Με τα λόγια άλλων…

Γράφει ο Χρήστος Μιχαηλίδης    

Πράγματα που θα ήθελα να πω. Που με εκφράζουν απολύτως. Που περιγράφουν μικρές και μεγάλες μου στιγμές. Που θέλω να μοιραστώ…

«Επειδή ήταν υποχρεωμένος να γράφει κάθε μέρα για όλα τα θέματα, να διαβάζει πολλές εφημερίδες, να ακούει πολλές συζητήσεις και να λέει παραδοξολογίες για να θαμπώνει τους άλλους, είχε χάσει πια την ακριβή διάσταση των πραγμάτων και τυφλωνόταν μόνος του από τα αδύναμα πυροτεχνήματά του». Φλομπέρ, Αισθηματική Αγωγή, Εκδόσεις Γράμματα.

«Μια μέρα συνειδητοποίησε πως οι αγάπες δεν ήταν αγνές γιατί προϋπέθεταν αυτή την προσδοκία, ενώ όποιος αγαπάει πραγματικά, αγαπάει χωρίς να προσδοκά τίποτε άλλο εκτός απ’ την αγάπη, αποδεχόμενος τυφλά πως η μέρα θα ‘ναι πιο γαλάζια, η νύχτα πιο γλυκιά και το τραμ λιγότερο άβολο. “Ακόμα και τη σούπα τη μετατρέπω σε διαλεκτική διεργασία”, σκέφτηκε ο Ολιβέιρα. Τις ερωμένες του κατέληγε να τις μετατρέπει σε φίλες, συνεργούς μιας ιδιαίτερης ενατένισης των περιστάσεων. Οι γυναίκες στην αρχή τον λάτρευαν (πραγματικά τον hadoraban) και τον θαύμαζαν (una hadmiracion hilimitada), αλλά μετά κάτι τις έκανε να υποπτεύονται το κενό, έκαναν πίσω, κι εκείνος τις διευκόλυνε να φύγουν, τους άνοιγε την πόρτα για να πάνε αλλού να παίξουν. Σε δύο περιπτώσεις βρέθηκε πολύ κοντά στο να τις λυπηθεί και να τις αφήσει με την ψευδαίσθηση πως τον καταλάβαιναν, αλλά κάτι του ‘λεγε πως ο οίκτος του δεν ήταν αυθεντικός, μάλλον ένα φτηνό κόλπο του εγωισμού, της τεμπελιάς και των συνηθειών του. “Η Πιετά δημοπρατείται”, αναλογιζόταν ο Ολιβέιρα, τις άφηνε να φύγουν και τις ξεχνούσε αμέσως»Χούλιο Κορτασάρ «Το Κουτσό», εκδόσεις Opera, μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης.  

«Στον Μίκη Θεοδωράκη οφείλω επαναλαμβανόμενες, υπόστροφες και κλιμακούμενες στιγμές έξαψης: Η υπέροχη παιδική μου ηλικία, το καλό μου ριζικό μέχρι το πραξικόπημα του ‘67 είναι αξεχώριστα από τη μουσική του· από το μεγαλείο της, από την ανυπέρβλητη χάρη της, τον διεθνισμό της, τον εκλεκτικισμό της· και από την ίδια τη φυσική παρουσία του συνθέτη, τη σπασμένη του φωνή, τα μεγάλα του χέρια καθώς διηύθυναν την ορχήστρα. Πολλοί αριστεροί, φίλοι του πατέρα μου, εκτιμούσαν τον Θεοδωράκη επειδή ήταν «δικός τους»: τι κρίμα που δεν καταλάβαιναν τίποτα· τι κρίμα· έβρισκαν μάλιστα τους τοίχους του «Μαργαρίτα η Μαργαρώ» υπόπτως ερωτικούς, και μήπως υπήρχε κάποιο αιμομικτικό υπονοούμενο; Η μάνα σου είναι τρελή και σε κλειδώνει μοναχή/σαν θέλω να ‘ρθω στην κάμαρα σου μου ρίχνεις μεταξωτό σχοινί/και κλειδωμένους μας βλέπει νύχτα, μας βλέπουν τα άστρα και η χαραυγή… Σίγουρα κάτι άπρεπο συμβαίνει» (Σώτη Τριανταφύλλου, Ο Χρόνος Πάλι, Εκδόσεις Πατάκη).

«Η εκίδηση ενός θανάτου αναφέρεται στον ελληνικό Τύπο με καθόλου τυχαία επιλεγμένους όρους/λέξεις/κωδικούς. Άλλος έφυγε, άλλος πέθανε, άλλος απεβίωσε, άλλος συγχωρέθηκε, άλλος απεδήμησε, άλλος κατέληξε, άλλος ετελεύτησε ή εξεμέτρησε ημέρας και άλλος εκοιμήθη. Εννοείται ότι ούτε τα μισά δεν έγραψα (και δεν περιλαμβάνω καν στον κατάλογό μου τις αγοραίες εκφράσεις ή τα λαϊκά τοπικά ιδιώματα). Πάντως, εννοείτε τι εννοώ. Θέμα ταξικό; Πολιτική η επιλογή της λέξης; (αλλιώς θα το γράψει η “Εστία” και αλλιώς η “Αυγή”). Θεσμικό πρωτόκολλο;

Προσπαθούν να μας πουν κάτι με τρόπο; (…) Αυτό που με σκοτώνει (!!!) είναι που με τρώει η απορία αν και στις άλλες γλώσσες, μια συγκεκριμένη λέξη ή όρος στη δημόσια ανακοίνωση ενός θανάτου «εκπέμπει» προς το κοινό έναν έμμεσο, πλην σαφέστατο, κωδικό. Αν οι αναγνώστες μιας γαλλικής π.χ. ή μιας ρωσικής εφημερίδας θα αντιληφθούν από την επιλογή της λέξης τον ανεπαίσθητο υπαινιγμό: Ακόμα και στον “Μεγάλο Ύπνο” δεν είμαστε όλοι… ίσα κι όμοια». (Απόσπασμα άρθρου της Ρίκας Βαγιάνη, υπό τον τίτλο «Ο Μεγάλος Ύπνος», στις 3/9/2014 στον ενημερωτικό ιστότοπο άποψης Protagon.gr. Η δημοσιογράφος, τηλεπαρουσιάστρια και ηθοποιός Ρίκα Βαγιάνη, καλή μου φίλη, πέθανε αυτές τις μέρες, την Τρίτη 7/8, πριν ένα χρόνο στην Αθήνα, από καρκίνο του πνεύμονα).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.