Ο Τίτο και η γέννηση του Σκοπιανού
Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης
Η μορφή που αναδείχτηκε στην μεταπολεμική Γιουγκοσλαβία ήταν ο Γιόζιπ Μπροζ Τίτο. Ηγέτης της γιουγκοσλαβικής αντίστασης εναντίον των ΝΑΖΙ αλλά και νικητής στον εμφύλιο ανάμεσα σε εθνικιστές και κομμουνιστές αντάρτες που ακολούθησε την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής.
Μετά την λήξη του πολέμου και στο πλαίσιο των ευρύτερων επιδιώξεων της Κομινφόρμ, έθεσε σε εφαρμογή την προώθηση ενός αναθεωρητικού-μεγαλοιδεατικού σχεδιασμού με στόχο την δημιουργία μίας βαλκανικής ομοσπονδίας, στην γεωγραφική καρδιά της βαλκανικής χερσονήσου.
Κύριος μοχλός αυτής της προσπάθειας υπήρξε η μετονομασίας της παλιάς αποσχισθήσας επαρχίας της Σερβίας που πριν τον πόλεμο ήταν ενταγμένη στο βασίλειο Σέρβων-Σλοβένων-Κροατών την λεγόμενη πρώτη Γιουγκοσλαβία, σε σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας που θα αποτελούσε ένα από τα ομόσπονδα κράτη της μελλοντικής διευρυμένης ομοσπονδίας αλλά και το κύριο όχημα του επεκτατισμού της καθώς σταδιακά θα επιδίωκε να προσαρτήσει την Μακεδονία του Πιρίν, που ανήκει στην Βουλγαρία και την ελληνική Μακεδονία.
Στην προσπάθεια του να υλοποιήσει το αναθεωρητικό για τα βαλκάνια αλλά και ευρύτερα τους ψυχροπολεμικούς συσχετισμούς συγκάλεσε στο JAJCE συντακτική εθνοσυνέλευση στην οποία αποφασίστηκε η αναγνώριση <<Μακεδονικού Έθνους>> η ίδρυση << Μακεδονικού Κράτους>> και η οργάνωση της μεταπολεμικής Γιουγκοσλαβίας σε ομοσπονδιακή βάση.
Η νέα οιωνεί κρατική οντότητα, ιδρύθηκε επίσημα από τον Τίτο στις 2 Αυγούστου του 1944 στο Ιλιντεν ακριβώς για να υπερτονίσει τον πανσλαβιστικό χαρακτήρα του Τιτοικού αναθεωρητισμού.
Χαρακτηριστικό είναι πως τα σύνορα του νέου κράτους σκόπιμα δεν καθορίστηκαν.
Λίγο αργότερα συστάθηκε η βαλκανική ομοσπονδία με την υπογραφή του συμφώνου Μπλεντ γνωστότερου ως συμφώνου Τίτο-Δημητρώφ το οποίο έθεσε το πλαίσιο για μία μελλοντική ενσωμάτωση στην Γιουγκοσλαβία, της Βουλγαρίας, της Αλβανίας και της << Μακεδονίας>> που θα συστηνόταν όταν η γιουσκοσλαβική Δημοκρατία της <<Μακεδονίας >> που ο ίδιος ο Τίτο δημιούργησε προσαρτούσε την Μακεδονία του Πιρίν μετά από μία μεταβατική περίοδο << πολιτικής προπαρασκευής >> στην οποία θα εξελισσόταν μία διαδικασία << αποβουλγαροποίησης>> και παράλληλης << μακεδονοποίησης>> του τοπικού πληθυσμού και στην συνέχεια πρόκειται να ενσωμάτωνε και την ελληνική Μακεδονία.
Αξίζει να σημειωθεί πως το αντάλλαγμα που πρόσφερε ο Τίτο στον Δημητρώφ για να προσχωρήσει εκείνος στο σύμφωνο του << Μπλέντ>> και να αναγνωρίσει μία ξεχωριστή μακεδονική εθνότητα ήταν η απόσπαση της δυτικής Θράκης από τον ελληνικό εθνικό ιστό και η ενσωμάτωση της στην Βουλγαρία. Είναι ωστόσο ενδιαφέρον πως ο Τίτο δεν υπήρξε ο πρώτος αρχηγός κράτους που οραματίστηκε την δημιουργία βαλκανικής ομοσπονδίας καθώς ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Σταμπόλσκι είχε δρομολογήσει την δημιουργία ενός πανσλαβιστικού ως προς τα εθνολογικά χαρακτηριστικά σλαβικού υπερκράτους στην βαλκανική μίας βουλγαρο-γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Το σχέδιο Σταμπολίσκι που υποστήριξε εκείνη την εποχή με θέρμη ο δικτάτορας της Ιταλίας Μουσολίνι προκειμένου να αποσπάσει την Γιουγκοσλαβία από τις βλέψεις της στην Αδριατική, έγινε ιδιαίτερα επικίνδυνο και για την Ελλάδα καθώς και αυτό προέβλεπε την απόσπαση της δυτικής Θράκης υπέρ της Βουλγαρίας και την παραχώρηση ειδικού καθεστώτος στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης για την Γιουγκοσλαβία.
