Η αναβάθμιση της ναυτικής μας ισχύος προϋπόθεση για προστασία του Αιγαιακού Ελληνισμού!..
Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου, Συγγραφέας
Ένα από τα σοβαρότερα θέματα που πρέπει να εξετάσουν επισπεύδοντες – αν δεν το έχουν κάνει ήδη – όσοι απ’ την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία ασχολούνται με την αμυντική θωράκιση των συνόρων μας, είναι οι στρατηγικές επιπτώσεις της εξοπλιστικής αναβάθμισης της Τουρκίας στη ναυτική ισχύ μας στο Αιγαίο.
Με δεδομένη τη ναυτική της δραστηριότητα, που την έχει ”βαφτίσει” ‹Γαλάζια Πατρίδα› (όπερ σημαίνει αμφισβήτηση των ελληνικών δικαίων στο Αιγαίο και των κυπριακών στην Α. Μεσόγειο) , είναι επιτακτική για μας η ανάγκη να λάβουμε μέτρα αυτοπροστασίας.
Κι αυτό θα το πετύχουμε αναπροσαρμόζοντας την εθνική στρατηγική άμυνας με βάση την αποτρεπτική ικανότητά μας στη θάλασσα, που πρέπει να βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο – αν όχι υψηλότερο – από αυτήν της Τουρκίας, λόγω της μορφολογίας της νησιωτικής Ελλάδας.
Ας μην ξεχνάμε ότι το έθνος μας είναι ναυτογενές, με ιστορία αιώνων ναυτοσύνης και ναυτικής στρατηγικής ισχύος σε καιρό ειρήνης και πολέμου, η οποία αποτελεί ως και σήμερα υπόδειγμα για τις εφαρμοσμένες μεθοδολογίες και τακτικές της.
Αυτές, σε συνδυασμό με σύγχρονα οπλικά συστήματα επιθέσεων και στα τρία μας Όπλα, θα κάνουν πανίσχυρη την αποτρεπτική μας ικανότητα σε κάθε τομέα λειτουργίας και ειδικότερα στη θάλασσα για την οποία μιλάμε.
Το Πολεμικό Ναυτικό μας έχει μακρά ιστορία δόξας λόγω των θαλασσίων ριζών των Ελλήνων, αλλά αυτό δεν αρκεί για να προστατέψει απ’ τους τωρινούς κινδύνους τον Αιγαιακό Ελληνισμό που απειλείται με εξαφάνιση από τον νούμερο ένα κίνδυνο για την Ελλάδα, το μεταναστευτικό, σε συνδυασμό με τη βουλιμική διάθεση της Τουρκίας και του Προέδρου της, Ταγίπ Ερντογάν.
Για τον λόγο αυτό χρειάζεται αναδιάρθρωση του μηχανισμού υποστήριξης των άλλων Όπλων και εκσυγχρονισμός των ναυτικών μας δυνάμεων, ώστε να είναι σε θέση αυτές να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές προκλήσεις και απειλές, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της εδαφικής μας ακεραιότητας.
”Έχουμε γη και πατρίδα, όταν έχουμε πλοία στη θάλασσα”, είχε πει ο πρώτος Έλληνας ιστορικός, ο Ηρόδοτος (6ος αι.), οραματιζόμενος την ναυτική κυριαρχία των Ελλήνων σε μια φράση.
” Μέγα το της θαλάσσης κράτος!..”, αναφώνησε έναν αιώνα μετά ο μεταγενέστερος ιστορικός Θουκυδίδης – δια στόματος Περικλή – αναφερόμενος στην ναυτική ηγεμονία της πόλης-κράτους της Αθήνας, που ήταν τότε θαλασσοκράτειρα στην αρχαία Ελλάδα.
Το ναυτικό της πατρίδας μας είναι φανερό ότι φτιάχτηκε μέσα απ’ τις εμπειρίες του παρελθόντος. Σ’ αυτές της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας έχει καταγραφεί με χρυσά γράμματα η ναυτική στρατηγική του Ελευθέριου Βενιζέλου, χάρη στην οποία απελευθερώσαμε τα νησιά του Αιγαίου (Ναυμαχίες Έλλης, 1912, και Λήμνου, 1913) και τη Β. Ελλάδα (Βαλκανικοί Πόλεμοι, 1912-’13) αναδεικνύοντας τις μοναδικές ναυτικές μας ικανότητες προπολεμικά.
Αυτές, σε μεγαλύτερη έκταση και έναντι ισχυρότερων αντιπάλων, αναδείχθηκαν και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου αποθεώθηκε η στρατηγική χρήση της θάλασσας απ’ τα στελέχη και τα πλοία του Πολεμικού μας Ναυτικού. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει πολλά κι έχουν ξεπεραστεί δεδομένα που δεν το άφησαν αλώβητο.
Έχει αλλάξει, προπάντων, ο τρόπος που σκέφτονται οι άνθρωποι οι οποίοι χαράσσουν τη στρατηγική άμυνα της πατρίδας μας τα τελευταία κυρίως χρόνια, που είναι πολύ κρίσιμα γιατί άλλαξαν οι συσχετισμοί στο Αιγαίο και υπάρχει διαφορά δυναμικότητας ως προς το στρατιωτικό υλικό των δύο χωρών (Ελλάδας-Τουρκίας).
