Πού Είμαστε; Ανάλυση των δημοσκοπικών δεδομένων του τελευταίου έτους
Γράφει ο Μανουήλ Κομνηνός
Η λήξη της κανονικής κοινοβουλευτικής περιόδου και η έναρξη των θερινών τμημάτων της Βουλής, σηματοδοτεί και την έναρξη του «πολιτικού θέρους», μιας περιόδου χαμηλής πολιτικής δραστηριότητας μέχρι τουλάχιστον να τελειώσουν τα περίφημα «μπάνια του λαού» κατά τον Σεπτέμβριο. Μέχρι τότε μας δίνεται η ευκαιρία, βάσει των μετρήσεων της κοινής γνώμης, να κάνουμε μια ανασκόπηση της προηγούμενης χρονιάς, να χαρτογραφήσουμε την παρούσα κατάσταση των πολιτικών συσχετισμών και να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα.
Ανασκόπηση προηγούμενης χρονιάς – Οι Τάσεις
Κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2017, παρατηρήθηκε μια αξιοσημείωτη μεταβολή στις δημοσκοπικές τάσεις: ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια του 2016, αλλά και στο πρώτο εξάμηνο του 2017 η διαφορά μεταξύ της πρώτης ΝΔ και του δεύτερου ΣΥΡΙΖΑ διευρυνόνταν, από τον Σεπτέμβριο του 2017 και μετά άρχισε να συρρικνώνεται. Συγκεκριμένα, ενώ τον Ιούνιο του 17 τα ποσοστά κατά μέσο όρο ήταν ΝΔ 36,5% και ΣΥΡΙΖΑ 20,5%, τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους αυτά είχαν διαμορφωθεί σε ΝΔ 35,5% και ΣΥΡΙΖΑ 24%. Υπήρχε δηλαδή μια μικρή πτώση της ΝΔ, και μια σημαντική αύξηση του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ερμηνείες ως προς τα αίτια αυτής της τάσης ποικίλουν, και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την σταθεροποίηση (σε χαμηλά βέβαια επίπεδα) της οικονομίας μετά το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, την εξαγγελία επιδομάτων για το τέλος του έτους κ.α. Αυτό πάντως που πρέπει να υπογραμμιστεί είναι ότι ιστορικά, σε όλες τις χώρες, όταν οι δημοσκοπικες διαφορές φτάνουν σε τόσο δυσθεώρητα ύψη (η ΝΔ έφτανε να προηγείται σε κάποιες μετρήσεις με έως 19 μονάδες!) είναι δύσκολο να συγκρατηθούν σε αυτά τα επίπεδα -πόσο μάλλον να διευρυνθούν περαιτέρω-, και συνήθως «διορθώνονται» κατά την στατιστική ορολογία, ακολουθούν δηλαδή την αντίθετη φορά.
Στο πρώτο εξάμηνο του 2018, αρχικά παρατηρηθήκαν τάσεις σταθεροποίησης της διαφοράς σε οριακά διψήφιο αριθμό. Τα μείζονα πολιτικά γεγονότα του εξαμήνου, η υπόθεση Novartis και η πρώτη ανακίνηση του Σκοπιανού με τα μεγάλα συλλαλητήρια Θεσσαλονίκης και Αθηνών, φαίνεται πως είτε δεν είχαν ιδιαίτερη επίδραση στους πολιτικούς συσχετισμούς, είτε οι επιδράσεις τους αλληλοεξουδετερώθηκαν λόγω και της χρονικής τους σύμπτωσης. Όμως το εξάμηνο έκλεισε με κορύφωση της αντιπαράθεσης για το Σκοπιανό, ειδικά μετά την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών την 17η Ιουνίου. Η ίδια η συμφωνία (η οποία άλλωστε, συμφώνα με σειρά μετρήσεων, τυγχάνει απόρριψης από την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών) φαίνεται πως παρήγαγε κάποια πολιτικά αποτελέσματα, το εύρος των οποίων όμως δεν είναι απόλυτα σαφές ακόμη. Αυτό που μπορεί να ειπωθεί με σχετική ασφάλεια ως προς τους δυο μονομάχους είναι ότι μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας, η μεν ΝΔ αυξάνει το ποσοστό τις σε όλες τις μετρήσεις, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, στην χειρότερη για αυτόν περίπτωση έχει κάποια πτώση, πλην όμως δεν καταρρέει. Αντίθετα φαίνεται πως ο κυβερνητικός του εταίρος, οι ΑΝΕΛ, υφίσταται ένα έντονο πλήγμα που μάλλον εξαλείφει οριστικά τις οποίες ελπίδες εισόδου του στην επόμενη βουλή. Πάντως η διαφορά, σε όλες μάλιστα τις μετρήσεις, διευρύνεται.
