά, καθοριστική υπήρξε η συμβολή της τυπογραφίας.

Κύρια χαρακτηριστικά των αναγεννησιακών γραμμάτων είναι το κοσμικό τους περιεχόμενου με κύριους πρωταγωνιστές την φύση και τους ανθρώπους με βασικές αναφορές την ανθρώπινη ψυχολογία και την κοινωνική ζωή.

Η παράλληλη στροφή στην πλατωνική φιλοσοφία και η απόπειρα σύζευξης του με την χριστιανική ηθική ανέδειξε ξανά τον άνθρωπο και τις δημιουργικές του ικανότητες.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την περεταίρω μελέτη και την διάδοση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας ήταν η ανεύρεση χειρογράφων με πλήρη και αυτούσια τα αρχαία κείμενα, η ανάλυση και η αναπαραγωγή τους. Συνεχιστές του Πετράρχη όπως ο Νικόλο Νικόλι και ο Πότζιο Πρατσιολίνι επιδόθηκαν σε μία συστηματική προσπάθεια συλλογής χειρογράφων τόσο από τις μονές της νότιας Ιταλίας και της Σικελίας που ακολουθούσαν το ορθόδοξο τυπικό όσο και από τον ελληνικό χώρο. Ενώ χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Τζιοβάνι Αουρίσπα που το 1423 ταξίδεψε στην συρρικνωμένη πλέον εδαφικά Βυζαντινή Αυτοκρατορία αγοράζοντας 240 ελληνικά χειρόγραφα, φέρνοντας για πρώτη φορά σε επαφή την δυτική Ευρώπη με τον Θουκυδίδη και τον Σοφοκλή.

Παράλληλα υπήρξε μία προσπάθεια απαλλαγής των αρχαίων κειμένων από πιθανά λάθη στην αντιγραφή τους ή από σκόπιμες πλαστογραφήσεις και αλλοιώσεις. Πλέον ενδεικτική αυτής της απόπειρας υπήρξε η πλήρης αποδόμηση του περιεχομένου της Κωνσταντίνειας Δωρεάς από τον Λορέντζο Βάλλα που με φιλολογική ανάλυση απόδειξε πως οι γλωσσικοί τύποι του κειμένου δεν χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή, ενώ τα ιστορικά δεδομένα της περιόδου απόκλειαν το ενδεχόμενο ο Μέγας Κωνσταντίνος να είχε προχωρήσει στις παραχωρήσεις στις οποίες η εκκλησία της Ρώμης θεμελίωσε την εξουσία των δύο σπαθιών κατά τον Μεσαίωνα. Επιβεβαιώνοντας την μεθοδολογία των Ουμανιστών έναντι της σχολαστικιστικής μεθόδου αλλά ισχυροποιώντας και την θέση τους απέναντι στην παπική εξουσία.

Όμως είναι αξιοσημείωτο πως αργότερα ο Λορέντζο Βάλλα εργάστηκε αργότερα ως γραμματέας στην αυλή του Πάπα. Γεγονός που φανερώνει πως το αναγεννησιακό πνεύμα στην διάρκεια του 16ο αιώνα είχε αποκτήσει ισχυρά ερείσματα ακόμα και σε ηγετικά κλιμάκια της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας.

Η εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Γερμανό τεχνίτη Ιωάννη Γουτεμβέργιο αποτέλεσε καταλύτη για την υλοποίηση του εκπαιδευτικού προγράμματος από τους Ουμανιστές.Από τον 16ο αιώνα και μετά το τυπογραφείο του Άλδου Μανούτιου στην Βενετία αναδείχτηκε σε κύρια εστία της εκδοτικής και ερμηνευτικής προσπάθειας με την συμμετοχή πολλών Ελλήνων  λογίων.

Από την βενετοκρατούμενη Κρήτη στο πεδίο της διάδοσης των αρχαίων κειμένων  και με την ευνοϊκή συγκυρία της ανάπτυξης της τυπογραφίας δύο σημαντικές προσωπικότητες συνέβαλαν τα μέγιστα. Ο πρώτος ο Μάρκος Μασούρος σε μια μακρά περίοδο από το 1495 έως το 1515 προχώρησε στις σαράντα πρώτες εκδόσεις ρητόρων, φιλοσόφων και ποιητών, μεταξύ αυτών έργων του Αριστοτέλη, του Αριστοφάνη, του Θουκυδίδη, του Ομήρου και του Πλάτωνα Από την Βενετία που υπήρξε κέντρο κλασικών σπουδών, διαδόθηκε στην Ευρώπη η ελληνική γραμματεία που μέχρι την εποχή εκείνη ήταν προσβάσιμη μόνο σε όσους μπορούσαν να έχουν επαφή με τα χειρόγραφα.

