Ο πρώτος πόλεμος της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας
Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης
Καθώς στην Χερσώνα δίπλα στην ΕΝΔΟΞΗ σημαία της Ουκρανίας κυματίζει η σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Απροσδόκητα για πολλούς. Η Ενωμένη Ευρώπη κερδίζει τον πρώτο πόλεμο της ιστορίας της !!!
Όμως την κερδίζει δι’ αντιπροσώπων και με την αποφασιστική στήριξη των Αμερικάνων.
Η θεαματική κινητοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και των ευρωπαϊκών κρατών για την πολιτική, διπλωματική, οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας και η νίκη δεν πρέπει να θολώσουν το ισχυρό αποτύπωμα που αφήνουν στην ιστορία τα λάθη, οι αβελτηρίες και οι υπαναχωρήσεις της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών και των ευρωπαϊκών ηγεσιών.
Αν μία Ευρωπαϊκή στρατιωτική δύναμη είχε αναπτυχθεί κατά μήκος των ρωσο-ουκρανικών συνόρων στον χρόνο που έπρεπε, ούτε η πραξικοπηματική απόσχιση της Κριμαίας, ούτε το εξωφρενικό αιματοκύλισμα των ημερών μας θα είχε συμβεί.
Δυστυχώς από την Ευρωπαϊκή Ένωση απουσιάζει πλήρως η ικανότητα της πρόβλεψης γι αυτό και η Ενωμένη Ευρώπη δομείται μέσα από τις κρίσεις.
Το συμπέρασμα από την σημερινή κρίση είναι ότι είναι απαραίτητο άμεσα να υπάρξει ενιαία εξωτερική και αμυντική πολιτική και πολιτική ασφαλείας. Με έναν υπουργό εξωτερικών και έναν υπουργό άμυνας.
Ομοσπονδιακές ένοπλες δυνάμεις, ομοσπονδιακή ακτοφυλακή, αστυνομία,συνοριοφυλακή και άλλες υπηρεσίες ασφαλείας καθώς και ενιαία, ενοποιημένη αμυντική και αεροδιαστημική βιομηχανία.
Στις μέρες μας η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ειρήνη και τον πόλεμο έχει οριστικά διαγραφεί και οι έννοιες της άμυνας και της ασφάλειας είναι απολύτως ενοποιημένες.
Αν τα ευρωπαϊκά κράτη θέλουν να επιβιώσουν είναι απαραίτητο να συγκροτηθεί μία ενιαία πολιτική άμυνας και ασφάλειας που θα επικεντρώνει στην αναχαίτιση εξωτερικών απειλών και παράλληλα θα απορροφήσει τις αρμοδιότητες μίας σειράς υπηρεσιών και οργανισμών που ασχολούνται κυρίως με την προστασία από μαζικές τρομοκρατικές επιθέσεις, την χρήση όπλων μαζικής καταστροφής τις κυβερνοεπιθέσεις αλλά κάι κάθε πιθανή απειλή για τα δίκτυα και τις υποδομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αναμφίβολα η ενιαία πολιτική άμυνας και ασφάλειας δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη στρατοκεντρική αλλά να επεκτείνεται σε άλλους τομείς όπως η τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα που επεκτείνεται διαρκώς στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, διεκδικώντας προσβάσεις στην αυτοδιοικητική ακόμα και στην πολιτική εξουσία, οι ψηφιακές υποδομές και το σύστημα πολιτικής διακυβέρνησης.
Είναι προφανές πως στην νέα και σαφώς διευρυμένη έννοια της ασφάλειας δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη στρατοκεντρική αλλά και να επεκτείνεται σε άλλους τομείς όπως η τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα που επεκτείνεται διαρκώς στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, διεκδικώντας προσβάσεις στην αυτοδιοικητική και ακόμα και στην πολιτική εξουσία, οι ψηφιακές υποδομές και το σύστημα πολιτικής διακυβέρνησης.
Είναι προφανές πως στην νέα και σαφώς διευρυμένη έννοια της ασφάλειας εμπλέκονται και αρμοδιότητες άλλων τομέων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η ενέργεια, η δημόσια υγεία, η προστασία του περιβάλλοντος κτλπ.