«Οι 5 μάχες»
Στο περσινό μου άρθρο είχα μιλήσει για τις «5 μάχες», δηλαδή τα 5 στοιχήματα των κομμάτων για την επερχόμενη περίοδο. Ας δούμε πως τα πήγαν φέτος, βάσει των μετρήσεων, στις «μάχες» τους αυτές:
- i) Η μάχη της αυτοδυναμίας
Η προσπάθεια της ΝΔ για επίτευξη της πολυπόθητης αυτοδυναμίας φαίνεται να στέφεται με επιτυχία. Η αύξηση των ποσοστών της -ιδιαίτερα κατόπιν της συμφωνίας των Πρεσπών– που πλέον κυμαίνονται κατά μ.ο. κατόπιν αναγωγής στο 37,5%, θα της εξασφάλιζε κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αν βέβαια επιβεβαιώνονταν και στην κάλπη. Ακόμα πιο ενθαρρυντική είναι για την ΝΔ η πλήρης -και συχνά περαιτέρω διευρυνόμενη- υπεροχή της στα ποιοτικά δεδομένα (ικανότητα διακυβέρνησης, δημοφιλία & καταλληλότητα Κυριάκου Μητσοτάκη, σαρωτική υπέροχη στην παράσταση νίκης κτλ) που αφήνουν ανοιχτά τα περιθώρια για ακόμη καλύτερες επιδόσεις με την είσοδο στην τελική προεκλογική περίοδο. Αξιοσημείωτο μάλιστα είναι ότι σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα «Τάσεις» της MRB, το 47% απαντά πως θα τους ενοχλούσε να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύοντας έτσι το εύρος της δεξαμενής της αντι-ΣΥΡΙΖΑ ψήφου.
- ii) Η μάχη του 20%
Η μάχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι μάχη όχι πια επικράτησης, αλλά αντοχής και παραμονής τουλάχιστον πάνω το ψυχολογικό όριο του 20% και βέβαια τουλάχιστον ως δεύτερο κόμμα. Τους σκοπούς του αυτούς φαίνεται να τους επιτυγχάνει: όχι μόνο δεν δείχνει, προς το παρόν τουλάχιστον, να απειλείται η πρωτοκαθεδρία του στην κεντρο-αριστερά από το ΚΙΝΑΛ, αλλά φαίνεται και να περνά με σχετική άνεση το όριο του 20% , με ποσοστό που φτάνει κατά μ.ο. και κατόπιν αναγωγής στο 23%. Διατηρεί δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της -κατά το δεύτερο εξάμηνο του ’17- αύξησης του ποσοστού του, ενώ προς το παρόν τουλάχιστον, δεν φαίνεται να καταρρέει από το Σκοπιανό. Μένει βεβαίως να δούμε και τις επόμενες μετρήσεις για να μπορέσουμε να πούμε με σχετική σιγουριά αν αυτό το συμπέρασμα επιβεβαιώνεται. Φαίνεται πάντως πως η είσοδος της χώρας σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο (με απώτατο όριο την κάλπη των ευρωεκλογών -και πιθανώς ταυτόχρονων εθνικών εκλογών- της 26ης Μαΐου 2019) συγκρατεί το κυβερνητικό κόμμα από περαιτέρω πτώση της εκλογικής του απήχησης. Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι η διατήρηση της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ σε ποσοστά άνω του 20% επιβεβαιώνεται και από τα δεδομένα πολλών ποιοτικών ερωτημάτων, γεγονός που υπογραμμίζει περαιτέρω την ανθεκτικότητα και το «βάθος» της στήριξης στο εν λόγω κόμμα από ένα συγκεκριμένο τμήμα του πληθυσμού.
