Φοβάμαι ότι το μέλλον θα μοιάζει με το χειρότερο παρελθόν

Γράφει ο Γιάννης Κίτσος, Οικονομολόγος – Σύμβουλος χρηματοοικονομικού και στρατηγικού σχεδιασμού

Έτυχε πρόσφατα να πέσω πάνω σε μια κινηματογραφική ταινία γουέστερν. Η ταινία αυτή βασιζόταν στο μοτίβο παλαιών τύπου σπαγγέτι γουέστερν, με την αντίστοιχη μουσική επένδυση και σκηνοθετικά στοιχεία. Το σπαγγέτι, ουσιαστικά πρόκειται για ένα είδος γουέστερν που εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 κάτω από τη σκηνοθεσία του Σέρτζιο Λεόνε και μουσική επένδυση του Ένιο Μορικόνε. Ο όρος σπαγγέτι χρησιμοποιήθηκε από τους κριτικούς, επειδή στα περισσότερα από αυτά η παραγωγή και η σκηνοθεσία ανήκε σε Ιταλούς. Οι δε ιστορίες κινηματογραφούνται κυρίως στα ξηρά τοπία του αμερικάνικου νότου και του βόρειου Μεξικού.

Το γουέστερν είναι ένα είδος τέχνης  με κεντρικό του θέμα ιστορίες που τοποθετούνται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Οι ιστορίες επικεντρώνονται στη ζωή ενός νομαδικού καουμπόι ή ενός αποκαλούμενου πιστολά που περιπλανιέται στην Αμερικανική άγρια δύση πάνω σε ένα άλογο με ένα περίστροφο και ένα τουφέκι στο χέρι. Στους  χαρακτήρες εκτός από τους προαναφερθέντες καουμπόηδες, περιλαμβάνονται και Αμερικανοί ιθαγενείς, ληστές, σερίφηδες, κυνηγοί κεφαλών, εγκληματίες, χαρτοπαίκτες, στρατιώτες και άποικοι (αγρότες, κτηνοτρόφους και πολίτες). Η πλοκή έχει συνήθως να κάνει με κάποια συμμορία παράνομων που εμπλέκονται σε ληστείες γαιοκτημόνων, τραπεζών, διωκόμενοι γενικότερα από μια αντίπαλη συμμορία, ένα σερίφη, ένα κυνηγό κεφαλών, ακόμη και ένα εξαπατημένο πολίτη. Η δε οπλοφορία και οπλοχρησία ανεξέλεγκτες.

Αντίστοιχες κινηματογραφικές ταινίες γυρίστηκαν και στην Ιαπωνία από τον Ακίρο Κουροσάβα, σκηνοθέτης ο οποίος επηρέασε σημαντικά και τον Λεόνε. Ως προς τις συμπλοκές συμμοριών και σερίφηδων ή και πολιτών η μεγαλύτερη διαφορά, πέραν του ενδυματολογικού, τοπικών παραδόσεων και εθίμων, είναι ότι στην περίπτωση του Κουροσάβα επικρατούν τα κατάνα (γιαπωνέζικο τύπος σπαθιού) ενώ του Λεόνε τα πιστόλια. Μια παραλλαγή στη χώρα μας αυτού του τύπου ταινιών υπήρξε ο Αστραπόγιαννος, σενάριο, του Πέτρου Μακεδών, βασισμένο στον ομώνυμο Έλληνα αρματολό του 18ου αιώνα και σκηνοθεσία του Νίκου Τζίμα. Η ταινία αναφέρεται στη διαμάχη μεταξύ αρματολών και κοτζαμπάσηδων. Το ίδιο και εδώ, οπλοφορία και οπλοχρησία πηγαίνουν σύννεφο.

Τα σενάρια των ταινιών αυτών άλλοτε στηρίζονται σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα και άλλοτε σε παραλλαγές τους. Πάντοτε, όμως, καταλήγουν σε μια αιμοσταγή κάθαρση. Όπως και να έχει, αναφέρονται σε μια ιστορική περίοδο έντονης ανομίας, αυτοδικίας και παραβατικών. Όταν οι ταινίες μένουν στις οθόνες τους, ο θεατής αναμφισβήτητα επηρεάζεται συναισθηματικά, «ζει το έργο», όπως λέμε, αλλά όταν οι τίτλοι τέλους πέφτουν μπορεί να διατηρεί κάποια σημαντικά σημεία τους – σενάριο, σκηνοθεσία, σκηνικά, κοστούμια, ερμηνείες, ιστορικά γεγονότα, μουσική επένδυση κ.τ.λ. -, αλλά πάντα επανέρχεται ασφαλής στην προηγούμενη του κατάσταση. Όσο και εάν έχει επηρεαστεί, ξέρει ότι αν θα βγει έξω από τον χώρο προβολής δεν θα κινδυνεύσει να του την πέσει κάποιος πιστολάς ή σαμουράι, ούτε και κάποιος από τους αιμοσταγείς πρωταγωνιστές να μπουκάρει ξαφνικά στο σπίτι του.

