Συνταγματικές αναισθησίες
Γράφει ο Γεώργιος Κιντσάκης, Νομικός
Ένα από τα πρώτα μαθήματα που παίρνει ένας πρωτοετής φοιτητής που διδάσκεται Συνταγματικό Δίκαιο είναι ότι τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα είναι ισότιμα και δεν ιεραρχούνται μεταξύ τους. Όταν ανακύπτουν συγκρούσεις μεταξύ των δικαιωμάτων αυτών, τότε οι συγκρούσεις πρέπει να επιλύονται μέσω της αμοιβαίας υποχώρησής τους. Έτσι, σύμφωνα με την κρατούσα θέση των Συνταγματολόγων, η προσωπική ασφάλεια, το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, η θρησκευτική ελευθερία και το δικαίωμα για την προστασία της υγείας είναι ισότιμα και δεν μπορεί να γίνει δεκτή καμία εκ προοιμίου ιεράρχησή τους.
Οι περιορισμοί που βιώνουμε στην καθημερινότητά μας από τον περασμένο Μάρτιο έχουν γίνει δεκτοί από το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, επειδή αντιλαμβάνεται πως αποτελούν μέσα για την προστασία της δημόσιας υγείας απέναντι σε έναν εχθρό αρχικά άγνωστο και ακόμη επικίνδυνο. Ωστόσο, οι περιορισμοί των ανθρώπινων δικαιωμάτων, που θεσπίζονται από την διοικητική εξουσία, προδίδουν πολύ συχνά μία σιωπηρή ιεράρχηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ανώτερα και σε κατώτερα, με τους περιορισμούς που υφίστανται τα τελευταία να είναι πολύ μεγαλύτεροι.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δύο ΚΥΑ που δημοσιεύτηκαν στις 3 Νοεμβρίου και προβλέπουν νέα μέτρα η πρώτη για όλη τη χώρα (ΦΕΚ 4829/Β’/2020) και η δεύτερη για τη Θεσσαλονίκη και τις Σέρρες (ΦΕΚ 4831/Β’/2020). Για ακόμη μία φορά, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ιεράρχησε διαφορετικά τα συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών και επέλεξε να περιορίσει στην ολότητά τους τις θρησκευτικές συναθροίσεις, αναστέλλοντας την ελευθερία της λατρείας (αρ. 13 §2 Συντάγματος), εξακολουθεί, όμως, να επιτρέπει τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις του αρ. 11, ακόμη και στην βαρύτατα επιβαρυμένη Θεσσαλονίκη. Τα λάθη του περασμένου Μαρτίου επαναλαμβάνονται, χωρίς όμως τώρα να χωρεί η δικαιολογία του αιφνιδιασμού.
Γιατί δεν γίνεται να μην απαγορεύεις τις υπαίθριες συναθροίσεις του κάθε αριστερού και δεξιού γκρουπούσκουλου, θεσπίζοντας υπέρ αυτών επιφύλαξη του νόμου, τη στιγμή που δεν επιτρέπεις την υπαίθρια τέλεση ακολουθιών στη Θεσσαλονίκη και τις Σέρρες. Δεν έχει καμία λογική με την ίδια απόφαση να απαγορεύει τις θρησκευτικές πομπές σε όλη την χώρα αλλά να επιτρέπεις τις πορείες και τις διαδηλώσεις ακόμη και στις κόκκινες περιοχές.
Επιπλέον, με την απόφαση για το νέο ενισχυμένο σίκουελ περιοριστικών μέτρων στη Θεσσαλονίκη, η κυβέρνηση επιτρέπει την μετακίνηση, όταν αυτή σχετίζεται με δικαιώματα όπως η ιδιοκτησία (οι ιδιοκτήτες σκύλων μπορούν να κάνουν την βόλτα τους και κατά τις ώρες που ο γονιός απαγορεύεται να πεταχτεί στο μίνι μάρκετ για να αγοράσει γάλα για το παιδί του), αλλά δεν την επιτρέπει όταν σχετίζεται με την εξάσκηση της θρησκευτικής μας ελευθερίας (όπως για να ανάψουμε ένα κεράκι στο προσκυνητάρι της ενορίας μας).
Φυσικά, στο σημείο αυτό θα βρεθούν πολλοί θεολογούντες «κεντρώοι» να μας πουν ότι η θρησκευτική ελευθερία δεν θίγεται από αυτές τις διατάξεις, γιατί «την πίστη την έχουμε μέσα μας», γιατί «δεν σου απαγόρεψε κανένας να πιστεύεις» ή γιατί «δεν χρειάζεται να πας στην Εκκλησία για να λατρέψεις τον Χριστό». Θα τους προτείναμε, όμως, να αφήσουν τις θεολογίες κατά μέρος, γιατί αρμοδιότητα της κυβέρνησης δεν είναι να θεολογεί για το ποια είναι η θρησκευτικώς ενδεδειγμένη λατρεία αλλά να διοικεί σύμφωνα με το Σύνταγμα και να υπηρετεί τις συνταγματικές ελευθερίες των πολιτών. Όλες μαζί και την καθεμιά ξεχωριστά.