Τα μέχρι τώρα συμπεράσματα από την λειτουργία των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπογραμμίζουν συχνά με τρόπο εμφατικό πως η δύσκαμπτη γραφειοκρατία, η επικάλυψη αρμοδιοτήτων, η μεγάλη σπατάλη οικονομικών και όχι μόνο πόρων αποτελούν τροχοπέδη για την άμεση αντιμετώπιση μίας κρίσης και αποκλείουν την συνολική προσέγγιση των ζητημάτων της Ευρωπαϊκής ασφάλειας. Γι αυτό και είναι απαραίτητη η με όρους απόλυτης διαφάνειας θεσμική συγκρότηση μίας υπηρεσίας που θα λειτουργεί ως εποπτικό και συντονιστικό όργανο όλων των σχετικών με την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα επεκτείνεται στις αρχές των εθνικών κρατών της Ένωσης.
Τα προσδοκούμενα οφέλη
Η προοπτική κρατικών υπηρεσιών και οργανισμών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε έναν ενιαίο μηχανισμό Ευρωπαϊκής Ασφάλειας στις μέρες μας αντιμετωπίζεται με αδιαφορία έως και απαξίωση από τις πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης, την γραφειοκρατία των Βρυξελλών και τους γεωστρατηγικούς αναλυτές.
Όμως η ίδρυση της δυνητικά μπορεί να αποφέρει τεράστια οφέλη για την Ευρώπη αλλά και για την ειρήνη, την ασφάλεια και την σταθερότητα σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Είναι προφανές πως ένας ενιαίος μηχανισμός Ευρωπαϊκής Αμυνας και Ασφάλειας σίγουρα πρόκειται να είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα άθροισμα των προκατόχων του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η συσσώρευση σε μία υπηρεσία των κονδυλίων που μέχρι τώρα διανέμονται συχνά ανισόρροπα σε άλλες συχνά ανταγωνιστικές υπηρεσίες πρόκειται να προσφέρει την δυνατότητα για την ολοκλήρωση τεράστιας κλίμακας και εξαιρετικά φιλόδοξων προγραμμάτων υψηλής τεχνολογίας.
Η δημιουργία ενός ενιαίου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Άμυνας και Ασφάλειας πρόκειται να έχει και γεωπολιτική διάσταση. Καθώς αυτός ο μηχανισμός θα επιδιώξει και να εξασφαλίσει την ασφάλεια της Ευρώπης εντοπίζονται τις δυνητικές απειλές στην αρχική τους εστία.
Στον σημερινό ασχηματοποίητο γεωπολιτικά πλανήτη αλλά σε μια ηλεκτρονικά δικτυωμένη διεθνή πραγματικότητα και σε έναν παγκοσμιοποιημένο και επομένως ενοποιημένος ως έναν βαθμό τουλάχιστον πλανήτη οι κυβερνοαπειλές αποτελούν έναν από τους βασικούς παράγοντες στους οποίους είναι απαραίτητο να εστιάσει ένας μηχανισμός και δεν προέρχονται αποκλειστικά από το εσωτερικό των κρατών μελών της Ευρωπαικης Ένωσης. Αντίθετα βρίσκονται εκτός των συνόρων της.
Ταυτόχρονα ο πολυδιάστατος χαρακτήρας του συγκεκριμένου μηχανισμού που σίγουρα θα είναι πρωτοποριακός για το ευρωπαϊκά δεδομένα θα διαμορφώνει σταδιακά μία πολύ καλύτερη επαφή με την τεχνολογική πρόοδο και την τεχνολογία την οποία σίγουρα δεν έχουν τα εθνικά κράτη.
Στις μέρες μας η εξωτερική πολιτική και η πολιτική άμυνας και ασφάλειας διαμορφώνεται κυρίως από τις διεθνείς συγκυρίες. Όμως σε έναν ενιαίο μηχανισμό Ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας η στρατηγική θα ρυθμίζεται από την τεχνολογία και όχι το αντίστροφο.
Αναλυτικότερα αυτή η εξέλιξη πρόκειται να αποτελέσει ένα εξαιρετικά σημαντικό πλεονέκτημα σε μια ιστορική συγκυρία όπου η έκρηξη της τεχνολογικής προόδου αποτελεί τον οδηγό των εξελίξεων που ραγδαία αναδιαμόρφωναν τον συσχετισμό ισχύος και της ισορροπίας στον πλανήτη.
Για παράδειγμα μία σειρά προγραμμάτων πολύ υψηλού τεχνολογικού τεχνολογικού ρίσκου αλλά και τεράστιας δυνητικής υπεραπόδοσης σε περίπτωση μερικής έστω επιτυχίας ( high risk-high pay off projects) μπορούν να προσφέρουν θεαματικά γεωπολιτικά πλεονεκτήματα.