Δεν προλαβαίνω να βγω από την ατμόσφαιρα της ταινίας και να σου πάλι μπροστά μου η Παπακώστα, αυτή τη φορά να κάνει δηλώσεις με αφορμή το πέσιμο σύγχρονων πιστολάδων σε λιμενικούς που πήγαν στην, κατά την ίδια, ελληνική έκδοση της Μονμάρτης, στα Εξάρχεια, καλούμενοι να εφαρμόσουν τον νόμο.  Όταν η ταινία γίνεται καθημερινότητα, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Στη χώρα μας σήμερα δεν ζούμε βεβαίως την ένταση των γεγονότων που περιγράφονται στις παραπάνω ταινίες, αλλά με τα μυαλά των σημερινών καθεστωτικών δεν απέχουμε και πάρα πολύ από αυτό. Υπάρχουν δυο είδη διαφθοράς, αναφέρει ο Μοντεσκιέ. Το ένα όταν ο λαός δεν τηρεί τους νόμους. Το άλλο, όταν διαφθείρεται από τους νόμους. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι τα στοιχεία αυτά – ανομία και διαφθορά – δεν υπήρχαν στην σύγχρονη ιστορία της χώρας μας. Δεν θα βρισκόμασταν, άλλωστε, σήμερα εδώ εάν δεν υπήρχαν. Παρόλα αυτά τα χρόνια της κρίσης και κυρίως μετά το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ έχουν ενταθεί. Πέραν του χαρακτηριστικού παραπάνω περιστατικού με τους λιμενικού, έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το καθημερινό φαινόμενο των ληστειών, σε αρκετές περιπτώσεις αυτόδικο τρόπο αντιμετώπισης τους αλλά και των φαινομένων μπουκάρουμε όπου θέλουμε και σαν να βρισκόμαστε σε αμερικάνικο μπαρ τα κάνουμε όλα λίμπα.

Υπάρχει κάποια ερμηνεία όμως για αυτό; Υπάρχει… Οι αριστεροί δεν πιστεύουν στην ιστορία. Όλα επαναλαμβάνονται, για αυτούς, σε κύκλους και η ιστορία δεσπόζει διότι μας διδάσκει ότι δεν υπάρχει ιστορία. Στον ιστορικό υλισμό η μελέτη της εξέλιξης της κοινωνίας ξεκινά από τους τρόπους και τις σχέσεις παραγωγής και όχι από τους θεσμούς και τις ιδέες. Αυτό που μετράει είναι οι παραλλαγές στις σχέσεις που επιφέρει η τεχνολογική εξέλιξη των μέσων παραγωγής των υλικών αγαθών. Πέραν της απροκάλυπτης συναίνεσης τους σε φαινόμενα ανομίας και διαφθοράς, χαρακτηριστική είναι σήμερα και η προσέγγιση τους πάνω στην εκπαίδευση. Οι αλλαγές που προωθούνται από τον Γαβρόγλου βρίσκονται ακριβώς πάνω σε αυτήν την κατεύθυνση.

Δεν ξέρω αν σύντομα θα δούμε στους δρόμους, στα πάρκα, στα μπαρ, στις καφετέριες, ακόμη και μέσα στα σπίτια μας καουμπόηδες, σερίφηδες, κυνηγούς κεφαλών, σαμουράι, ακόμη και τον ίδιο τον Αστραπόγιαννο. Εύχομαι πως όχι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι στην περίπτωση μας η πραγματικότητα δεν ξεπερνά απλώς τη φαντασία αλλά προηγείται, ή μάλλον τρέχει, δυστυχώς, όχι για να διορθώσει τις ζημιές που ενδεχομένως θα δημιουργούσε η φαντασία αλλά για να τις διογκώσει. Το δε αίσθημα στον Έλληνα πολίτη του «φοβάμαι ότι το μέλλον θα μοιάζει με το χειρότερο παρελθόν», υπό το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ, είναι πιο έντονο από ποτέ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.