Με την συμβολή και άλλων Ελλήνων και Ιταλών που επιμελήθηκαν την αντιγραφή, τον υπομνηματισμό, την κριτική ανάλυση και τελικά την έκδοση αρχαίων κειμένων που κατέγραψαν τεράστια επιτυχία με αποτέλεσμα τυπογράφοι από ολόκληρη την δυτική Ευρώπη να τις αντιγράψουν και να τις κυκλοφορήσουν.

Φίλος και συνοδοιπόρος του Μάρκου Μασούρου υπήρξε ο αντιγράφος, καλλιγράφος, εκδότης και σχεδιαστής τυπογραφικών στοιχείων Ζαχαρίας Καλλέργης. Εργάστηκε στο τυπογραφείο του φιλέλληνα Αλδου Μανούτιου και με την βοήθεια και την χρηματοδότηση του προχώρησε στην έκδοση ενός εκτενούς λεξικού της ελληνικής έκδοσης γλώσσας με τίτλο <<Μέγα Ετυμολογικόν>> ενώ αργότερα μετοίκησε στην Ρώμη όπου ανέλαβε την διεύθυνση του ελληνικού γυμνασίου ενώ παράλληλα εργάστηκε συστηματικά για την διόρθωση και την επιμέλεια κειμένων.

Καθώς η δραστηριότητα των ουμανιστών αναπτύχθηκε εκτός των μεσαιωνικών πανεπιστημίων που εξακολουθούσαν να αποτελούν προπύργια των σχολαστικιστών, οι νέοι άνθρωποι των γραμμάτων ήταν απαραίτητο να αναζητούν χορηγούς και προστάτες που θα διέθεταν πόρους και τους χώρους για την αποτελεσματική διεύρυνση του Ουμανιστικού εγχειρήματος. Αυτοί βρέθηκαν κυρίως στα πρόσωπα που είχαν καταλάβει την εξουσία στις πόλεις-κράτη της αναγέννησης. Στις αυλές των δεσποτών αυτών βρήκαν ευνοϊκό γι αυτούς περιβάλλον. Υπηρετώντας έμμεσα ή άμεσα τις πολιτικές σκοπιμότητες των ηγεμόνων, είχαν τα απαραίτητα μέσα για να ολοκληρώσουν το πνευματικό τους έργο. Όμως η σχεδόν απόλυτη ταύτιση των Ουμανιστών με τους ηγεμόνες και την συχνά αυταρχική τους εξουσία είχε αρνητικές συνέπειες ως προς την εικόνα που είχαν τα λαϊκά στρώματα για τον Ουμανισμό, που προσκολλημένα ακόμα στην παράδοση παρέμεναν σε μεγάλο βαθμό ταυτισμένα με την εκκλησία και διαπίστωναν ηθικά ρήγματα στους νέους φιλοσόφους.

Παράλληλα η ανάγκη να περιφέρονται από αυλή σε αυλή αποσκοπώντας στην ανεύρεση χορηγών δημιούργησε τάσεις ματαιοδοξίας και υποτέλειας απέναντι στην εξουσία αλλά και ηθικού μηδενισμού. Η τάση αυτή προσωποποιήθηκε στην Πιέτρο Αρεντίνο ( Pietro Arentino 1492-1566) ενός επαγγελματία δημοσιολόγου, λιβελογράφου και συκοφάντη αλλά και κόλακα τύραννων της εποχής, που στην κορύφωση της υπήρξε πρόδρομος των σκοτεινών εκδοχών της δημοσιογραφίας και ευρύτερα των ΜΜΕ όπως η προπαγάνδα και τα fake news. Αυτά τα φαινόμενα υπήρξαν η απαρχή της παρακμής του Ουμανιστικού κινήματος όμως δεν αναιρούν την αποφασιστική του συμβουλή στην διαμόρφωση του νεότερου πολιτισμού.

Αναμφίβολα ο Ουμανισμός υπήρξε ένα ολοκληρωμένο ιδεώδες με αναφορές στην παιδεία και τον πολιτισμό, που επιχείρησε να δώσει τέλος στα δεσμά που επέβαλε στην πνευματική δημιουργία ο Μεσαίωνας. Η ίδρυση σχολών που θα διαμόρφωναν μία νέα ανθρωποκεντρική αντίληψη για την παιδεία αποτέλεσε αυτοσκοπό για τους Ουμανιστές. Ίσως η πιο σημαντική από αυτές τις σχολές υπήρξε εκείνη του Βιτορίνο ντα Φέλτρε στην αυλή της Μάντουας, που αναδείχθηκε σε φημισμένο κέντρο παιδείας και πολιτισμού.

Σημείο τομής συνολικά για την παιδεία ότι στην σχολή γινόταν δεκτοί φοιτητές από τα λαϊκά στρώματα ξεπερνώντας κάθε ίχνος ταξικών ή κοινωνικών διακρίσεων. Γεγονός που είναι αντιπροσωπευτικό του πνεύματος των Ουμανιστών.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.