Κι αυτό χτυπάει καμπάνες κινδύνου, βολές προειδοποιητικές, για επιτακτική αναβάθμιση υψηλού επιπέδου στον Στόλο μας, ώστε να είναι αυτός σε θέση να ανταποκριθεί λειτουργικά και επιχειρησιακά στις αναμενόμενες τουρκικές προκλήσεις και τα εθνικά του καθήκοντα.
Αν το εξασφαλίσουμε αυτό, θα έχουμε πετύχει τον βασικό στόχο μας: την προστασία των θαλασσίων ζωνών και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Κι αυτό είναι ύψιστης σημασίας θέμα, γιατί θα συμβάλει στην οικονομική ανάκαμψη και την εθνική ασφάλεια της χώρας.
Αυτή η τελευταία χρήζει ιδιαίτερης προστασίας στις μέρες μας εν όψει των απειλών και των παράνομων πράξεων της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Πράξεων που δεν προοιωνίζονται δυστυχώς τίποτε καλό, παρά μόνο την εκκόλαψη ”θερμού επεισοδίου” στα χωρικά ύδατα της Ελλάδας και της Μεγαλονήσου.
Ήδη η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο με τον απρόβλεπτο και επιθετικό γείτονα και είναι διάχυτη στον αέρα η οσμή μιας επικείμενης σύγκρουσης μαζί του, την οποία ενδέχεται να προκαλέσει ο ίδιος μετά την εισβολή στη Συρία, στηριζόμενος στη δύναμη της πυγμής λόγω της στρατιωτικής υπεροπλίας του έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου.
Μπροστά στον κίνδυνο αυτόν και υπό τον φόβο της ανισορροπίας στο Αιγαίο που δε θα αργήσει να φανεί, είναι αναγκαιότερη από ποτέ η αναδιάρθρωση των ναυτικών μας δυνάμεων, με παράλληλη στήριξη συμμαχιών – στο πλαίσιο της ΕΕ – οι οποίες θα διασφαλίσουν τα σύνορά μας, που είναι και ευρωπαϊκά.
Η αναδιάρθρωση φυσικά της ναυτικής μας ισχύος στο Αιγαίο απαιτεί απ’ τους πολιτικούς και στρατιωτικούς μας ηγήτορες να έχουν προηγουμένως εξετάσει όλες τις κατευναστικές στρατηγικές παραμέτρους, ώστε να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε ειρηνικά την τουρκική αδιαλλαξία, πριν φτάσουμε σε επίπεδα σύγκρουσης.
Αν όμως είναι αδύνατο εκ των πραγμάτων να αποφύγουμε την τελευταία, πολύ περισσότερο στην περίπτωση που πραγματοποιήσει αυτή τις αιωρούμενες απειλές της για απόβαση σε κάποιο νησί της ”γκρίζας” – κατ’ αυτήν – ζώνης των χρυσοφόρων υποθαλάσσιων κοιτασμάτων, τότε θα πρέπει να δράσουμε ακαριαία επιδεικνύοντας τη μέγιστη δυνατή σοβαρότητα, που απαιτεί εφαρμογή συγκεκριμένου σχεδίου.
Με βάση τις επικρατέστερες ”σχολές ναυτικής σκέψης” [ guerre de course (εμπορικού αποκλεισμού), guerre d’ escode (”ναυμαχίας στόλου”) και ”guerre de razzia (πολέμου με καταδρομικές ενέργειες)], οι ειδικευμένοι ιθύνοντες του υπουργείου Άμυνας και της ηγεσίας του Πολεμικού Ναυτικού εκτιμούν πως η τρίτη επιλογή είναι αυτή που ταιριάζει περισσότερο στη δική μας ναυτική στρατηγική και την παράδοση των ναυτικών επιχειρήσεων.
Η συγκεκριμένη όμως επιλογή προϋποθέτει γενναία χρηματοδότηση από το κράτος για την ενίσχυση των αεροναυτικών δυνάμεων του στόλου μας και ενίσχυση του στόλου των ταχυπλόων-”πυρπολικών”, τα οποία θα ενισχύσουν αποτελεσματικά αυτόν των πολεμικών πλοίων, συμπεριλαμβανομένων και των υποβρυχίων.
Η μεγάλη στιγμή για την Ελλάδα είναι αυτή της επένδυσης στον εαυτό της, στην αυτοπροστασία της, που δεν έχει να κάνει με τις έωλες υποσχέσεις των Τρίτων ( ”φίλων” και ”συμμάχων” μας: ΗΠΑ. Ε.Ε) για βοήθεια σε ώρα ανάγκης.
Αν δεν επενδύσουν Ελλάδα και Κύπρος στις δικές τους δυνάμεις, θα έχουν απώλειες στην εθνική κυριαρχία τους και αυτός ο ισχυρισμός μου δεν είναι κινδυνολογικός, αλλά θεμελιωμένος στη συγκριτική θεώρηση των στρατιωτικών δεδομένων των αντιπάλων τη χρονική στιγμή που διανύουμε…
”Κρινιώ Καλογερίδου” (Βούλα Ηλιάδου)