iii) Η μάχη της 3ης θέσης
Στην μάχη μεταξύ Χρυσής Αυγής, ΚΚΕ και του νεοφυούς Κινήματος Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ) για την τρίτη θέση, φαίνεται πως το τελευταίο επικρατεί. Το ποσοστό του, αν και μειωμένο σε σχέση με την περίοδο των εσωκομματικών του εκλογών, δείχνει να προσεγγίζει το διψήφιο. Σε κάθε περίπτωση, μένει να αποτιμηθούν οι συνέπειες τις αποχώρησης του Ποταμιού, ενώ σημαντικός κίνδυνος για τον εν λόγω σχηματισμό παραμένει η όξυνση του πολιτικού κλίματος και η αναμενόμενη προεκλογική πόλωση. Αξιοσημείωτο είναι πως η Χρυσή Αυγή δεν φαίνεται να επωφελείται ιδιαίτερα από τις εξελίξεις στο Σκοπιανό.
- iv) Η μάχη της εισόδου
Η Ένωση Κεντρώων φαίνεται να αποσπά κάποια ελάχιστα κέρδη από το Σκοπιανό, με αποτέλεσμα να είναι και πάλι εντός τροχιάς Βουλής, έστω και οριακά. Αντίθετα, το κόμμα του Πάνου Κομμένου δείχνει να συρρικνώνεται μέχρις εξαφανίσεως, και πρακτικά πρέπει να αποκλειστεί πλέον το ενδεχόμενο επανεισόδου του στη Βουλή.
- v) Η μάχη της ανάδειξης
Υπάρχει μια πλειάδα μικρών κομμάτων που δίνουν μάχη για την έξοδο τους από την δημοσκοπική καταγραφή τους ως «λοιπά κόμματα» και για την ανάδειξη τους ως ξεχωριστών πολιτικών παικτών, έστω μικρού «αναστημάτος». Ο μόνος που δείχνει να το έχει καταφέρει αυτό είναι ο Κυριάκος Βελόπουλος με το κόμμα «Ελληνική Λύση» που κινείται πλέον στα επίπεδα του 1,5 – 2%. Ως προς τους λοιπούς, τα μικρά σχήματα τόσο της δεξιάς (ΛΑΟΣ, ΝΕΔΕ, Τζήμερος) όσο και της (ημι)δραχμιστικής αριστεράς (ΛΑΕ, Πλεύση, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Βαρουφάκης) δείχνουν να μένουν κολλημένα στο δημοσκοπικό περιθώριο.
Συμπεράσματα
Εν όψει των ανωτέρω δεδομένων, μπορούμε ως βασικά συμπεράσματα να εξάγουμε τα εξής:
α) Η ΝΔ αυξάνει τα ποσοστά της και την διαφορά από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο στόχος της αυτοδυναμίας καθίσταται όλο και πιο εφικτός.
β) Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να αντέχει και να παγιώνει την επιρροή του σε ένα ποσοστό άνω του 20% των ψηφοφόρων.
γ) Οι εξελίξεις στο Σκοπιανό, αν και έχουν μια επίδραση στους πολιτικούς συσχετισμούς, δεν φαίνεται να οδηγούν σε κατακλυσμιαίες μεταβολές, τουλάχιστον προς το παρόν, χωρίς όμως τίποτα να αποκλείεται για το μέλλον.
Και κάπως έτσι, η πολιτική σαιζόν 2017-2018 κλείνει. Ραντεβού τον Σεπτέμβριο για την πολύ ενδιαφέρουσα (και αναπόφευκτα πια προεκλογική) που έχουμε μπροστά μας.
[*Μεθοδολογική διευκρίνιση: όλες οι μετρήσεις που ελήφθησαν υπ’ όψιν για το παρόν άρθρο, υπάρχουν στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://en.wikipedia.org/wiki/Opinion_polling_for_the_next_Greek_legislative_election με τα link προέλευσης τους , με πλήρη ανάγωγη αναποφάσιστων κατά τα διεθνή πρότυπα. Χρησιμοποιήθηκαν εταιρείες μέλη του Συλλόγου Δημοσκοπήσεων και Έρευνας Αγοράς (ΣΕΔΕΑ) που δημοσιεύουν μετρήσεις τακτικά, ώστε να υπάρχει αξιοπιστία και μέτρο σύγκρισης].