Στις μεθοδεύσεις Σταμπολίσκι στην βαλκανική έθεσε τέλος η ελληνική διπλωματία καθώς ο Έλληνας υπουργός εξωτερικών Νικόλαος Πολίτης έσπευσε στο Βελιγράδι παραχωρώντας ελεύθερη εμπορική ζώνη για την Σερβία στο λιμάνι και ευρύτερα στην περιοχή της Θεσσαλονίκης που λειτούργησε για μία μακρά περίοδο από το 1929 έως το 1974.
Τα μεγαλόπνοα σχέδια του Τίτο ακύρωσαν οι συμφωνίες της Μόσχας και της Γιάλτας. Οι γιουγκοσλαβικές μεθοδεύσεις ματαιώθηκαν λόγω των δυναμικών παρεμβάσεων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης καθώς θετική έκβαση του ομοσπονδιακού εγχειρήματος θα ανάτρεπε τόσο την ισορροπία δυνάμεων όσο και τον εδαφικό διαμοιρασμό στον οποίο είχαν καταλήξει οι δύο μεγάλοι νικητές του πολέμου.
Ειδικά για την ΕΣΣΔ θα σήμαινε οριστική απώλεια του ελέγχου της βαλκανικής και οριστική περιθωριοποίηση της στον ευρύτερο χώρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Είναι σαφές πως ο σχεδιασμός του Τίτο, είχε το χαρακτηριστικό της υπερεπέκτασης και υπερέβαινε κάθε διεθνοπολιτικά μέτρα. Ειδικά ο Στάλιν δεν μπορούσε να δεχτεί τον παραγκωνισμό της Σοβιετικής Ενωσης από την βαλκανική χερσόνησο, την υποσκέλιση της Σοβιετικής Ενωσης και προσωπικά του ίδιου ως μεγάλου νικητή του πολέμου από την μεταπολεμική Γιουγκοσλαβία και τον Τίτο με τον οποίο είχαν δημιιουργηθεί τριβές ήδη από την εποχή του ισπανικού εμφυλίου και την ανάληψη από την Γιουγκοσλαβία ενός τόσο σημαντικού ρόλου.
Ήταν εμφανές ήδη από τότε πως οι δύο ηγεσίες είχαν επιλέξει να θέσουν κάτω από διακριτικό αλλά σαφή έλεγχο ολόκληρη την νοτιοανατολική Ευρώπη πλην της ναυτικής θαλάσσιας Ελλάδος που έμενε προσκολλημένη στον δυτικό κόσμο λόγω της δυναμικής παρέμβασης του συντηρητικού Βρετανού πρωθυπουργού Ουίνστον Τσώρτσιλ, αρχικά και των Αμερικάνων αργότερα.
Η προσπάθεια επιβολής της Σοβιετικής Ένωσης ως υπερδύναμης σε μία μεσαία δύναμη όπως η Γιουγκοσλαβία οδήγησε στην ρήξη Τίτο-Στάλιν και την συνακόλουθη αποκήρυξη του πρώτου από την Κομινφόρμ.
Καθοριστικός για την ακύρωση του συμφώνου Μπλέντ υπήρξε ο θάνατος του Γκεόργκι Δημοτρόφ που υπήρξε θερμός υποστηρικτής της βαλκανικής ομοσπονδίας.
Σ αυτό το κομβικό για την εξέλιξη της ιστορίας η Βουλγαρία σε μία θεαματική στροφή πολιτικής διακήρυξε πως δεν αναγνωρίζει ξεχωριστό Μακεδονικό Έθνος και ότι οι κάτοικοι του Πιρίν είναι Βούλγαροι διακόπτοντας κάθε προσπάθεια εθνικής μετεξέλιξης που είχε επιχειρηθεί την περίοδο Δημητρώφ.
Την αντίδραση της στο σύμφωνο Μπλεντ εξέφρασε και η βαλκανική κυβέρνηση. Από τότε η Αλβανία στράφηκε στην ΕΣΣΔ οδηγώντας σε απομόνωση την Γιουγκοσλαβία.
Όσο αφορά την επεκτατική του πολιτική προς την Ελλάδα η αδυναμία του Τίτο να βρει συμμάχους για να θέσει σε άμεση εφαρμογή τα σχέδια του, η αδυναμία εντοπισμού σλαβικής μειονότητας στην Ελλάδα και η έκβαση του ελληνικού εμφυλίου σε συνδυασμό με την ένταξη της Ελλάδος στο ΝΑΤΟ απόκλειαν κάθε ενδεχόμενο στρατιωτικής επέμβασης στην ελληνική Μακεδονία.
Όμως δεν οδήγησε τον Γιουγκοσλάβο ηγέτη σε παραίτηση καθώς ακολούθησε από την εποχή εκείνη μία μεθοδευμένη προπαγάνδα αφελληνισμού της Μακεδονίας προβάλλοντας το πρόταγμα της απελευθέρωσης της σλαβομακεδονικής μειονότητας που υπήρχε υποτίθεται υπήρχε στην Μακεδονία.
Παρόλα αυτά το πρόβλημα παράμεινε σε περίπου λανθάνουσα κατάσταση αν εξαιρεθούν ορισμένα διπλωματικά επεισόδια όσο επικαλυπτόταν από την ύπαρξη ομοσπονδιακού κράτους της Γιουγκοσλαβίας και αναδείχθηκε όταν η γειτονική χώρα ανακήρυξε το 1991 την ανεξαρτησία της.