Ποια Αντιπολίτευση;
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, συγγραφέας
Μια πρόταση δυσπιστίας σπάνια θα επιφέρει σημαντικές πολιτικές εξελίξεις. Η εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία συσπειρώνεται και καμιά φορά η τραχύτητα, η εοιθρτικιτητα και η υπερβολή κάποιων επιχειρημάτων της αντιπολίτευσης που ρέπουν προς τον ακραίο λαϊκισμό ενεργοποιούν στην κοινωνία τα ακριβώς αντίθετα από τα “επιθυμητά” αντανακλαστικά.
Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση βρίσκεται στην πιο δύσκολη φάση της σχεδόν εξαετούς πορείας της. Η λογική κόπωση και φθορά από την άσκηση της εξουσίας, οι αντίξοες διεθνείς συνθήκες που μοιάζουν να χειροτερεύουν με την εντατικοποίηση του εμπορικού πολέμου, την παρατεταμένη ακρίβεια και τη γεωπολιτική ανασφάλεια, έρχονται να συναντηθούν με τις αστοχίες, τις παραλείψεις, τα διαχειριστικά και επικοινωνιακά λάθη, σε ένα ζήτημα που αγγίζει την καθημερινότητά μας όσο λίγα.
Η ασφάλεια των συγκοινωνιών ενδιαφέρει τους πάντες και η διάχυτη αίσθηση ότι κάποια σημεία της τραγωδίας των Τεμπών, δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί πλήρως, αφήνει μια πικρή γεύση στο στόμα όλων, πέρα και πάνω από πολιτικές τοποθετήσεις. Η κυβέρνηση οφείλει να κινηθεί ταχύτατα προς την ταυτόχρονη επιτάχυνση της διαλεύκανσης κάθε θολού σημείου αλλά και της όσο πιο άμεσης βελτίωσης του επιπέδου των συγκοινωνιών και φυσικά θα κριθεί συνολικά από τις επιδόσεις της και στα δύο αυτά μέτωπα.
Την ίδια όμως στιγμή, ψάχνεις να ξεχωρίσεις τις λεπτές γραμμές της πολύχρωμης αντιπολιτευτικής κριτικής και βρίσκεσαι ανάμεσα σε δυσδιάκριτες διαφορές και ακόμη πιο δυσδιάκριτες αντιπροτάσεις. Από τον μικρομεγαλισμό του ΠΑΣΟΚ που αδυνατεί να αντιληφθεί τα κοντά πόδια των πρόσκαιρων., όπως ήδη αποδείχθηκε, θετικών δημοσκοπικών ευρημάτων, μέχρι τον ημιθανή ΣΥΡΙΖΑ που ζορίζεται να ανασυνταχθεί, έως την δήθεν αντισυστημικότητα, δεξιόθεν κι αριστερόθεν, συστατικών στοιχείων που πολιτικού συστήματος.
Οι πρώτοι δύο, πιο θεσμικοί, παραδοσιακοί κοινοβουλευτικοί παίκτες παριστάνουν ότι δεν συνειδητοποιούν ότι μόνο με τη συμπόρευση και την εύρεση ενός κοινού πυρήνα αξιόπιστων προτάσεων έχουν κάποια ελπίδα να μετατραπούν σιγά σιγά σε εναλλακτικό πόλο εξουσίας. Οι δε άλλοι, επιχειρούν να καβαλήσουν το κύμα της οργής και της απογοητευσης επενδύοντας αποκλειστικά στο θυμικό των πολιτών, δίχως δομημένες θέσεις και ανυπαρξία στελεχών πέρα από τη μονοπρόσωπη προβολή του ηγέτη τους, όπως έκαναν παλιότερα ο ΣΥΡΙΖΑ και η Χρυσή Αυγή.
Ποιος γνωρίζει πχ τις οικονομικές προτάσεις του Βελόπουλου και της Κωνσταντοπούλου πάνω σε συγκεκριμένα κρίσιμα ζητήματα; Ποιος ξέρει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό τους για την εξωτερική πολιτική, την υγεία, την παιδεία, το μεταναστευτικό, την ασφάλεια; Πέρα από απόψεις – φωτοβολίδες για επικοινωνιακή χρήση, και γενικόλογα ευχολόγια κανείς δεν γνωρίζει το πώς θα κινηθούν μια σειρά κορυφαίων θεμάτων ή ποιοι θα κληθούν να αναλάβουν κεντρικούς ρόλους αν έρθουν στην εξουσία.
Ο κοινοβουλευτισμός στηρίζεται στην ύπαρξη δομημένων πολιτικών οργανισμών με αρχές, στελεχειακό δυναμικό και αξιόπιστες θέσεις. Δεν λειτουργεί μέσα από κραυγές, αφορισμούς και εκδηλώσεις μεγαλείου. Δεν έχω βαρεθεί να γράφω ότι αν επιθυμούμε την ανάκτηση της εμπιστοσύνης μας στο σύστημα, οφείλουμε να θέσουμε ως προτεραιότητα την αναμόρφωση του συστήματος με τρόπους και μέσα που κάνουν τον πολίτη ακόμη περισσότερο συμμέτοχο στη διαμόρφωση της πολιτικής, αποτρέπουν τον νεποτισμό και τη δυναστεία της “δικτατορίας” κάθε αρχηγικής ισχυρής μειοψηφίας, και δίνουν διέξοδο στις ανησυχίες και τους προβληματισμούς του.